Δημοσιεύτηκε
Η πρώτη χρεοκοπία, αυτή του 1827, έφερε τη «συμφωνία του Λονδίνου» το 1830 που συνέταξαν οι μεγάλες δυνάμεις, ερήμην φυσικά των Ελλήνων, προσδιόριζε με το άρθρο 6 ότι οι μεγάλες δυνάμεις επειδή ακριβώς τους χρωστάνε οι Έλληνες μπορούν να μπαίνουν όποτε γουστάρουν στη χώρα και να κάνουν ότι γουστάρουν σ’ αυτή τη χώρα.
Όταν ακόμη το κτίριο του Πανεπιστημίου της Αθήνας κτιζόταν, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, που ήταν μέλος της επιτροπής για την ανέγερση του, σχολίασε: «Το σπίτι αυτό θα φάει το σπίτι εκείνο» δείχνοντας προς το παλάτι, που φιλοξενούσε τον Όθωνα Βίτελσμπαχ, τον πρώτο βασιλιά της Ελλάδας.
Ο Όθωνας, δευτερότοκος γιος του βασιλιά της Βαυαρίας Λουδοβίκου Α΄, ήταν ακόμη ανήλικος, 17 ετών, όταν στη Διάσκεψη του Λονδίνου της 25ης Απριλίου(/8 Μαΐου) 1832 συμφωνήθηκε από τις Μεγάλες Δυνάμεις να χριστεί βασιλιάς του ελληνικού κράτους καλύπτοντας το κενό μετά τη δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια.
Στα 30 περίπου χρόνια της βασιλείας του, το κλίμα επιβαρύνθηκε συχνά από ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, όπως τα Μουσουρικά, οι εξεγέρσεις στην ευρωπαϊκή ήπειρο το 1848, ο ναυτικός αποκλεισμός του Πειραιά από το βρετανικό ναυτικό τον Ιανουάριο του 1850, ο Κριμαϊκός πόλεμος (1854) και η κατοχή της Αθήνας και του Πειραιά από τα γαλλικά και τα αγγλικά στρατεύματα με επακόλουθο το ξέσπασμα επιδημίας χολέρας στην πρωτεύουσα (γεγονότα που στην αρχή βέβαια συσπείρωσαν το λαό γύρω από το πρόσωπο του μονάρχη), αλλά και ο ιταλο-αυστριακός πόλεμος, με τον ελληνικό λαό να συμπαρίσταται στον αγώνα των Ιταλών για απελευθέρωση από την αυστριακή κατοχή και παράλληλα να δυσπιστεί για τις προθέσεις του Όθωνα, ο οποίος ήταν σύμμαχος της Αυστρίας.
Παράλληλα, οι συχνές παραβιάσεις του Συντάγματος, η έλλειψη ενός διαδόχου που γεννούσε ανησυχία στο λαό για τη διάδοχη κατάσταση, αλλά και η ανάδειξη μιας νέας γενιάς μορφωμένων ανθρώπων που επιζητούσαν ανανέωση και περισσότερη δημοκρατία, αύξησαν σταδιακά τους αντιπολιτευτικούς τόνους, ενώ τον τόνο έδιναν εφημερίδες της εποχής, όπως ο «Αιών» του Ι. Φιλήμονα και η «Αθηνά» του Εμμανουήλ Αντωνιάδη.
2. ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΕΣ
Εν τω μεταξύ, πλήθαιναν οι διώξεις – και μάλιστα με συνοπτικές διαδικασίες – έναντι όσων αντιπολιτεύονταν τον Όθωνα, ενώ πλήθαιναν οι καταγγελίες για τις μεθόδους της αστυνομίας. Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα την περαιτέρω όξυνση των τόνων. Το 1860, ο εορτασμός της εθνικής επετείου της 25ης Μαρτίου σημαδεύτηκε από την εκφώνηση πύρινων λόγων κατά τη διάρκεια των εορτασμών στις μεγάλες πόλεις της χώρας.
Στις 6 Σεπτεμβρίου 1861 και ώρα 9 το βράδυ, ο φοιτητής νομικής Αριστείδης Δόσιος αποπειράθηκε να σκοτώσει τη βασίλισσα Αμαλία πυροβολώντας την κοντά στα ανάκτορα, χωρίς όμως καν να την τραυματίσει. Όταν συνελήφθη, ομολόγησε την πράξη του τονίζοντας ότι πρόθεση του ήταν «ν’ απαλλάξει τη χώρα από την τυραννία», δηλαδή «την έλλειψη εθνοφυλακής, το περί διαδοχής ζήτημα και την ελεεινή οικονομική κατάσταση», όπως ο ίδιος διευκρίνισε. Αν και ο Δόσιος δεν υπέδειξε συνενόχους, ακολούθησαν κι άλλες συλλήψεις. Ο νεαρός φοιτητής υπέστη σωρεία βασανιστηρίων με αποτέλεσμα να οδηγηθεί στο φρενοκομείο, ενισχύοντας τα επιχειρήματα όσων κατήγγειλαν τη συμπεριφορά της αστυνομίας.
3. ΤΑ ΝΑΥΠΛΙΑΚΑ
Καθώς μεγάλο τμήμα της αντιπολίτευσης είχε συσπειρωθεί γύρω από τον Κωνσταντίνο Κανάρη, τον «μπουρλοτιέρη» της Επανάστασης του 1821, ο Όθωνας προσπάθησε να κατευνάσει τα πνεύματα καλώντας τον ναύαρχο να συγκροτήσει κυβέρνηση τον Ιανουάριο του 1862. Αν και στα πλαίσια της αρχικής τους συμφωνίας ο Κανάρης θα επέλεγε ελεύθερα τα μέλη του υπουργικού συμβουλίου, η προσπάθεια δεν τελεσφόρησε και η εντολή προς τον Κανάρη ματαιώθηκε δίνοντας την αφορμή για την αποκαλούμενη «Ναυπλιακή επανάσταση» τα ξημερώματα της 1ης Φεβρουαρίου 1862.
Γύρω στις 2.30΄ τα ξημερώματα, ο αντισυνταγματάρχης Αρτέμης Μίχος απευθύνθηκε σε συγκεντρωμένους υπαξιωματικούς παραλληλίζοντας τον αγώνα αυτό τόσο με την Επανάσταση της 3ης Σεπτέμβρη 1843, όσο και με τον αγώνα για την απελευθέρωση: «Κατά την στιγμήν ταύτην αι άγιαι ψυχαί των ηρώων του Ελληνικού αγώνος, πετώσαι πέριξ ημών και πέριξ άλλων αδελφών μας ονειδίζουσι δια την κατάστασιν του έθνους, υπέρ του οποίου αυταί τόσον ενδόξων εμόχθησαν, και θεωρούσαι ημάς το κύριον όργανον της καταπατήσεως των δικαιωμάτων και των ελευθεριών του, με φωνή αγανακτίσεως μας καλούν να βαδίσωμεν εις τα ίχνη των και τα προς το έθνος αισθήματα».
Σύντομα, η εξέγερση εξαπλώθηκε στην υπόλοιπη Πελοπόννησο και στις Κυκλάδες – κυρίως στη Σύρο, που μαζί με το Ναύπλιο αποτελούσαν τα σημαντικότερα αντιπολιτευτικά κέντρα. Ωστόσο, οι εξεγέρσεις γρήγορα κατεστάλλησαν, ενώ τα πιο σοβαρά επεισόδια σημειώθηκαν στην Κύθνο, όπου στη 1 Μαρτίου δόθηκε πραγματική μάχη, με απολογισμό τρεις νεκρούς από την πλευρά των εξεγερθέντων. Στις 30 Απριλίου ο Όθωνας έδωσε γενική αμνηστία στους επαναστάτες, εκτός από ορισμένους στρατιωτικούς και πολιτικούς, ενώ το Μάιο προχώρησε σε ανασχηματισμό της κυβέρνησης, διορίζοντας πρωθυπουργό των Ιωάννη (Γενναίο) Κολοκοτρώνη, ο οποίος ανέλαβε παράλληλα και το Υπουργείο Εσωτερικών.
4. Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ 10ης ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ
Η κυβέρνηση του Κολοκοτρώνη είχε αρχίσει τις συλλήψεις υπόπτων ήδη από το πρωί της 10ης Οκτωβρίου.
Ο λαός εισήλθε στα Ανάκτορα πυροβολώντας στον αέρα και ζητωκραυγάζοντας.
«Τα δεινά της πατρίδος έπαυσαν. Άπασαι αι επαρχίαι και η πρωτεύουσα συνενωθείσαι μετά του στρατού έθεσαν τέρμα εις αυτά, ως πιστή δε απόφασις του ελληνικού έθνους ολοκλήρου κηρύττεται και αποφασίζεται:Η βασιλεία του Όθωνος καταργείται, η αντιβασιλεία της Αμαλίας καταργείται Προσωρινή κυβέρνησις συνιστάται όπως κυβερνήση το Κράτος μέχρι της συγκαλέσεως Εθνικής Συνελεύσεως, συγκειμένη υπό των εξής πολιτών: Δ. Βούλγαρη, Κ. Κανάρη, Β. Ρούφου.Εθνική Συνέλευσις συγκαλείται αμέσως προς σύνταξιν της πολιτείας και εκλογήν ηγεμόνος. Ζήτω το Έθνος! Ζήτω η Πατρίς!».
