ΑΓΑΠΙΟΣ - Ειδήσεις Pancreta

Δημοσιεύτηκε

Στην Πολιτεία, το φως είχε ήδη πέσει από ώρα. Μαζί έπεσε και η θερμοκρασία. Αρχές Φλεβάρη και στα αριστοκρατικά ημιορεινά της Κηφισιάς επικρατούσε άλλος θεός σε σχέση με το κέντρο της Αθήνας. Οι δρόμοι, πάντα ήσυχοι στην περιοχή, τώρα είχαν νεκρώσει. Ησυχία επικρατούσε και στο σπιτικό του Ηρακλή Αθηναίου, γνωστού επιχειρηματία στα τουριστικά. Ησυχία τρόπος του λέγειν δηλαδή, γιατί στα ενδότερα διαμερίσματα του ζεύγους Αθηναίου η μουρμούρα εξελισσόταν γρήγορα σε καβγαδάκι με μπηχτές και ειρωνείες:

  • Άντε βρε Αρτεμούλα! Ξημέρωσε! Ακόμη να ετοιμαστείς;
  • Να περιμένεις! Να μάθεις να περιμένεις! Με την κόρη σου μιλούσα στο τηλέφωνο, περίμενε λίγο!
  • Καταρχάς, αν κρίνω από την πολυλογία, σίγουρα είναι δική σου κόρη. Για μένα αμφιβάλλω.
  • Καταρχάς άσε τις κρυάδες. Κατά δεύτερον ας μην την έστελνες στην Ελβετία. Ας την άφηνες να βγάλει την Πάντειο εδώ. Αλλά βλέπεις ο κύριος Ηρακλής νομίζει ότι είναι βασιλιάς. Είπε Ελβετία, πάει και τέλειωσε! Το κορίτσι μας πήγε στη Ζυρίχη.
  • Ε, δεν την στείλαμε και στη Μακρόνησο. Στο καλύτερο πανεπιστήμιο για Διοίκηση Επιχειρήσεων την έστειλα. Θα μου κρατάει και μούτρα; Τη ζωή της κάνει.
  • Τη ζωή της; Ποια ζωή της; Με την παραμάνα συγκάτοικο;
  • Μπα; Τώρα η Φρόσω μας έγινε “παραμάνα”; Εσύ Φροσάκι μάς την ανέβαζες, Φροσούλα μάς την κατέβαζες. Την ώρα που ξεροστάλιαζες στις μπιρίμπες η Αρετή μεγάλωσε στην αγκαλιά της Φρόσως. Τώρα γιατί είναι κακό που συγκατοικούν;
  • Σου θυμίζω, κύριε Ηρακλή, ότι από την εποχή που η Αρετή μας ήθελε την αγκαλιά της νταντάς της πέρασαν πάνω από 15 χρόνια. Τώρα το κορίτσι είναι 20 χρονών και θέλει άλλου είδους αγκαλιές, αν θυμάσαι κάτι από τέτοια αγκαλιάσματα.

Ο Ηρακλής Αθηναίου, περιμένοντας τη σύζυγο να ντυθεί, προσπέρασε την προσωπική πρόκληση ξεσπώντας στη γραβάτα του. Μιλώντας την έλυσε και την έδεσε για πέμπτη φορά και -με το πέμπτο δέσιμο- συνέχισε το συζυγικό debate.

  • Αν εννοείς την αγκαλιά του Αγάπιου να της λείπει. Άκου “Αγάπιος”! Όνομα και πράμα. Σαν greek lover του κατηχητικού!
  • Γιατί βρε Ηρακλή; Μια χαρά παλικάρι είναι. Νέος είναι, ωραίος είναι, σπουδαγμένος είναι....
  • Τι σπούδασε; Προικοθήρας;
  • Σπούδασε ό,τι σπούδασε κι ο πατέρας του ο Στράτος. Το δεξί σου χέρι στα ξενοδοχεία. Το δεξί σου χέρι πριν ο ίδιος βάλεις το μαχαίρι και το κόψεις. Τι σου 'φταιξε ο άνθρωπος και τον απέλυσες; Χρόνια και χρόνια ο Στράτος ήταν ο πιο πιστός σου συνεργάτης. Πιο πολλή ώρα ήσουν με τον Στράτο παρά με μένα. Μόνο τον Στράτο εμπιστευόσουνα. Και τώρα, χωρίς λόγο του 'δωσες τα παπούτσια στο χέρι.
  • Αρτεμούλα, κάνε λίγο πιο σβέλτα με τα δικά σου παπούτσια και παράτα τα παπούτσια του Στράτου.

Ο σκληρός επιχειρηματίας, τσέκαρε για έβδομη φορά αν έχει στις τσέπες του κλειδιά, κινητό και τσιγάρα. Για έβδομη φορά βρήκε και τα κλειδιά, και το κινητό και τα τσιγάρα. Αυτή τη φορά δεν αντιστάθηκε και άναψε ένα, λίγο για να καλύψει τα τελευταία λεπτά της αναμονής, λίγο ως σήμα ολιγόλεπτης ανακωχής. Ο καπνός του έφερε λίγη ηρεμία, αλλά και ένα μικρό συννεφάκι αυτοκριτικής:

  • Η αλήθεια είναι ότι ο Στράτος ο ίδιος δεν μου έφταιξε σε τίποτε. Ήταν ΟΚ. Γι' αυτό και του είπα να βάλει το γιο του στη δουλειά. Να τον βάλει στη δουλειά όμως, όχι και στην κρεβατοκάμαρα της κόρης μου.
  • Ε, βάλε έναν τροχονόμο στην κρεβατοκάμαρα της κόρης σου να ελέγχει ποιος μπαίνει και ποιος βγαίνει.
  • Η Αρετή δε θέλει τροχονόμο, λίγο μυαλό όμως θέλει. Ανοιχτό μυαλό. Να δει, να γνωρίσει, να διαλέξει. Όχι που έπεσε με τα μούτρα στον κύριο Αγάπιο...

Στο μεταξύ η Αρτεμούλα επιτέλους ετοιμάστηκε. Κατεβαίνοντας τη σκάλα με τον σύζυγο, έριξε τα ντεσιμπέλ της ειρωνείας και γλύκανε κάπως τη φωνή, αλλάζοντας τακτική στη λογομαχία:

  • Είδες, Ηρακλή μου; Το είπες και μόνος σου. Να διαλέξει. Όχι να διαλέξουμε εμείς για αυτήν. Εσύ κόλλησες με τον γιο του Κύπριου. Γίνονται με το ζόρι αυτά;
  • Έλα βρε αγάπη μου, αφού τα ξέρεις καλά, χίλιες φορές τα συζητήσαμε μαζί. Η περίπτωση ήταν ιδανική. Η περσινή χρονιά με τον κωλο-ιό και τη σκατο-πανδημία πήγε όλη στράφι. Τα ξενοδοχεία δούλεψαν για τη μισή σεζόν με πληρότητα 40%. Πάνω εκεί που τον Οκτώβρη ήμασταν για λουκέτο έρχεται ουρανοκατέβατη η εταιρία “Βυζάντιον” από την Κύπρο και κάνει μια δελεαστική προσφορά συνεργασίας. Οι Κύπριοι βέβαια είναι γάτες, δεν το έκαναν από φιλανθρωπία. Το αίμα θα μας έπιναν. Αλλά ήταν μια κάποια λύση.
  • Και μέσα στους όρους των συμβολαίων ήταν και το χέρι της κόρης μας;
  • Υπερβάλλεις. Όσο εγώ μιλούσα με τον Κύκκο Αγαθοκλέους, τον μεγαλομέτοχο, ο γιος του ζήτησε από την δικιά μας να πιουν ένα ποτάκι μαζί. Δεν τη ζήτησε να την κλείσει σε χαρέμι.
  • Το ήπιαν το ποτάκι, Ηρακλή. Και ήπιαν και δεύτερο και τρίτο. Μόνο που ο Κύπριος πλέι-μπόι, τρομάρα του, ήθελε πολύ περισσότερα και ήτανε και πιεστικός. Ε, εκεί η κόρη μας τον σταμάτησε και αυτό ήτανε δικαίωμά της.
  • Δικαίωμά της ήτανε να τον σταματήσει. Ευγενικά όμως. Η Αρετή τον ξέχεσε. Τον πρόσβαλε μέσα στο μπαρ του ξενοδοχείου μου. Την άλλη μέρα βέβαια οι Κύπριοι έφυγαν και σταμάτησαν κάθε επαφή. Φυσικό ήταν. Και όλα αυτά για τα μούτρα του Αγάπιου. Ε, εκεί ξεχείλισε το ποτήρι. Τα πήρα στο κρανίο. Άσε να μείνει στη Ζυρίχη να ξεχάσει και να ξεχαστεί. 

