Κρατικές παρεμβάσεις στην ιστορία του Κρητικού τουρισμού - Ειδήσεις Pancreta

Δημοσιεύτηκε

Η Κρήτη είναι μεγάλο νησί το οποίο ήταν χωρισμένο σε νομούς ήδη από την εποχή των Ενετών. Οι νομοί αυτοί λειτουργούσαν πολλές φορές ανταγωνιστικά και επιπλέον η προσοχή των κρατικών φορέων ίσως ήταν δύσκολο να είναι στραμμένη σε ολόκληρο το νησί. Η διεύθυνση πχ. των τοπικών γραφείων του ΕΟΤ έδρευε στην πρωτεύουσα. Το Ηράκλειο επιλέχθηκε να προβληθεί περισσότερο αρχικά, ενώ δεν ήταν η πρωτεύουσα του νησιού έως το 1975, λόγω της Κνωσού και της δημοσιότητας που πήρε το θέμα των ανασκαφών στο εξωτερικό. Αυτοί οι παράγοντες είχαν αλυσιδωτές συνέπειες και επηρέασαν την ανάπτυξη στο Νομό και την πόλη του Ηρακλείου.

Ο Ελευθέριος Βενιζέλος, σχεδόν μόλις εκλέχθηκε πρωθυπουργός, το 1911, συναντήθηκε με τον Fred Boissonas και του ανέθεσε τη δημιουργία λευκώματος για τις Κυκλάδες και την Κρήτη, παρόμοιο με αυτό που είχε κάνει νωρίτερα για την ηπειρωτική Ελλάδα. Το ταξίδι διήρκησε δύο μήνες και ένα μικρό μέρος των φωτογραφιών δημοσιεύθηκε το 1919. Αργότερα, το 1939, το Υπουργείο Τουρισμού ανέθεσε στη Nelly (Βογιατζόγλου) να φωτογραφίσει το νησί, το υλικό της όμως δημοσιεύθηκε μόλις το 1948.

Οι κάτοικοι του νησιού ένιωθαν ότι υπήρχε παραγκωνισμός της Κρήτης ακόμα και μετά τον πόλεμο. Αυτό προέκυπτε από την πολιτική επενδύσεων σε τουριστικά έργα των ελληνικών κυβερνήσεων, κατά τη δεκαετία του 1950, όταν οι δαπάνες για την Κρήτη ήταν συγκριτικά χαμηλότερες[1]. Στο πρόγραμμα ανασυγκροτήσεως των ετών 1950-1951 από τον συνολικό προϋπολογισμό ύψους 35 δις δραχμών, για την Κρήτη διατέθηκαν μόνο 150 εκ. για την Κνωσό, ενώ για τη Ρόδο διατέθηκαν 2,7 δις. Κατά το ίδιο διάστημα που εγκρίθηκε ο παραπάνω προϋπολογισμός αποφασίσθηκε η έκδοση τουριστικών εντύπων για διάφορους προορισμούς της Ελλάδας, όπως πχ. η Ρόδος, η Κέρκυρα και τα υπόλοιπα νησιά αλλά όχι η Κρήτη[2]. Αυτό δεν προκαλεί μεγάλη έκπληξη αφού η Ρόδος και η Κέρκυρα είχαν επιλεγεί ως προωθούμενοι τουριστικοί προορισμοί και είχε αποφασισθεί να λάβουν τα περισσότερα χρήματα από το σχέδιο Marshall[3].