Αντίστοιχες συγκεντρώσεις πραγματοποιήθηκαν το ίδιο βράδυ και στον Πειραιά, αλλά και σε άλλες μεγάλες πόλεις, όπως στην Πάτρα και στη Σύρο. Το επόμενο πρωί δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως το πρώτο διάταγμα της προσωρινής κυβέρνησης:
ΒΑΣΙΛΕΙΟΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Ο Πρόεδρος της Προσωρινής Κυβερνήσεως
Προς τους Έλληνας
Έλληνες,
Αι ευχαί του Έθνους εισηκούσθησαν τη θεία συνάρσει. Λαός και στρατός ομοφώνως την δυναστείαν του Όθωνος κατέλυσαν και συνέστησαν προσωρινήν Κυβέρνησιν εκ των πολιτών Δ. Βούλγαρη, Κ. Κανάρη και Β. Ρούφου.
Ο πρόεδρος
Δημήτριος Γ. Βούλγαρης
Το δειλινό της 11ης Οκτωβρίου, το πλοίο «Αμαλία», που μετέφερε το βασιλικό ζεύγος, έφτανε στο λιμάνι του Πειραιά. Χιλιάδες πολίτες κατέβηκαν στο λιμάνι πυροβολώντας στον αέρα και βρίζοντας.
«Έλληνες! Πεπεισμένος ότι μετά από τα τελευταία συμβάντα, άτινα έλαβον χώρα εις διάφορα μέρη του Βασιλείου, και ιδίως εις την πρωτεύουσαν, η περαιτέρω εν Ελλάδι διαμονή μου κατά την στιγμήν ταύτην ηδύνατο να φέρη τους κατοίκους αυτής εις ταραχάς αιματηράς και δυσκόλως να καταβληθώσιν, απεφάσισα ν’ αναχωρήσω του τόπου τούτου, τον οποίο ηγάπησα και εισέτι αγαπώ, και προς την ευημερίαν του οποίου από τριακονταετίας σχεδόν ούτε φροντίδων ούτε κόπων εφείσθην…. Επιστρέφων εις την γην της γεννήσεως μου, λυπούμαι αναλογιζόμενος τας συμφοράς, υφ’ ων επαπειλείται η προσφιλής μοι Ελλάς εκ της νέας πλοκής των πραγμάτων, και παρακαλώ τον εύσπλαχνον Θεόν ν’ απονέμη πάντοτε την χάριν του εις τας τύχας της Ελλάδος».
5. ΤΟ ΣΑΤΙΡΙΚΟ ΠΟΙΗΜΑ
Με αφορμή την έξωση του Όθωνα, διαδόθηκε ένα σατυρικό ποιηματάκι, που έγινε αρκετά δημοφιλές και έμεινε στη συλλογική μνήμη για αρκετές δεκαετίες, όμως ο στιχουργός του παρέμενε άγνωστος για πολλά χρόνια.
Εν μια νυκτί και μόνη αντιστάσεως μη ούσης έθραυσαν αρειμανίως τους φανούς της πρωτευούσης. Κι ως ποτε οι Αθηναίοιτον πολύν Θεμιστοκλέα εξεδίωξαν και ούτοι τον απόντα βασιλέα
Η λύση στο μυστήριο του άγνωστου ποιητή δόθηκε από την εφημερίδα «Το Άστυ» πολλά χρόνια αργότερα, στις 02.01.1894. Σύμφωνα με σχετική αναφορά της εφημερίδας, το ποιηματάκι αυτό το είχε γράψει ένας γερμανικής καταγωγής κάτοικος της Αθήνας, ονόματι Μπύλλερ, που εξέδιδε και ένα σατιρικό περιοδικό με τον τίτλο «Τρακατρούκα». Η αποκάλυψη έγινε με αφορμή το θάνατο του Μπύλλερ, λίγες ημέρες νωρίτερα.
Πηγές:
Τρύφωνος Ε. Ευαγγελίδου, Ιστορία του Όθωνος Βασιλέως της Ελλάδος (1830 – 1862), τ. Α`, εκδότης Αριστείδης Γ. Γαλανός, Αθήνα, 1894
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ.ΙΓ’, Εκδοτική Αθηνών Α.Ε., 1977