Μόλις ο σωφέρ έβαλε μπρος το αυτοκίνητο, τήρησαν τους όρκους σιωπής σαν τραπιστές μοναχοί. Είχαν συμφωνήσει να μην ξεδιπλώνουν πτυχές της ιδιωτικής τους ζωής μπροστά στο προσωπικό και αυτό το τηρούσαν και οι δύο. Θα πήγαιναν σε ένα συμπόσιο της Ένωσης Ξενοδόχων, μια επιχειρηματική εκδήλωση, τυπικά “κοπή της πίτας”, στην πραγματικότητα ευκαιρία για επαφές και μπίζνες. Ο Ηρακλής Αθηναίου δεν ήθελε να αργήσει, την εκδήλωση θα άνοιγε η νέα υπουργός Τουρισμού και θα ήταν απρέπεια να μην τον βρει καθισμένο στη ροτόντα του.  Στο δρόμο σκεφτόταν ότι τα πράγματα πάνε κατά διαόλου. Τον μορφονιό που τριγύριζε την κόρη του μπορεί να τον είχε απομακρύνει, αλλά σε αυτές τις δύσκολες ώρες τον πατέρα του, τον Στράτο, τον χρειαζόταν. Την πανδημία ακολούθησε μια μεγάλη οικονομική ύφεση που έπληξε προνομιακά τον τουρισμό. Τα προβλήματα πολλαπλασίαζε η ύπαρξη νέων παικτών που έπαιρναν τα μερίδια αγοράς που έχανε η Ελλάδα. Τη μεγαλύτερη ζημιά τού την έκανε ο τουριστικός οργανισμός της Ρουμανίας. Τα ξενοδοχεία στην Μαμάγια της Κοστάντζας δεν έδιναν δεκάρα για τα μέτρα υγιεινής και ασφάλειας του προσωπικού και κατέβασαν το κόστος. Οι μεγάλοι tour operators της Ευρώπης στρεφόταν συστηματικά προς την ιστορική Μολδοβλαχία. Οι κωλόβλαχοι θα τον κατέστρεφαν, σκέφτηκε την ώρα που περνούσε την επιβλητική πόρτα που ξενοδοχείου.

Στο τραπέζι (αυτό το είχε κανονισμένο) έκατσε με τον Χάρη. Επιχειρηματίας από το Ηράκλειο, ο Κρητικός ήταν από τους λίγους πραγματικούς φίλους στο χώρο. Αρκετά νεότερός του αλλά ήδη επιτυχημένος, ήταν ένας επιχειρηματίας με τον οποίο συνεργαζόταν ομαλά και ταίριαζαν τα χνότα τους. Το κυριότερο ήταν ότι ο ένας δεν έμπαινε στα χωράφια του άλλου. Ο Ηρακλής δεν μπήκε ποτέ στην αγορά της Κρήτης και ο Χάρης δεν επεκτάθηκε έξω από το νησί. Αντάλασσαν όμως πελατολόγιο, προσωπικό και επισκέψεις. Η (σπάνια) κωλοφαρδία ήταν ότι τα έβρισκαν και οι γυναίκες τους. Ο Χάρης ρώτησε από ευγένεια πρώτος τον Ηρακλή:

  • Τι γίνεται ρε θηρίο; Έχω να σε δω από τον Νοέμβριο που ανέβηκα Αθήνα. Να σου πω την αλήθεια ήρθα και λίγο πριν από τα Χριστούγεννα, αλλά δεν είχα καθόλου χρόνο.
  • Τι να γίνει, ρε Χάρη; Εσείς στην Κρήτη δεν ξέρω πώς θα την βγάλετε, αλλά Εύβοια, Άνδρος, και Ηλεία θα είναι νέκρα. Σου λέω τι γίνεται στα δικά μου ξενοδοχεία αλλά ψηλά-χαμηλά όλα τα ίδια είναι. Παλιά είχαμε τους Τούρκους να σπάνε τις τιμές, τώρα έχουμε τους Ρουμανόβλαχους. Τι να πω; Συμβόλαιο δεν έχουμε σταυρώσει φέτος.

Καθώς η υπουργός αργούσε ακόμη, ο Χάρης έκανε νόημα στον Ηρακλή να βγουν έξω για τσιγάρο. Μόλις άναψαν, ο Χάρης μπήκε στο ψητό:

  • Άκου, μεγάλε, σου 'χω καλά νέα. Θα στα πω στα γρήγορα και αύριο-μεθαύριο θα τα κάνουμε δίφραγκα. Προτίμησα να στα πω από κοντά, αυτά δε λέγονται από το τηλέφωνο. Εξασφάλισα καλά συμβόλαια στη Σκανδιναβία και στην κεντρική Ευρώπη. Θα φέρουν πολύ κόσμο. Βρήκαμε άκρη με τιμές ανταγωνιστικές και καλά πακέτα.
  • Μπα; Με δουλεύεις ρε Χάρη; Η σεζόν είναι σχεδόν κλεισμένη. Πού τους ξετρύπωσες;
  • Ηρακλή, το ξέρεις κι εσύ ότι πάντα υπάρχουν Ευρωπαίοι που θέλουν να ξαπλώσουν τις γαϊδουροκοκάλες τους κάτω από τον ελληνικό ήλιο. Το ζήτημα είναι να τους βρεις και να σε βρουν. Τώρα τους έχω βρει αλλά για μεγάλο μέρος της σεζόν δεν μπορώ να τους καλύψω. Τα ποδάρια αποδείχθηκαν μακρύτερα από το δικό μου το πάπλωμα. Σου προτείνω συνεργασία για να μην χάσω πελάτες. Στο παρελθόν, όταν ξεκινούσα, μου έκανες κι εσύ πάσες και αυτό δεν το ξεχνάω. Προτιμώ εσένα παρά τους άμεσους ανταγωνιστές.
  • Και πού τους βρήκες ρε Χάρη;
  • Ένας νέος συνεργάτης μου, μεγάλο τζιμάνι, ταξίδεψε επί τρεις μήνες σε όλη την Ευρώπη. Βρήκε ομοσπονδίες συνταξιούχων, σωματεία από νοσοκόμες, οργανώσεις ομοφυλοφίλων και ενώσεις αποστράτων και ό,τι μπορείς να φανταστείς. Έκανε μια πολύ προσεκτική και στοχευμένη εκστρατεία δυσφήμισης των όρων υγιεινής στα Βαλκάνια και βέβαια τόνισε την ελληνική εξαίρεση, “μια χώρα της ΕΕ με καλό Σύστημα Υγείας” και άλλα τέτοια. Δεν ξέρω πώς τα κατάφερε, αλλά υπέγραψε πολλά προσύμφωνα. Θα πάρει βέβαια και γενναία προμήθεια, το αξίζει άλλωστε.

Την ώρα εκείνη έφτανε η υπουργός. Επέστρεψαν βιαστικοί στο τραπέζι και έκλεισαν ραντεβού για την επόμενη μέρα σε καφέ κεντρικού ξενοδοχείου.

Την επομένη ο Ηρακλής ντύθηκε με ασυνήθιστο κέφι. Προτίμησε μάλιστα να οδηγήσει ο ίδιος, το συνήθιζε όταν ήταν στις καλές του, ήταν μια ψευδαίσθηση αθλητισμού. Στο σεπαρέ τον περίμενε ήδη ο Χάρης που μπήκε αμέσως στο θέμα:

  • Κάτσε φίλε, όπου να 'ναι θα έρθει και ο συνεργάτης μου και θα τα πούμε αναλυτικά. Παράγγειλε καφέ.

Την ώρα που οι καφέδες ήρθαν, ο Ηρακλής άνοιξε το στόμα του από έκπληξη και ξέχασε να το κλείσει. Όχι για τους καφέδες, αλλά γιατί ταυτόχρονα με τους καφέδες κατέφτασε και ο συνεργάτης του Χάρη:

  • Πώς είστε κύριε Αθηναίου;

Ο Αθηναίου δεν άρθρωσε λέξη. Παρενέβη ο Χάρης για τα δέοντα:

  • Κάτσε Αγάπιε. Ασφαλώς γνωρίζεστε! Δεν έχει σημασία τι είδους γνωριμία έχετε ή τι κάνατε στο παρελθόν. Σημασία έχει τι θα κάνουμε μαζί στο μέλλον. Και νομίζω ότι θα κάνουμε πολλά.

Ο Αθηναίου πάλι δεν κατόρθωσε να κλείσει το στόμα του. Σκέφτηκε να σηκωθεί να φύγει, χωρίς κουβέντα. Τον πρόλαβε ο Χάρης και πρόσφερε τσιγάρο. Ο Κρητικός είχε τον τρόπο του, είπε γελώντας:

            -Κοίτα, αν είναι να φύγεις τουλάχιστον κάνε ένα τσιγάρο, πιες και τον καφέ σου να μου χρωστάς και το κέρασμα. 

Ο Αγάπιος καθόταν άβολα. Φανερά αμήχανος, δεν ήξερε τι να πει. Ο Χάρης απτόητος συνέχισε πιο σοβαρός απευθυνόμενος πάλι στον Ηρακλή:

  • Άκου φίλε: όταν έδιωξες τον Αγάπιο από την δουλειά το έμαθα αμέσως. Έμαθα το πώς τον έδιωξες και τι έγινε. Μη ρωτάς πώς τα έμαθα,  ξέρεις ότι οι γυναίκες μας είναι και αυτές φιλενάδες και είναι και πολυλογούδες. Αποφάσισα να τον καλέσω για συνέντευξη. Είχα ακούσει καλά λόγια και ήξερα ότι αποχώρησε για μη επαγγελματικούς λόγους. Αποδείχθηκε χρυσή μεταγραφή που λέμε και στην μπάλα. Λίρα εκατό. Τώρα που φτάσαμε σε ένα αποτέλεσμα αισθάνομαι ότι σου χρωστάω κάτι. Λέω λοιπόν να μιλήσουμε μόνο επιχειρηματικά και πράμα άλλο που λέμε.

Ο Ηρακλής συμφώνησε διά της σιωπής. Μίλησαν πολλή ώρα για λεπτομέρειες και όρους συνεργασίας. Ο Αθηναίου δεν απευθύνθηκε ποτέ ευθέως στο νεαρό στέλεχος. Μιλούσε πάντα στον Χάρη. Μετά από δύο ώρες όλα είχαν κανονιστεί. Ο ρόλος του οικοδεσπότη άλλαξε και ο Ηρακλής παρήγγειλε ουίσκια για όλους. Όταν τσούγκρισαν, μίλησε για πρώτη φορά στον Αγάπιο:

  • Αγάπιε, όργωσες όλη την Ευρώπη ε; Τώρα που συμφωνήσαμε στη συνεργασία μας θέλω να κάνεις ένα ταξίδι ακόμη και να μείνεις μια βδομάδα. Να πας στη Ζυρίχη. Τα εισιτήρια πληρωμένα από μένα. Διαμονή δε σου κλείνω, υποθέτω θα βρεις μόνος σου.

Ο Αγάπιος δε χρειάστηκε να απαντήσει. Κάθισε ανακουφισμένος και χαρούμενος στην πλάτη της πολυθρόνας και ήπιε μια γουλιά ουίσκι. Ο Χάρης κέρασε ακόμη μια γύρα. 

Μανόλης Χατζηπαναγιώτου

Σημ: Το παραπάνω κείμενο είναι μια παρωδία του Ερωτόκριτου. Ακολουθεί τον βασικό καμβά της ιστορίας μεταφερμένο στην εποχή μας. Ο υποψιασμένος αναγνώστης θα πρόσεξε την ομοιότητα των ονομάτων, των χαρακτήρων και της πλοκής. Η εξουσία, ο ατυχής έρωτας που συναντά εμπόδια, η δοκιμασία του ήρωα, ο διακριτικός ρόλος των γυναικών, οι συγκρούσεις και τελικά το αίσιο τέλος αποτελούν μοτίβα όλων των ιπποτικών ιστοριών από τις οποίες εκκίνησε ο Βιτσέντζος Κορνάρος. Περιέργως μοιάζει πολύ με σενάριο ασπρόμαυρης ελληνικής ταινίας.






Αναρτήθηκε από:

Μανόλης Χατζηπαναγιώτου