Δημοσιεύτηκε
Μας είπε κάποιος να μην παραλείψουμε, όταν πάμε στο Εδιμβούργο, να επισκεφθούμε το Κάλτον Χιλ. Εκεί βρίσκεται ένας Παρθενώνας, που έμεινε μισοτελειωμένος επειδή τους τελείωσαν τα λεφτά. Αυτό το τελευταίο δεν το πίστεψα. Το θεώρησα φαινόμενο που δεν ταιριάζει σε μια χώρα σαν τη Σκωτία, ζωντανό και δραστήριο κομμάτι της άλλοτε κραταιάς βρετανικής αυτοκρατορίας. Δεν ήξερα καν ποιας εποχής ήταν το κτίσμα, πήγα από περιέργεια, το φωτογράφισα, φωτογραφήθηκα, απόλαυσα τη θέα του ξεχωριστού Εδιμβούργου από την κορυφή του λόφου. Είδον και απήλθον, δηλαδή, πριν με πάρει ο αέρας. Το έψαξα, όμως, μετά και είχε ενδιαφέρον η έρευνα.
Όλα ξεκινούν στις αρχές του 19ου αιώνα, στον απόηχο ακόμη του ρομαντικού κινήματος. Μόλις μισός αιώνας είχε περάσει από τότε που ο Βίνκελμαν, Γερμανός θεολόγος και αρχαιογνώστης, ο θεωρούμενος πατέρας της κλασικής αρχαιολογίας, κυρίως με το έργο του Σκέψεις για τη μίμηση των ελληνικών έργων στη ζωγραφική και τη γλυπτική είχε εμφυσήσει την αγάπη για την ελληνική τέχνη και προέτρεπε τους καλλιτέχνες της εποχής να τη μιμηθούν δημιουργικά. Οι αντιλήψεις του αποτυπώθηκαν στο έργο μεγάλων λογοτεχνών, όπως ο Γκαίτε, ο Μπάυρον, ο Σίλλερ και ενέπνευσαν τον φιλελληνισμό στις επόμενες γενιές, σε μια ιστορική περίοδο που η Ελλάδα τον είχε ανάγκη για να οργανώσει τον αγώνα για την ανεξαρτησία της.
Το 1816 τέθηκε στη Σκωτία το θέμα της κατασκευής ενός εθνικού μνημείου, προς τιμήν των πεσόντων Σκωτσέζων στρατιωτών και ναυτών στους Ναπολεόντειους Πολέμους, μιας σειράς πολέμων των συμμαχικών χωρών ενάντια στην Α’ Γαλλική Αυτοκρατορία του Ναπολέοντα, που ξεκίνησαν το 1803 και διήρκεσαν μέχρι το 1815. Οι σημαντικοί αυτοί πόλεμοι άλλαξαν μερικώς τον ευρωπαϊκό χάρτη, αφού ανέδειξαν τη Μεγάλη Βρετανία ως την μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη της εποχής παγκοσμίως, η οποία επέβαλε την Pax Britannica, ενώ βρήκε έδαφος ο σπόρος του εθνικισμού στην Ιταλία και τη Γερμανία, γεγονός που συνέβαλε στη δημιουργία των δυο αυτών εθνικών κρατών, περίπου με τη μορφή που τα γνωρίζουμε σήμερα.
Στόχος της κατασκευή του σκωτσέζικου μνημείου ήταν, σύμφωνα με την επιγραφή πάνω σε αυτό, να λειτουργήσει σαν μνημείο του παρελθόντος που θα δώσει κίνητρο για τον ηρωισμό του μέλλοντος. Σχεδιάστηκε ανάμεσα στα 1823 και 1826 από τους Τσαρλς Ρόμπερτ Κόκερελ και Ουίλιαμ Χένρυ Πλέιφερ, με πρότυπο τον Παρθενώνα.
Αρχικά επελέγη ο τεχνητός λόφος Mάουντ, στο κεντρικό Εδιμβούργο, αλλά απορρίφθηκε και σχεδιάστηκε ξανά για το Κάλτον Χιλ, λόφος κι αυτός που δεσπόζει και παρέχει μοναδική θέα της πόλης ως κάτω στο λιμάνι.
