Πικρία - Ειδήσεις Pancreta

Δημοσιεύτηκε

Γεννήθηκε το 1910 στη Μαντζουρία. Δεκαεννιά ετών μπάρκαρε και τέσσερα χρόνια μετά δημοσίευσε το Μαραμπού, την ποιητική συλλογή που τον έκανε διάσημο. Με μόνο τρεις ποιητικές συλλογές -52 ποιήματα- ο Νίκος Καββαδίας είναι ίσως ο περισσότερο μελοποιημένος ποιητής. Παρόλα αυτά ο συγγραφέας Δ. Καλοκύρης αναφέρει στο βιβλίο του για τον Καββαδία πως το 1975 είχε απευθυνθεί με προτροπή του Νίκου Γκάτσου στη δισκογραφική εταιρεία Λύρα, αλλά «ο τότε διευθυντής της αρνήθηκε έστω και να ακούσει τα τραγούδια, διότι θεωρούσε την ιστορία Καββαδίας ξεπερασμένη» (Ν. Καββαδίας, Χρυσόσκονη στα γένια του Μαγγελάνου, Ερμής, 1995, σελ. 49).

Το τελευταίο ποίημά του, η Πικρία, έχει ημερομηνία 7 Φεβρουαρίου 1975. Τρεις μέρες αργότερα, στις 10 Φεβρουαρίου, πεθαίνει από εγκεφαλικό σε αθηναϊκή κλινική.  Λέγεται πως φοβόταν ότι θα πεθάνει σε αυτήν την ηλικία, επειδή του το είχε πει μια χαρτορίχτρα. Ο Δημήτρης Καλοκύρης καταγράφει τη σχετική μαρτυρία: «Συνήθιζε να λέει πως σ’ ένα από τα πρώτα του ταξίδια στο Περού, πριν ακόμα εκδοθεί το πρώτο του βιβλίο, μια χαρτορίχτρα του προφήτεψε πως θα γίνει γνωστός στα 1934 και πως θα πεθάνει 64 χρονών. Πράγματι, το 1934 ήταν ένας από τους πιο ευτυχισμένους χρόνους για τον Κόλια, μετά την έκδοση του Μαραμπού (1933), όσο πλησίαζε η άλλη ημερομηνία, τόσο πιο πολύ σκεφτότανε το θάνατο. Η περουάνα δεν έπεσε έξω. Πέθανε μερικούς μήνες μετά την συμπλήρωση των 64 του χρόνων».

«Φοβάμαι μην πεθάνω στη στεριά», έλεγε. Και οι τελευταίες του λέξεις ήταν: «Αυτό που φοβόμουνα έγινε»  (Ν. Καββαδίας, Χρυσόσκονη στα γένια του Μαγγελάνου, Ερμής, 1995, σελ. 51-52).

Το ποίημα Πικρία δεν είναι γραμμένο από τον μποντλερικό ναύτη του Μαραμπού. Οι εσωτερικές συγκρούσεις και τα δράματα της νεότητας δεν υπάρχουν εδώ. Ακούμε τον ποιητή να αποχαιρετά τη ζωή μετρώντας αναμνήσεις, απώλειες, ματαιώσεις: Ξέχασα κείνο το μικρό κορίτσι από το Αμόι […] Το βυσσινί του Τισιανού και του περμαγγανάτου […] για το κορμί σου, που έδιωχνε το φόβο του θανάτου. […] Ό,τι αγαπούσα αρνήθηκα για το πικρό σου αχείλι… Κυριαρχούν εικόνες ερειπίων, του καραβιού που κάθισε η πλώρη η σπασμένη, οι ξεβαμμένες στάμπες (=τατουάζ) του. Από το μελοποιημένο τραγούδι λείπει μόνο η τελευταία στροφή όπου μιλά για το θάνατο στη θάλασσα, το κοντινό και αναμενόμενο τέλος της ζωής του:

Γέρο, σου πρέπει μοναχά το σίδερο στα πόδια,
δυο μέτρα καραβόπανο, και αριστερό τιμόνι.
Μια μέδουσα σε αντίκρισε γαλάζια και σιμώνει
κι ένας βυθός που βόσκουνε σαλάχια και χταπόδια.

Ο Καλοκύρης διασώζει και τους τελευταίους στίχους του Καββαδία, αυτούς που κατέγραψε στην ατζέντα του:

Μα ο ήλιος εβασίλεψε κι ο αητός απεκοιμήθη
και το βοριά το δροσερό τον πήραν τα καράβια.
Κι έτσι του δόθηκε καιρός του Χάρου και σε πήρε.
(ό.π., σελ. 68)

Πηγή






Αναρτήθηκε από: