
Δημοσιεύτηκε
Λένε πως τα παραμύθια είναι αυτά που δεν έγιναν ποτέ, κι όμως υπήρχαν από πάντα. Το μαγικό παραμύθι είναι από τα αρχαιότερα παραμυθιακά είδη. Η ικανότητα του ανθρώπου να αφηγείται όχι μόνο περιγράφοντας τον κόσμο που τον περιβάλλει αλλά και μετατρέποντάς τον με την φαντασία του είναι κάτι που με τον καιρό μετατράπηκε σε μέσο για να διαμορφώνει τις βαθύτερες αγωνίες και τους φόβους του, τις ελπίδες και τις προσδοκίες του αλλά και τις αντιλήψεις του για το τι είναι ηθικό και δίκαιο.
Ο καινούργιος αυτός κόσμος της φαντασίας είναι μια τρίτη διάσταση παράλληλη με τον πραγματικό κόσμο που μας περιβάλλει, τη φύση, τα ζώα, τις καιρικές συνθήκες αλλά και τον εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου τους φόβους, τις αγωνίες και τη χαρά του. Ο ιστός αυτός των φαντασιακών ιστοριών περιβάλλει τη ζωή των ανθρώπων από τα αρχαία χρόνια ενώνοντάς τους σε κοινότητες με κοινή γλώσσα. Η αφήγηση ιστοριών είναι ένας από τους παράγοντες που ένωσε τους ανθρώπους σε κοινότητες και έτσι μπόρεσαν να δράσουν συντονισμένα και να αναπτύξουν κοινό πνευματικό και υλικό πολιτισμό. Η αφήγηση ιστοριών συνδέει τους ανθρώπους δημιουργώντας κοινότητες με κοινή παράδοση που όχι μόνο μοιράζονται μεταξύ τους αλλά και κληρονομούν στους απογόνους τους τον τρόπο ζωής τους, τις εμπειρίες τους ,τις πεποιθήσεις και τις αντιλήψεις τους.
Το 19ο αιώνα όταν αναπτύχθηκε η εθνογραφία και η λαογραφία οι ερευνητές άρχισαν να καταγράφουν τα λαϊκά παραμύθια. Αρχικά δόθηκε περισσότερη προσοχή στο ιδιαίτερο εθνικό χρώμα που έχουν τα παραμύθια του κάθε λαού, αργότερα όμως μελέτησαν και συνέκριναν τα κοινά χαρακτηριστικά των παραμυθιών: στην πλοκή, στους χαρακτήρες καθώς και στην αντίληψη του κόσμου και των πραγμάτων, στη συλλογική νοοτροπία, στις αξίες, στις ψυχολογικές δομές που οργανώνουν αλλά και απομονώνουν και διακρίνουν την κάθε κοινότητα από τις άλλες.
Τα ρωσικά λαϊκά παραμύθια, ονομάζονται сказки (σκάσκι) από το ρήμα сказывать (διηγούμαι, αφηγούμαι). Η διήγηση των παραμυθιών ήταν μια ολόκληρη παράσταση, ο αφηγητής των παραμυθιών άλλαζε την φωνή του, μιμούμενος τα πρόσωπα του παραμυθιού. Ο τόνος της φωνής του γινόταν άλλοτε κωμικός και άλλοτε τρομαχτικός. Αυτούς τους δεξιοτέχνες της αφηγηματικής τέχνης ο λαός τους αγαπούσε πολύ. Ίσως γιατί ο μαγικός κόσμος των παραμυθιών, που αυτοί δημιουργούσαν, ήταν μια άλλη παράλληλη ζωή. Ενώ στην πραγματική ζωή οι άνθρωποι δούλευαν σκληρά όλη μέρα στα χωράφια οργώνοντας, θερίζοντας, αλέθοντας σιτηρά, φροντίζοντας τα ζώα τους, ξαφνικά αυτά τα ίδια τα χωράφια και τα δάση στα παραμύθια άρχιζαν να μιλούν, οι λύκοι και οι αρκούδες έρχονταν μιλώντας και χορεύοντας στα ξέφωτα, οι κεραυνοί φώτιζαν το σκοτεινό δάσος και μάθαιναν στους ανθρώπους τον ξαφνικό θάνατο και το εφήμερο της ζωής.
Η γλώσσα του παραμυθιού μοιάζει με τη γλώσσα της ποίησης, όπου δεν υπάρχει χώρος και χρόνος. Τα παλάτια χτίζονται μέσα σε μια νύχτα και το τραπέζι μπορεί να θρέψει όλους τους πεινασμένους.
Τα ρωσικά λαϊκά παραμύθια είναι ένας κόσμος μονα