Επρόκειτο βέβαια για νησιά με παράδοση στον τουρισμό (Ιταλοί και Άγγλοι). Για τα δύο επόμενα χρόνια ο προϋπολογισμός της Κρήτης αυξήθηκε στα 3,7 δις αλλά τα χρήματα αυτά προορίζονταν κυρίως για τους αρχαιολογικούς τόπους της Κνωσού και Φαιστού (το σημαντικό κίνητρο για την ανάπτυξη ήταν οι αρχαιολογικοί τόποι ακόμη και όχι ο μαζικός τουρισμός της θάλασσας. Τα πρότυπα διακοπών ακόμη δεν είχαν αλλάξει). Τελικώς με απόφαση του ΕΟΤ το 1954, αποφασίσθηκε η προώθηση και της Κρήτης μέσω της ίδρυσης Γραφείου Τουρισμού Κρήτης στα Χανιά. Επίσης τα ξενοδοχεία ΞΕΝΙΑ του ΕΟΤ χτίστηκαν πρώτα στα νησιά που προαναφέραμε ενώ η ολοκλήρωσή τους στην Κρήτη καθυστέρησε μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1960. Σύμφωνα με ντόπιους επιχειρηματίες, η συμβολή του κράτους σχεδόν εξαντλήθηκε στην ίδρυση παραρτημάτων ΕΟΤ, τα οποία ανέπτυξαν δραστηριότητα στα θέματα αρμοδιότητάς τους. Ελάχιστα όμως έγιναν για κατασκευή τουριστικών περιπτέρων και οδών προς τουριστικές τοποθεσίες. Στις αρχές της δεκαετίας του 1960 δεν υπήρχε αυτοκινητόδρομος για το φαράγγι της Σαμαριάς και για πολλές άλλες σημαντικές τοποθεσίες υψηλού κάλλους και αρχαιολογικού ενδιαφέροντος. Επίσης δεν υπήρχαν αρκετές ξενοδοχειακές μονάδες. Μέχρι τις 31/10/1961 είχαν επισκεφθεί το νησί 46.000 τουρίστες με μόνο 10.000 διανυκτερεύσεις - εάν υπήρχαν κλίνες θα πραγματοποιούνταν 322.000, όσες δηλαδή περίπου πραγματοποιήθηκαν την ίδια περίοδο στη Ρόδο[4]. Το 1962 η Ρόδος διέθετε τριπλάσιες κλίνες στις Α, Β και Γ κατηγορίες.

Ο ΕΟΤ επιχορηγούσε εκτός από τα ΞΕΝΙΑ και ιδιωτικά ξενοδοχεία κυρίως όμως στην Αττική ή σε ιδιαίτερες περιπτώσεις όπως πχ. σε σεισμόπληκτες περιοχές. Επίσης επιδοτούσε φορείς με τουριστική δραστηριότητα όπως ο Ελληνικός Ορειβατικός Σύνδεσμος. Στην Κρήτη αυτά τα μέτρα καθυστέρησαν να εφαρμοσθούν.

Η Κρήτη πιστεύεται από πολλούς ότι είχε ευνοϊκή μεταχείριση από τη δικτατορία των συνταγματαρχών επειδή δημιούργησε τον βόρειο οδικό άξονα καθώς και μεγάλο μέρος του οδικού δικτύου προς τα απομακρυσμένα ορεινά χωριά. Αυτά τα έργα θεωρείται ότι βοήθησαν πολύ στην τουριστική ανάπτυξη του νησιού. Παρόλο που είχαν δοθεί φοροαπαλλαγές για δημιουργία ξενοδοχείων στα νησιά από το τέλος της δεκαετίας του 1950, προσπάθειες για πιο συγκεκριμένη περιφερειακή ανάπτυξη έγιναν επί δικτατορίας με μια σειρά νόμων (1078/71, 1312/72, 1377/73 και ο 1313/72 που συγκεκριμενοποίησε τις περιοχές για να ενισχυθεί η τουριστική ανάπτυξη στην υπόλοιπη χώρα εκτός την Αττική, τη Θεσσαλονίκη, τη Ρόδο και την Κέρκυρα (δινόταν περισσότερα προνόμια-κίνητρα για επενδύσεις στις περιοχές Β και Γ)

Περιοχή Α΄: Νομός Αττικής και Πειραιώς (πλην των Επαρχιών Τροιζηνίας, Ύδρας, Αιγίνης, Κυθήρων και της νήσου Σπετσών), Επαρχία Θεσσαλονίκης και νήσοι Ρόδος και Κέρκυρα.

Περιοχή Β΄: Επαρχίαι Τροιζηνίας, Ύδρας, Αιγίνης, νήσος Σπετσών, Επαρχίαι Χαλκίδος και Καρυστίας του Νομού Ευβοίας, Νομοί Κορινθίας, Αργολίδος, Αχαΐας (πλην της επαρχίας Καλαβρύτων), Βοιωτίας, Λαρίσης, Φθιώτιδος, Χαλκιδικής και Πιερίας, Επαρχία Αλμυρού και Δήμοι Βόλου και Νέας Ιωνίας του Νομού Μαγνησίας, Επαρχίαι Τεμένους και Πεδιάδος Νομού Ηρακλείου, Επαρχία Μιραμπέλλου Νομού Λασιθίου, νήσοι Σκιάθος, Μύκονος και Κως.

Περιοχή Γ΄: Λοιπή Χώρα.

Την επόμενη χρονιά με πράξη Υπουργικού Συμβουλίου[5] η χώρα διαιρέθηκε σε 4 γεωγραφικές περιοχές τουριστικής αναπτύξεως, τις Α, Β, Γ και Δ (πιο συγκεκριμένες περιοχές). Στην περιοχή Β υπάγονταν οι παράκτιες ζώνες από την Κοινότητα Καστελλίου μέχρι και του Δήμου Χανίων, από την Κοινότητα Γεωργιουπόλεως μέχρι και την Κοινότητα Παλαιοκάστρου (Βάϊ) και από Κοινότητος Περιβολακίων μέχρι και Μύρτου.

Οι κυβερνήσεις της μεταπολίτευσης συνέχισαν τις προσπάθειες για περιφερειακή ανάπτυξη[6]. Το 1975 με πράξη Υπουργικού Συμβουλίου[7] θεωρήθηκαν ειδικές περιοχές (ειδικές αποφάσεις της Νομισματικής Επιτροπής για χρηματοδοτικά κίνητρα) οι νότιες ακτές και η επαρχία Σητείας.

Το 1976 με το νόμο 289 δόθηκαν πρόσθετα κίνητρα, όπως επιχορηγήσεις για κατασκευές. Το 1981 ακολούθησε ο νόμος 1116 για εναρμόνιση με την ΕΟΚ, όμως με την αλλαγή κυβέρνησης τελικά ίσχυσε ο νόμος 1262/1982 που άλλαξε τις περιοχές και προέβλεπε τη συμμετοχή του κράτους στις –μεγάλες- νέες επιχειρήσεις[8]. Οι επενδύσεις εκτινάχτηκαν κατά τη δεκαετία του 1980. Στα μέσα της δεκαετίας του 1980 ξεκίνησε η εφαρμογή των ΜΟΠ (Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα) με το πρώτο, το 1985 να αφορά την Κρήτη[9]. Από το 1982 μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1990 η Κρήτη είχε λάβει περίπου το 20% των συνολικών επιχορηγήσεων με ανάλογο αριθμό επενδύσεων[10].

Τέλος με το Προεδρικό Διάταγμα υπ’ αριθ. 667 της 1/17 Αυγ. 1977 (ΦΕΚ Α΄ 223) «Περί καθορισμού τόπων θερινών διαμονών», αρκετές περιοχές της Κρήτης θεωρήθηκαν κατάλληλες:

Αμμουδάρα

Αρχάναι

Άγιος Νικόλαος

Ελούντα

Επισκοπή

Ηράκλειο

Γούρνες

Ανώγια

Άπτερα

Λινοπεράματα 

Νεάπολις

Πάνορμον

Ιεράπετρα

Καστέλλιον

Κολυμβάριον

Κνωσός

Καρτερός

Μάταλα

Μάλεμε

Μάλια

Μουρνιές

Μύρτος (Ιεράπετρας)

Παλαιοχώρα (Χανίων)

Ρέθυμνον

Σούδα

Σταλίς

Σητεία

Σφηνάριον

Φαιστός

Χερσόνησος

Χανιά

Χώρα (Σφακίων)

Ψυχρό (Λασιθίου)

Το νομοθετικό πλαίσιο που μόλις περιγράφηκε ευνόησε την ανάπτυξη του τουρισμού στην Κρήτη, παρόλο που αφορούσε κυρίως τα ξενοδοχεία. Από τη δεκαετία του 1970 ο ΕΟΤ εξέταζε το ενδεχόμενο να στραφούν ορισμένα τουριστικά ρεύματα όπως οι Σκανδιναβοί από την Ρόδο προς την Κρήτη λόγω συμφόρησης του πρώτου νησιού. Το 1972, παρατηρήθηκε άλλωστε στροφή Άγγλων τουριστών προς την Κρήτη με αντίστοιχη κάμψη στη Ρόδο, λόγω της καθιέρωσης τακτικών γραμμών της αεροπορικής εταιρίας ΒΕΑ απευθείας στο Ηράκλειο[11]. Επρόκειτο για σημαντική εξέλιξη που πήγαζε από την ιδιωτική πρωτοβουλία. Οι προσωπικές γνωριμίες και η δικτύωση, σε μεγάλο βαθμό και Ελλήνων μεταναστών, έπαιξαν πρωταρχικό ρόλο στην τουριστική ανάπτυξη της Κρήτης τα επόμενα χρόνια. Η εταιρία Apollo που τις τελευταίες δεκαετίες διακινεί μεγάλο όγκο Σκανδιναβών τουριστών, ξεκίνησε από πρωτοβουλία Ελλήνων μεταναστών στη Σουηδία. Αργότερα εξαγοράστηκε και μετατράπηκε σε πολυεθνική. Υπήρχαν επίσης περιπτώσεις Ελληνοκυπρίων οι οποίοι εργάζονταν στο εξωτερικό στον τομέα του τουρισμού και προωθούσαν επισκέπτες στην Ελλάδα, ή ερχόμενοι στη χώρα ίδρυαν γραφεία τουρισμού (π.χ. Grecian Holidays). Τα παραδείγματα επιβεβαιώνουν το μεγάλο ενδιαφέρον των ιδιωτών για την τουριστική αγορά της Κρήτης που έδινε ώθηση στις κυβερνήσεις για ανάπτυξη και περισσότερα κίνητρα. Σε πολλές περιπτώσεις επενδύσεων, όπως έχει συμβεί συχνά στη σύγχρονη ιστορία, η ζήτηση προηγήθηκε του κρατικού σχεδιασμού και προγραμματισμού, γεγονός όμως που προκάλεσε και στρεβλώσεις.

Γράφει: Κατερίνα Παπαδουλάκη

 

[1]     Σε σχέση με την συμμετοχή της Κρήτης στην παραγωγή εθνικού εισοδήματος

[2]     Αρχεία ΕΟΤ, Πρόγραμμα ανασυγκροτήσεως

[3]     Το Σχέδιον Μάρσαλ στην Ελλάδα, 1948-1952, Ειδική Οικονομική Αποστολή του Οργανισμού Κοινής Ασφάλειας

[4]     Ψηφιακό Αρχείο GR PIOP FOA3/SE5/SS5/FI700, ΠΙΟΠ

[5]     υπ' αριθ. 46 της 10/11 Απρ. 1973 (ΦΕΚ Α΄ 86) «Περί καθορισμού τουριστικών περιοχών και ζωνών δυνάμει του άρθρ.11 (παρ.1) του Ν.Δ. 1313/1972, ως ετροποποιήθη και συνεπληρώθη δια του 1378/1973 ομοίου»

[6]     Y. Apostolopoulos and S. Sonmez, Greek Tourism on the Brink, από το Y. Apostolopoulos, P. J. Loukissas, Lila Leontidou (επιμ.), Mediterranean Tourism: Facets of Socioeconomic Development and Cultural Change, Routledge, 2001, σ. 79

[7]     υπ' αριθ. 177 της 3/12 Νοεμ. 1975 (ΦΕΚ Α΄ 247) «Περί καθορισμού ειδικών τουριστικών περιοχών δυνάμει του άρθρ.11 (παρ.1) του Ν.Δ. 1313/1972 ως ετροποποιήθη και συνεπληρώθη δια του 1378/1973 ομοίου»

[8]     Ο νόμος θεωρήθηκε ότι ευνόησε τη δημιουργία μικρών επιχειρήσεων, για περισσότερα βλ. Α. Κουζέλης, «Αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των επενδυτικών κινήτρων, Η ελληνική εμπειρία, ΙΤΕΠ

[9]     Helen Briassoulis, Crete, endowed by nature, privileged by geography, threatened by tourism? από το B. Bramwell, Coastal Mass Tourism, σ. 65

[10]    K. Andriotis, Problems of Island Tourism Development: The Greek Insular Regions, από το B. Bramwell, Coastal Mass Tourism, σ. 119

[11]    Τουρισμός & Οικονομία, τεύχος 1, 1973






Αναρτήθηκε από: