Λέων Τολστόι: Η χρυσή εποχή της ρωσικής λογοτεχνίας - Ειδήσεις Pancreta

Δημοσιεύτηκε

Ο Λέων Τολστόι, γεννήθηκε στις 9 Σεπτεμβρίου 1828 (28 Αυγούστου, με το παλαιό ημερολόγιο) στη Γιάσναγια Πολιάνα της Ρωσίας.

Το σύστημα εικονοπλασίας του Λ. Τολστόι είναι η λαμπρή, η απαράμιλλη εποχή της ιστορίας της ρωσικής λογοτεχνίας. Ήταν προικισμένος με ένα σπάνιο ταλέντο,με το χάρισμα της εξαιρετικής παρατηρητικότητας. Έκανε λεπτή, εκτενή και λεπτομερή ανάλυση της κάθε ψυχικής κίνησης. Η φαινομενική απλότητα στην ανάλυση χαρακτήρων, η περιγραφή των επιμέρους συνοδεύεται πάντα από την αφαιρετική δύναμη της σκέψης του. Η περιγραφή κάθε χαρακτήρα είναι μια αδιάκοπη, σύνθετη κίνηση γεμάτη αλλαγές. Στην αφήγησή του η κάθε συνηθισμένη μέρα περικλείει την πιο σημαντική ιστορία γιατί πίστευε ότι η ανθρώπινη ζωή είναι μια μικρογραφία της ιστορίας. Περιέγραφε  ενδελεχώς τα φαινομενικά μικρά γεγονότα, τα τυχαία συμβάντα στη ζωή των ανθρώπων γιατί πίστευε ότι αυτά είναι που ανέλπιστα αφήνουν στην ψυχή ανεξίτηλα αποτυπώματα. Είχε την εξαιρετική ικανότητα να παρουσιάζει τους χαρακτήρες του μέσα στο χρόνο σε διαρκή, αδιάκοπη κίνηση.

"Μια από τις πιο μεγάλες πλάνες όταν κρίνουμε τους ανθρώπους είναι ότι ονομάζουμε έναν άνθρωπο έξυπνο, ανόητο, καλό, κακό, δυνατό ή αδύνατο, ο άνθρωπος όμως είναι όλα αυτά, όλες οι δυνατότητες είναι μια ρευστή, ευμετάβλητη ουσία" 

Λ. Τολστόι

Αυτή ήταν μια από τις  βασικές ιδέες που ανέπτυξε στα έργα του. Η ιδέα για τις τεράστιες πνευματικές δυνατότητες του ανθρώπου που είναι γεννημένος για αέναη κίνηση, για ηθική και πνευματική εξέλιξη. Την ιδέα αυτή ονόμασε" αυτοβελτίωση" (самосовершенствование) 

Ήταν μόλις 24 χρόνων όταν έκανε την πρώτη του δημοσίευση και η ρωσική διανόηση δέχτηκε με θαυμασμό τα διηγήματά του, παρόλο που ο ίδιος δεν ήταν ποτέ ικανοποιημένος από αυτά. Το τελικό κείμενο του ήταν πάντα το αποτέλεσμα μιας σειράς αλλεπάλληλων δοκιμών και αναθεωρήσεων. Επιδίωκε την κλασική απλότητα για αυτό και ο κόσμος που περιγράφει εκλαμβάνεται σαν πραγματικός παρόλο που κάνει πολλές ιστορικές αναδρομές.

Ο Λ. Τολστόι που μέχρι τότε δεν είχε καμία σχέση με το κύκλο των λογοτεχνών το 1852 κάνει την πρώτη του δημοσίευση στο περιοδικό "Σύγχρονος". Ήταν το μυθιστόρημα του "Τα παιδικά χρόνια" έργο δυνατό σε περιγραφική δεινότητα και φιλοσοφικό βάθος. 

Ακολούθησαν "Τα διηγήματα της Σεβαστούπολης", όπου για πρώτη φορά ο πόλεμος δεν παρουσιάζεται ηρωικός, αλλά σκληρός και παράλογος.

Τα πρώτα αυτά διηγήματα δεν είναι ασκήσεις που προμηνύουν έναν δυνατό συγγραφέα, είναι αριστουργήματα, έργα δυνατά με δύναμη στοχασμού και με τη χαρακτηριστική για τον Λ. Τολστόι ευφυή ικανότητα ανάλυσης.

Ακολούθησε το μνημειώδες αριστούργημα του "Πόλεμος και Ειρήνη" (1865-1868). Με φόντο τους Ναπολεόντειους πολέμους η μυθοπλασία συναντά την ιστορία. 

Μια εποποιία που εκτείνεται σε μια περίοδο δέκα χρόνων περίπου από το 1805 μέχρι και το 1812.

Είναι η ιστορία πέντε οικογενειών της αριστοκρατίας, όπου ο συγγραφέας δημιουργεί τους χαρακτήρες του μυθιστορήματος παρακολουθώντας την συμπεριφορά των ανθρώπων εν καιρώ ειρήνης και κατά την διάρκεια του πολέμου. 

Δεν τον ενδιαφέρουν οι ήρωες και η ηρωική συμπεριφορά, τον ενδιαφέρει ο μικρός άνθρωπος αντιμέτωπος με το αιώνιο. 

"Ο πρίγκιπας Αντρέι (...) ένιωθε το κεφάλι του να καίει, το αίμα να φεύγει, κοίταγε ψηλά τον αιώνιο ουρανό. (...) Μα τούτη τη στιγμή του φαινόταν κι ο Ναπολέων τόσο μικρός κι ασήμαντος δίπλα σ' αυτό που γινόταν τώρα ανάμεσα στην ψυχή του κι αυτόν εκεί ψηλά τον ατελείωτο ουρανό." 

Λ. Τολστόι  «Πόλεμος και Ειρήνη».

Μετά τη συγγραφή του αριστουργήματος του «Πόλεμος και Ειρήνη» πέρασε μια περίοδο μελέτης και περισυλλογής. Σκεφτόταν πολύ την λαϊκή εκπαίδευση και τη δημιουργία σχολείων για φτωχά παιδιά. Αυτές οι σκέψεις του τον οδήγησαν στη  μελέτη της ελληνικής γλώσσας και γραμματείας.

Η μελέτη αυτή του προκάλεσε κάτι σαν παροξυσμό. Σε μια επιστολή του αναφέρει: "Τώρα ζω στην Αθήνα. Τις νύχτες στον ύπνο μου μιλάω ελληνικά. Δεν γράφω τίποτα, μόνο μελετώ και μαθαίνω . Έχω πια πειστεί πως ό,τι απλό και ωραίο κατόρθωσε ο νους του ανθρώπου, τίποτα ως τώρα δεν ήξερα. (...) Χωρίς την γνώση των ελληνικών δεν υπάρχει μόρφωση."

Η λιτότητα της σκέψης των Ελλήνων ήταν γι αυτόν η ιδανική μορφή γραφής. Η μελέτη του Ομήρου, του Αισώπου, του Πλάτωνα αλλά και της ελληνικής γλώσσας αποδείχθηκε ευεργετική, γόνιμη και αναζωογονητική. Ένα χρόνο μετά άρχισε τη συγγραφή του αριστουργήματος του " Άννα Καρένινα".

Ο Λέων Τολστόι δημιούργησε το επώνυμο Καρένιν από την λέξη "κάρηνον", το κεφάλι, μια λέξη που συνάντησε στον Όμηρο. Αλεξέι Καρένιν, ο σύζυγος της Άννας Καρένινα, ένας άνθρωπος χωρίς συναισθήματα, απόλυτα εγκεφαλικός. Ο σύζυγος της Άννας, ο άνθρωπος που ζει σύμφωνα με τους καθιερωμένους νόμους, σύμφωνα με τους τύπους παρόλο που είναι κενοί περιεχομένου και  δεν έχουν κανένα ηθικό νόημα. Το νέο αίσθημα που ένιωσε η Άννα της χάρισε μια καινούργια όραση, βλέπει τα πράγματα διαφορετικά δεν μπορεί να ζήσει όπως πριν, όπως ζουν οι περισσότεροι άνθρωποι της τάξης της. Παράλληλα εκτυλίσσεται η ιστορία του Λέβιν. Οι δύο ιστορίες ενώ είναι φαινομενικά άσχετες, εντούτοις τις ενώνει η προσπάθεια των ηρώων να ξεφύγουν από το κατεστημένο. Η Άννα δεν τα καταφέρνει και μοιραία οδηγείται στην αυτοκτονία, ο Λέβιν αποφασίζει να ζήσει για την ψυχή και όχι για το σώμα, μέσα στη φύση μαζί με τους χωρικούς. 

Ο Λέβιν είναι ο πιο αυτοβιογραφικός, ο πιο κοντινός χαρακτήρας στο Λ. Τολστόι, ο οποίος μαζί με τον ήρωα του βρίσκει τη λύτρωση και το νόημα της ζωής. 

Η νέα θρησκεία την οποία διδάσκει ο Λ. Τολστόι είναι ο Χριστός χωρίς την εκκλησία, η ζωή κοντά στην φύση και η αδελφοσύνη των λαών. Συνέπεια αυτού ήταν το 1901 να αφοριστεί από την Ιερά Σύνοδο. Η ηθική διδασκαλία τον ενδιέφερε περισσότερο από τη λογοτεχνία. Είχε πολλούς οπαδούς και συνέχισε να διδάσκει:

"Μην αντιστέκεσαι στο κακό δια της βίας." 

"Μην ξεχωρίζεις έθνη και λαούς."

Το νόημα της ζωής και ο αναπόφευκτος θάνατος αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο της διδασκαλίας του. 

Στο διήγημά του "Ο θάνατος του Ιβάν Ιλίτς" ο επερχόμενος θάνατος φωτίζει το παρελθόν του Ιβάν Ιλίτς και αυτός τότε μόνο καταλαβαίνει ότι έζησε μια ζωή άδεια, χωρίς νόημα. Η απόκτηση επιρροής, δόξας και χρημάτων ήταν το ψέμα μέσα στο οποίο έζησε, η επίφαση ευτυχίας και η ασπίδα από τη σκέψη του θανάτου. Υπερόπτης και αλαζόνας μόνο λίγο πριν το  θάνατο αποκτά συναίσθηση της ύπαρξης και μαζί με αυτό και συμπόνια και τρυφερότητα για τους ανθρώπους που τον περιβάλλουν . 

"Η ιστορία του Τολστόι δεν είναι μόνο ένα λογοτεχνικό αριστούργημα αλλά κι ένα πολύ ισχυρό μάθημα και συμπεριλαμβάνεται μάλιστα πολύ συχνά στα υποχρεωτικά αναγνώσματα όσων εκπαιδεύονται να προσφέρουν ανακούφιση στους μελλοθάνατους" 

(Ίρβιν Γιάλομ "Στον κήπο του Επίκουρο. Αφήνοντας πίσω τον τρόμο του θανάτου.)

Στις 28 Αυγούστου του 1908 όταν έκλεινε τα 80 του χρόνια το υπουργείο εσωτερικών της ρωσικής αυτοκρατορίας εξέδωσε ειδική εγκύκλιο όπου συνιστούσε αυστηρά στον κόσμο να τιμήσει τον κόμη Λ. Τολστόι μόνο ως λογοτέχνη, να μην γίνει καμία αναφορά στις κοινωνικές και θρησκευτικές του απόψεις. Η δε Ιερά Σύνοδος, που τον είχε ήδη αφορίσει, απέτρεπε τους πιστούς από το να συμμετέχουν στους εορτασμούς. Η δύναμη των ιδεών του και η απήχηση που είχαν ήταν τεράστια, η πνευματική του ζωή ήταν γεμάτη με αντιπαραθέσεις με την επίσημη θρησκεία και το κράτος.

Ενώ οι ήρωες των μυθιστορημάτων του ζουν έντονα τις προσωπικές τους τραγωδίες, τους ματαιωμένους έρωτές τους, έρχονται σε ρήξη με την εποχή τους, σκέφτονται το νόημα της ζωής και το αναπόφευκτο τέλος, ο ίδιος έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στο αγρόκτημά του, την Γιάσναγια Πολιάνα, που ήταν για αυτόν η Ρωσία ολόκληρη. Ο ίδιος είχε πει ότι μόνο μέσα στη  Γιάσναγια Πολιάνα νιώθει και καταλαβαίνει την Ρωσία, αλλά και τον εαυτό του.

Έσπερνε και θέριζε μαζί με τους χωρικούς φορώντας τη χαρακτηριστική παραδοσιακή ρωσική πουκαμίσα.

Όλα, το παρουσιαστικό του, οι απρόσμενες ιδέες του για τη θρησκεία, την ιδιοκτησία και το κράτος, ξάφνιαζαν τους σύγχρονούς του, επηρέασαν τόσο βαθιά τη λογοτεχνία και τη φιλοσοφία, που θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς και στοχαστές όλων των εποχών.

Ελένη Τσολιά






Αναρτήθηκε από:

Ελένη Τσολιά

Η Ελένη Τσολιά είναι απόφοιτος του κρατικού πανεπιστημίου της Μόσχας Λομονόσοβ. Έχει μεταπτυχιακό δίπλωμα master of arts στη Ρωσική γλώσσα και λογοτεχνία καθώς και PhD στη θεωρητική και ιστορικό - συγκριτική γλωσσολογία. Από το 1993 διδάσκει τη ρωσική γλώσσα ως ξένη σε ιδιωτική σχολή ενώ παράλληλα ασχολείται με την έρευνα και τη μελέτη της ρωσικής γλώσσας, λογοτεχνίας και κουλτούρας.