Η «μαζική δυστυχία» του 21ου αιώνα - Ειδήσεις Pancreta

Δημοσιεύτηκε

Η αναζήτηση της ευτυχίας ως επαναλαμβανόμενης κατάστασης ανά τακτά χρονικά διαστήματα στη σημερινή Ελλάδα μπορεί να χαρακτηριστεί ως ουτοπία. Αλλά, υπό μία άλλη οπτική, μπορεί να αποτελέσει και τη μοναδική διέξοδο ως μόνιμη επιλογή απάντησης στα ποικίλα προβλήματα της καθημερινότητας. Όμως, είτε έτσι είτε αλλιώς, πολλές φορές μέχρι να συνειδητοποιήσουμε τι συμβαίνει γύρω μας και μέσα μας, στρεφόμαστε σε «ειδικούς», δηλαδή, σε ανθρώπους που μπορούν ως τρίτο μάτι στη ζωή μας να επέμβουν και να μας συμβουλέψουν στην προσπάθειά μας «να βάλουμε σε μία σειρά τα πράγματα» που μας βασανίζουν.

Παρ’ όλα αυτά, είναι γνωστό ότι οποιαδήποτε επιστήμη ή οποιοδήποτε θεωρητικό πεδίο κι αν λάβουμε υπ’ όψιν (της Ψυχολογίας, της Κοινωνιολογίας, των Μαθηματικών, της Θεολογίας κ.ο.κ) ως προς το ζήτημα αυτό, της ευτυχίας (όρος, ερμηνείες, τρόποι αναζήτησης και «κατάκτησης»), δεν θα καταλήξουμε σε μία αμετάβλητη, διαχρονική απάντηση διότι η καθεμία επιστήμη αντιλαμβάνεται διαφορετικά τη γνώση που λαμβάνει από το εξωτερικό περιβάλλον ή αλλιώς: αντιδρά διαφορετικά στο τι αφορά τον άνθρωπο σαν δομή προσωπικότητας, σαν γένος, σαν είδος. Τουτ’ έστιν, οι «ειδικοί» που προανέφερα είναι άνθρωποι οι οποίοι ήταν στην ίδια κατάσταση με εμάς και επέλεξαν να βοηθούν με την προσέγγιση της ευτυχίας που τους ταίριαζε καλύτερα.

Κι ενώ αυτό φαντάζει σαν μία κάποια «λύση», κι ενώ σήμερα όσο ποτέ άλλοτε σχεδόν όλοι – όλες οι Έλληνες – Ελληνίδες είχαν ή έχουν επισκεφτεί «ειδικούς», η δυστυχία στην Ελλάδα παραμένει λόγω όξυνσης των οικονομικών (κυρίως) αλλά και κοινωνικών παραγόντων που την ήθελαν να εμφανίζεται σαν επιδημία στην κοινωνία και φυσικά, λόγω επίμονης άρνησης συμφιλίωσης με τον εαυτό μας, την ευρύτερη οικονομική κατάσταση και αλλαγής νοοτροπίας. Δεν θα αναφερθώ σε ποσοστά αυτοκτονιών ή κατάθλιψης, θα αναφερθώ, ωστόσο, σε μία έρευνα που κατέδειξε την τραγικότητα αυτής της κατάστασης: η λίστα του Bloomberg, προσφάτως, κατέταξε την Ελλάδα στην τρίτη θέση παγκοσμίως με τις πιο δυστυχισμένες χώρες του κόσμου (27,10%) με πρώτη τη Βενεζουέλα (59,80%).Το ποσοστό αυτό που τοποθέτησε την Ελλάδα στην τρίτη θέση, ήδη, από το 2014, ισχύει ακόμη και σήμερα, όπως φαίνεται στην παρακάτω εικόνα. Η λίστα αυτή ανανεώνεται κάθε χρόνο βάσει ερευνών, η οποία παρουσιάζεται στο περιοδικό Business Insider. Η Βενεζουέλα φαίνεται να βρίσκεται κάθε χρόνο στην πρώτη θέση.

δυστυχία

Αυτή η λίστα, βέβαια, έλαβε ως μοναδικό κριτήριο τα ετήσια ποσοστά ανεργίας κι αυτό σημαίνει ότι γίνεται ταύτιση αιτίας και αποτελέσματος: επειδή οι Έλληνες και οι Ελληνίδες δεν έχουν δουλειά είναι δυστυχισμένοι. Ο συγκεκριμένος «δείκτης δυστυχίας» – «misery index» (στο ελληνικό λεξιλόγιο «μιζέριας») στις ανάλογες έρευνες που πραγματοποιούνται, δημιουργήθηκε από τον Arthur Oku, ο οποίος υποστήριξε ότι ο λεγόμενος δείκτης προκύπτει κάθε φορά από το άθροισμα του ποσοστού ανεργίας και του πληθωρισμού της εκάστοτε χώρας. Έτσι, όσο μεγαλύτερο το άθροισμα, τόσο πιο δυστυχισμένοι κι οι κάτοικοι της χώρας.

Προφανώς και έχει βαρύτητα η παραπάνω έρευνα, αλλά όχι τόση ώστε να αναρωτηθεί κάποιος στα σοβαρά αν ισχύει. Το φαινόμενο της «μαζικής δυστυχίας», τουλάχιστον στην Ελλάδα, δεν οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στην έλλειψη χρημάτων. Σαφώς, τα τελευταία, διευκολύνουν την καθημερινότητα και καλύπτουν βασικές ανάγκες (βιολογικές ανάγκες κατά τον A. Maslow). Παράλληλα, υπάρχει κι η άλλη γνώμη ότι «τα χρήματα δεν φέρνουν την ευτυχία». Μπορεί να συναντήσεις ή να γνωρίσεις ταυτόχρονα κάποιον ευκατάστατο άνθρωπο κι έναν άνθρωπο που να είναι πενιχρός για να κατανοήσεις, να δεις με τα μάτια σου ποιος από τους δύο είναι δυστυχισμένος.

δυστυχία

Δηλαδή, οι αιτίες της μαζικής δυστυχίας μας ενδέχεται, τις περισσότερες φορές, να βρίσκονται στο μυαλό μας – προϊόντα δημιουργίας του μυαλού μας με τη βοήθεια εξωτερικών παραγόντων όπως είναι ο ρατσισμός, η ελληνική κουλτούρα, η οικονομική κρίση, η πολιτική ανικανότητα, κ.ο.κ. Πάντοτε, σε δύσκολους καιρούς, οι κοινωνίες – γενικότερα – εντόπιζαν τα προβλήματά τους και σε ένα βάθος χρόνου λύνονταν, άλλαζαν, προσαρμόζονταν.

Η ελληνική κοινωνία του σήμερα, εκτός του ότι βασίζεται πολύ περισσότερο σε κάτι που από τότε που θεμελιώθηκε ήταν ασταθές όπως είναι η τεχνολογία, δεν έχει τρόπους επίλυσης ζητημάτων που εμφανίζονται ταυτόχρονα, καθώς, είχε μάθει να τοποθετεί τις προτεραιότητές της με βάση την εικόνα της προς τα έξω. Όταν, λοιπόν, η χώρα που γέννησε τη δημοκρατία θεωρείται «δυστυχισμένη» κάπου έχει χάσει τον έλεγχο των κοινωνών της, έχει χάσει τον έλεγχο της σκέψης των κοινωνών της, έχει χάσει την τυπική αξιοπρέπεια που έδειχνε για καιρό προς τα έξω.

Σε αντίθεση με τη χώρα μας κι όλες τις άλλες «δυστυχισμένες» χώρες, η πιο ευτυχισμένη χώρα στον κόσμο για φέτος είναι η Νορβηγία. Σύμφωνα με την έκθεση για την Παγκόσμια Ευτυχία του ΟΗΕ (ενεργή από το 2011 και κάθε χρόνο), αυτό, ήταν έκπληξη διότι για αρκετά χρόνια η Δανία κρατούσε τα πρωτεία.

Παροδική κατακλείδα: όπως και να έχει, η δυστυχία και η ευτυχία δεν αποτελούν μόνιμες καταστάσεις, είναι δύο πόλοι έλξης μεταξύ τους. Σαν το δράμα με την κωμωδία. Σαν τη ζωή. Αυτή η εναλλαγή που συμβαίνει ατομικώς επηρεάζει κοινωνικώς, αλληλοεξαρτώνται. Έτσι, όσον αφορά τη μαζική δυστυχία: για να πάψει θα πρέπει πρώτα να σταματήσει να υφίσταται ως μαζική. Αγαπητέ αναγνώστη, μη δίνεις την ατομική δυστυχία σου απλόχερα στην κοινωνία. Η κοινωνία όταν είναι άρρωστη θα σε ενθαρρύνει ακόμη περισσότερο σε αυτήν την αρρώστια.

Γράφει η Κωνσταντίνα Κωνσταντίνου

πηγή






Αναρτήθηκε από: