Ζέφη Δημαδάμα: Διαχείριση υδατικών πόρων στην Αφρική και ο ρόλος των γυναικών - Ειδήσεις Pancreta

Δημοσιεύτηκε 07/03/2016

O πλανήτης Γη είναι σχεδόν μία τέλεια μπλε σφαίρα. Το μπλε χρώμα αντικατοπτρίζει τις τεράστιες ποσότητες νερού που βρίσκονται στη γη. Παρόλα αυτά, η φαινομενική αυτή αφθονία αποτελεί οφθαλμαπάτη. Μόνο το 2% του γαλάζιου ορατού τοπίου είναι γλυκό νερό. Ενισχύοντας ακόμα περισσότερο τους περιορισμούς για το γλυκό νερό, μόνο το μισό περίπου από αυτό το 2% είναι διαθέσιμο για χρήση από τον συνεχώς αυξανόμενο πληθυσμό της γης, που πλησιάζει τα έξι δισεκατομμύρια. Από το 1950, ο παγκόσμιος πληθυσμός διπλασιάστηκε, ενώ τριπλασιάστηκε η χρήση του νερού. Το ζήτημα της λειψυδρίας, τόσο ως προς τα ποσοτικά όσο και ως προς τα ποιοτικά του χαρακτηριστικά, αναδύεται ως ένα πολύ σημαντικό ζήτημα για αρκετές χώρες. Ειδικότερα, σε χώρες όπου «αγωνίζονται» για την επέκταση της χρήσης του πόσιμου νερού, η αντιμετώπιση και η διαχείριση της ήδη υπάρχουσας ποσότητάς του αποτελεί μια πρόκληση.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα της εφαρμογής της διαχείρισης των υδάτινων πόρων υπό την έννοια της λειψυδρίας αποτελεί η Αφρική. Το νερό είναι, όχι μόνο ένας κρίσιμος πόρος για την Αφρική, αλλά έχει και μεγάλες επιπτώσεις για την ανάπτυξή της. Όπως αναφέρει η Οικονομική Επιτροπή για την Αφρική, το νερό και η συνετή διαχείριση του, αποτελεί το κλειδί για την αναστροφή της καθοδικής πορείας της ευημερίας του ανθρώπου, η οποία προκύπτει από το συνδυασμό τόσο της ραγδαίας αύξησης του πληθυσμού, της στασιμότητας της κατά κεφαλήν παραγωγής τροφίμων όσο και από την επιτάχυνση της υποβάθμισης του περιβάλλοντος σε ολόκληρη την αφρικανική ήπειρο. Πουθενά αλλού, όσο στην Αφρική, το γλυκό νερό δεν αποτελεί ένα τόσο κρίσιμο ζήτημα, αλληλοσχετιζόμενο με τους φυσικούς πόρους αλλά και προσδιοριστικός παράγοντας της κοινωνικής και οικονομικής ανάπτυξης.
Η σημασία του νερού για την κοινωνικό-οικονομική ανάπτυξη αναγνωρίζεται σε παγκόσμιο επίπεδο. Ωστόσο, με την αύξηση του πληθυσμού, την εκβιομηχάνιση και τις αυξανόμενες απαιτήσεις για νερό για διάφορες χρήσεις, η λειψυδρία έχει αρχίσει να διαφαίνεται σε πολλές χώρες του κόσμου. Συγκεκριμένα, στην αφρικανική ήπειρο, που κατοικείται περίπου από 800 εκατομμύρια ανθρώπους, εκτιμάται ότι περισσότεροι από 300 εκατομμύρια εξ αυτών ζουν σε περιβάλλον με προβλήματα λειψυδρίας.
Όπως είναι αναμενόμενο, δραστηριότητες που αφορούν στη διαχείριση του νερού, συχνά κατακερματίζονται μεταξύ ενός αριθμού υπουργείων και υπηρεσιών σε εθνικό επίπεδο. Η διαίρεση των αρμοδιοτήτων μεταξύ των υπουργείων και των τομεακών διοικητικών υπηρεσιών, παρεμποδίζει το συντονισμό και τις προσπάθειες για ενσωμάτωση των δραστηριοτήτων διαχείρισης των υδάτων. Για το λόγο αυτό, κρίνεται απαραίτητη η ανάπτυξη πρωτοβουλιών εντός των θεσμικών οργάνων για την ανάπτυξη των οικονομικά βιώσιμων συστημάτων, το σχεδιασμό πολιτικών δομών, οι οποίες να είναι ικανές να ανταποκριθούν στις οικονομικές καταστάσεις, ώστε να αποφευχθεί με αυτόν τον τρόπο η επικάλυψη των ευθυνών.
Οι γενικοί στόχοι της διαχείρισης των υδάτων καλύπτουν την αξιοποίηση και την ανάπτυξη των υδάτινων πόρων κατά τρόπο αποδοτικό, περιβαλλοντικά ορθό, δίκαιο και λογικό, προκειμένου να ικανοποιηθεί η ζήτηση της κοινωνίας για νερό, το οποίο σχετίζεται με αγαθά και υπηρεσίες. Επίσης, μέσω της σωστής διαχείρισης των υδάτων είναι δυνατή και η διαφύλαξη των οικολογικών λειτουργιών του υδάτινων πόρων.
Στη Διεθνή Διάσκεψη για το Νερό και το Περιβάλλον, μια συνάντηση εμπειρογνωμόνων σχετικά με τα προβλήματα των υδάτων, η οποία πραγματοποιήθηκε στις 31 Ιανουαρίου 1992 (ICWE) στο Δουβλίνο, προτάθηκαν και εγκρίθηκαν έξι ενδεικτικοί τομείς αναφορικά με το γλυκό νερό:
(α) Ολοκληρωμένη ανάπτυξη και διαχείριση των υδάτινων πόρων
(β) Αξιολόγηση των υδάτινων πόρων
(γ) Προστασία των υδάτινων πόρων, της ποιότητάς τους, καθώς και των υδάτινων οικοσυστημάτων
(δ) Παροχή πόσιμου νερού και αποχέτευσης
(ε) Νερό και βιώσιμη αστική ανάπτυξη
(στ) Νερό για τη βιώσιμη παραγωγή τροφίμων και την αγροτική ανάπτυξη
Γεγονός μείζονος σημασίας, το οποίο ξεχωρίζει μεταξύ άλλων μεγάλων διεθνών διασκέψεων και συνεδρίων για τη διαχείριση των υδάτων, κατά τις τελευταίες δεκαετίες, αποτελεί η Διάσκεψη του 1992 των Ηνωμένων Εθνών για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη (UNCED), που πραγματοποιήθηκε στο Ρίο ντε Τζανέιρο. Από την εν λόγω διάσκεψη προκύπτει η Ατζέντα 21. Στο κεφάλαιο 18 δίνεται έμφαση στην ολοκληρωμένη διαχείριση του γλυκού νερού ως ευάλωτη πηγή, καθώς και στην ενσωμάτωση των τομεακών σχεδίων και προγραμμάτων για το νερό στο πλαίσιο των εθνικών οικονομικών και κοινωνικών πολιτικών, δράσεις που πρέπει να αποτελέσουν σημείο πρωταρχικής σημασίας για την ανάληψη δράσης.
H Αφρική εναγκάλισε την πρόκληση μιας ολοκληρωμένης προσέγγισης για το νερό και της σωστής ανάπτυξης και διαχείρισης των υδάτινων πόρων. Το αποτέλεσμα ήταν η δημοσίευση του «Αφρική: Όραμα για το Νερό 2025» (AFRICA WATER VISION 2025). Η παραπάνω πρωτοβουλία σχεδιάστηκε ώστε να παρέχει στοιχεία από την Αφρικανική ήπειρο για την ανάπτυξη ενός παγκόσμιου ολοκληρωμένου σχεδίου για τη διαχείριση του νερού υπό το Παγκόσμιο Συμβούλιο Νερού. Αυτό αναπτύχθηκε μέσω μιας κίνησης συμμετοχικής διεργασίας από κάθε περιοχή της Αφρικής.
Όπως είναι εύκολα κατανοητό, για να αυξηθεί η πρόσβαση σε ασφαλές πόσιμο νερό καθώς και για να αυξηθεί το μέγεθος των αρδευόμενων εκτάσεων, θα πρέπει να είναι διαθέσιμες μεγάλες ποσότητες νερού. Από την άλλη πλευρά, η διαθεσιμότητα του νερού σε μια περιοχή, εξαρτάται κυρίως από δύο αλληλένδετους παράγοντες: τις βροχοπτώσεις και τις εσωτερικές ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Οι τελευταίες όμως, τροφοδοτούνται από τις βροχοπτώσεις και αν δεν υπάρξουν βροχές, τα αποθέματα των υπόγειων υδάτων δεν θα μπορούν να αναπληρωθούν.
Ειδικότερα στην Αφρική, η μεγαλύτερη κατανάλωση νερού από τις διαθέσιμες πηγές, όπως έχει αναφερθεί παραπάνω, γίνεται για χρήσεις που σχετίζονται με τη γεωργία και για τους οικισμούς. Ωστόσο, υπάρχει μια αυξανόμενη τάση για χρήση του νερού για βιομηχανικούς κλάδους που επηρεάζει με αυτόν τον τρόπο την ποιότητα των υδάτων. Για να καταστεί βιώσιμη η διαχείριση των υδάτων, θα πρέπει η κατανάλωση να γίνεται προσεκτικά, ώστε να εξασφαλιστεί ότι το νερό δεν θα υπερκαταναλωθεί. Θα πρέπει να διασφαλιστεί λοιπόν, ότι μέσω της σωστής διαχείρισης των υδάτινων πόρων, πραγματοποιείται κατανάλωση, και όχι σπατάλη, για τη γεωργία, την ύδρευση και τη βιομηχανία.
Όμως, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η Τράπεζα Ανάπτυξης της Αφρικής, παρά την ποικιλία των υδάτινων πόρων στην ήπειρο, η κακή διαχείρισή τους επηρεάζει αρνητικά την πρόσβαση εκατομμυρίων Αφρικανών σε καθαρό και ασφαλές νερό. Στις περισσότερες πόλεις της Αφρικής πάνω από το 50% των αποθεμάτων νερού χάνεται, όπως αναφέρει η τράπεζα σε έκθεση της. Μεγάλες ποσότητες νερού δαπανώνται από διαρροές εξαιτίας της παλαιότητας των δικτύων ή της λανθασμένης χρήσης.
Η αλλαγή στην παρούσα κατάσταση αναμένεται να γίνει με τη βελτίωση και την αποτελεσματικότερη χρήση των περιβαλλοντικών και διακυβερνητικών συστημάτων για τους υδάτινους πόρους, κάτι που θα έχει θετική επίδραση στα συστήματα διαχείρισης υδάτινων πόρων και που τελικά μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη. Αξίζει να σημειωθεί ότι από έρευνες προκύπτει η θετική συσχέτιση της προόδου και της βελτιστοποίησης των διακυβερνητικών και θεσμικών πλαισίων με την πρόοδο στα συστήματα διαχείρισης υδάτινων πόρων.
Ένας ακόμα ζωτικής σημασίας παράγοντας, ο οποίος διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στη γενικότερη κατάσταση της διαχείρισης του νερού και των υδάτινων πόρων στην Αφρική, είναι ο ρόλος της γυναίκας. Υπάρχουν λίγες μελέτες που έχουν αναλύσει το συγκεκριμένο ρόλο των γυναικών στην Αφρική. Η ανάλυση “Drawers of Water” των White G.F et al, (1972), η οποία αποτελεί σημείο αναφοράς στην έρευνα των προβλημάτων των υδάτινων πόρων στην Ανατολική Αφρική, παρά το γεγονός ότι καταπιάνεται με αρκετά κοινωνικοπολιτικά ζητήματα, όπως η χρήση του νερού, η υγεία, τα κόστη και οι κοινότητες, κάνει ελάχιστη αναφορά στον ξεχωριστό αυτό ρόλο της γυναίκας σχετικά με τη διαχείριση των υδάτινων πόρων.
Είναι ευρέως γνωστό, ότι ο ρόλος της γυναίκας στις περισσότερες αφρικανικές κοινωνίες περιορίζεται στη μεταφορά του νερού. Η πρόσβαση λοιπόν των γυναικών σε καθαρό, πόσιμο νερό περιορίζει το ρόλο της γυναίκας στα εξής καθήκοντα: στο να λαμβάνει αποφάσεις που σχετίζονται με τη χρήση του νερού στο σπίτι, στο να μεριμνά για την υγεία των μελών της οικογένειας, ακόμα και στο εάν είναι εφικτή η πρόσβαση σε νερό. Αυτή η περιορισμένη όμως γνώση για τον σημαντικό αυτό ρόλο των γυναικών, έχει οδηγήσει και στην εσφαλμένη αντίληψη από πλευράς κυβερνήσεων και οργανισμών, ότι το πρωταρχικό ενδιαφέρον των γυναικών είναι μόνο η διαχείριση και η διασφάλιση του νερού σε οικιακό επίπεδο.
Εκτός από τις εργασίες σε οικιακό επίπεδο όμως, οι γυναίκες στην Αφρική καταπιάνονται και με δουλειές οι οποίες έχουν οικονομικά οφέλη τόσο για τις ίδιες όσο και για τις οικογένειές τους. Δουλειές όπως, το εμπόριο μαγειρεμένου φαγητού, η ζυθοποιία και άλλες. Επικρατεί ακόμη όμως η άποψη από τις κυβερνήσεις και από τους σχεδιαστές των προγραμμάτων διαχείρισης υδάτινων πόρων, ότι το νερό που σχετίζεται απευθείας με την οικονομική παραγωγή, τη γεωργία και τη βιομηχανία, είναι σημαντικότερο από το νερό που σχετίζεται με την οικιακή χρήση, με αποτέλεσμα οι γυναίκες να παραμένουν αποκλεισμένες από τη γεωργία και τα αρδευτικά προγράμματα.
Από την άλλη πλευρά όμως, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται και σε μια από τις αρχές της συνδιάσκεψης του Δουβλίνου “Οι γυναίκες διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο στην παροχή, διαχείριση και διασφάλιση του νερού”. Για το λόγο αυτό, χρειάζεται να υιοθετηθούν πολιτικές που θα κάνουν τις γυναίκες της Αφρικής, να αποκτήσουν έναν πιο ενεργό και παραγωγικό ρόλο στη διαχείριση του νερού και των υδάτινων πόρων. Είναι αναγκαίο να καταμετρηθούν και να διευθετηθούν οι ανάγκες των γυναικών. Ταυτόχρονα χρειάζεται να εξοπλιστούν οι γυναίκες με εφόδια και δύναμη, ώστε να συμμετέχουν σε όλα τα επίπεδα των προγραμμάτων διαχείρισης υδάτινων πόρων, συμπεριλαμβανομένου και της διαδικασίας λήψης αποφάσεων και εφαρμογής τους, με τρόπους που να καθορίζονται από τις γυναίκες. Θα μπορούσε να πει κανείς, ότι χρειάζεται μια προσέγγιση από το κατώτερο επίπεδο προς το ανώτερο, αναφορικά με τη διαχείριση των υδάτινων πόρων και του ρόλου των γυναικών, όπως είναι η ανάληψη αρμοδιοτήτων στη διαδικασία λήψης απόφασης από το τοπικό επίπεδο, δηλαδή το οικιακό. Ειδικότερα, οι γυναίκες ήδη μεριμνούν για τη διαχείριση του νερού στο σπίτι. Στη συνέχεια θα μπορούν να συνεισφέρουν και στη διαχείριση των υδάτινων πόρων και στην εφαρμογή τους σε όλα τα επίπεδα των προγραμμάτων διαχείρισης υδάτινων πόρων τόσο σε κοινοτικό, αλλά και σε εθνικό επίπεδο.
Κλείνοντας, είναι γεγονός ότι η αποδοτικότερη χρήση των υδάτων αποτελεί θέμα που απασχολεί την πλειονότητα των χωρών. Το πρόβλημα γίνεται ακόμα πιο έντονο στον τομέα της γεωργίας και περισσότερο στον τομέα της άρδευσης, όπου συναντάται μεγάλη ζήτηση για νερό. Πολλές περιοχές της Αφρικής έχουν χαμηλές οικονομικές επιδόσεις, συνεχόμενες ξηρασίες και αποτυχίες της γεωργικής παραγωγής, που οδηγούν στην εμφάνιση της πείνας και στη μαζική μετανάστευση των ανθρώπων. Το νερό αποτελεί βασικό αγαθό και το κόστος χρήσης και εφαρμογής για τη διαχείρισή του θα πρέπει να «αποπληρώνεται» από τις δικαιούχες κοινότητες.
Προγράμματα για τη ρύθμιση της χρήσης και διαχείρισης των υδάτινων πόρων και του ελέγχου της ρύπανσης σπάνια αναφέρονται ως «υπό βελτίωση» σε ποσοστό άνω του 50% στις χώρες της Αφρικής. Ακόμη και η εφαρμογή αυτών των προγραμμάτων στις περισσότερες από αυτές τις χώρες βρίσκεται σε πρώιμο στάδιο. Αρκετές έρευνες δείχνουν ότι απαιτούνται περισσότερες εργασίες για την ανάπτυξη αυτών των προγραμμάτων διαχείρισης, ώστε να δοθεί με αυτόν τον τρόπο στους αρμόδιους διαχειριστές των προγραμμάτων ένα πληρέστερο φάσμα εργαλείων διαχείρισης.
Η Αφρική είναι μια πολύπλοκη περιοχή αναφορικά με το κλίμα της, τη φυσιογραφία, την οικονομία, την κοινωνία, και τα πολιτιστικά και πολιτικά της χαρακτηριστικά. Είναι ξεκάθαρο λοιπόν, ότι για την ανάπτυξη αποτελεσματικών συστημάτων διαχείρισης υδάτινων πόρων, χρειάζεται, όχι μόνο από τις κυβερνήσεις, αλλά και από τις μη κυβερνητικές οργανώσεις και τους ερευνητικούς οργανισμούς, η δράση και η ανάληψη πρωτοβουλιών για ειδικές και επιμέρους μεταρρυθμίσεις, βάση της πολυπλοκότητας και της διαφορετικότητας της Αφρικής.






Αναρτήθηκε από:

Ζέφη Δημαδάμα

Η Ζέφη Δημαδάμα είναι Γενική Γραμματέας Ισότητας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων - Αντιπρόεδρος Γυναικών Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος - Διδάσκουσα (ΕΔΙΠ), Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών, Πάντειο Παν/μιο