Τον Ιανουάριο του 1822 η πρόταση που υποβλήθηκε ήταν να στηθεί ένα κτίσμα, πανομοιότυπο του Παρθενώνα, με αρχικό κόστος περίπου 42.000 λιρών. Το σχέδιο αυτό βρήκε υποστηρικτές ανάμεσα σε πολλούς εξέχοντες κατοίκους του Εδιμβούργου. Τον Ιούλιο του 1822 η «Βασιλική ένωση συνεισφερόντων στο Εθνικό Μνημείο της Σκωτίας» επικυρώθηκε από έναν νόμο του Κοινοβουλίου. Ο θεμέλιος λίθος τέθηκε με ιδιαίτερη λαμπρότητα και επισημότητα τον επόμενο μήνα αλλά ύστερα από δεκαέξι μήνες είχαν καταφέρει να συγκεντρώσουν μόνο 16.000 λίρες και με προοπτική επιχορήγησης 10.000 λιρών από το Κοινοβούλιο. Το 1826 ανατέθηκε στην οικοδομική εταιρεία Ουίλιαμ Ουάλας και Υιός και οι εργασίες ξεκίνησαν.
Σύμφωνα με την αρχική μελέτη, είχε προγραμματιστεί να υποστηρίζεται η κύρια δομή του έργου από κατακόμβες που θα εκτείνονταν στην περιοχή και θα παρείχαν χώρο ταφής για σημαντικά πρόσωπα. Η εξαγγελία του Βασιλικού Συλλόγου το 1826 ήταν να υιοθετήσει ως μοντέλο τον ναό της Αθηνάς, τον Παρθενώνα της Αθήνας, και να τον αναπαραστήσει πιστά για τον πολιτισμένο κόσμο που δίκαια θαύμαζε το οικοδόμημα αυτό, χωρίς καμία απόκλιση σε ο,τιδήποτε άλλο, εκτός από την προσαρμογή της γλυπτικής στα επιτεύγματα των Σκωτσέζων ηρώων, των οποίων η ανδρεία και η δόξα θα διαιωνιστεί και θα παραδειγματίσει, ενώ μέρος του μνημείου θα έπρεπε να λειτουργεί ως εκκλησία ή τόπος θείας λατρείας.
Ο θεμέλιος λίθος, που ζυγίζει 6 τόνους, τέθηκε στις 27 Αυγούστου 1822, κατά την επίσκεψη του βασιλιά Γεωργίου Δ’ στη Σκωτία. Ο Δούκας του Χάμιλτον, ο αρχαιότερος μη βασιλικός ευγενής και Μέγας Διδάσκαλος της Σκωτίας, οδήγησε μια πομπή από εκπροσώπους μασονικών στοών, βασιλικούς επιτρόπους και άλλες προσωπικότητες, από την πλατεία του Κοινοβουλίου στην κορυφή του Κάλτον Χιλ. Η πομπή συνοδευόταν από επίλεκτα σώματα στρατού ενώ η εναπόθεση της επιγραφής στον θεμέλιο λίθο συνοδεύτηκε από κανονιοβολισμούς από το κάστρο του Εδιμβούργου.
Όλη αυτή η ιεροτελεστία δεν θα είχε αξία για μας παρά μόνον για να δοθεί το κλίμα επισημότητας που επικράτησε, που δείχνει και τη σημασία του μνημείου, αφού αυτό θα ήταν το εθνικό μνημείο της Σκωτίας.
Η κατασκευή ξεκίνησε, λοιπόν, το 1826 αλλά, λόγω της έλλειψης κεφαλαίων, έμεινε ημιτελής, αφού τα έργα σταμάτησαν το 1829. Το γεγονός αυτό έγινε αφορμή να του δοθούν διάφορα ψευδώνυμα, όπως «Ντροπή της Σκωτίας», «Ντροπή του Εδιμβούργου», «Η υπερηφάνεια και η φτώχεια της Σκωτίας», «Τρέλα του Εδιμβούργου».
Συμβαίνει και εις Εδιμβούργα, λοιπόν! Αυτό που απομένει αποτελεί ένα από τα αξιοθέατα της πόλης, δυο βήματα -κουραστικά στο ανηφορικό μονοπάτι- από το υπερμοντέρνο κτήριο του Κοινοβουλίου της Σκωτίας και το παλάτι του Χόλλυρουντ, επίσημης κατοικίας της βασίλισσας, όταν βρίσκεται στο Εδιμβούργο.
Μιλώντας γι αυτό, η επίσκεψη σε τμήματα του παλατιού πωλείται προς 15 λίρες, ενώ το πωλητήριο με τα «βασιλικά είδη», σουβενίρ χλιδάτα, με κύριο υλικό τον χρυσό, που αποτελούν ύμνο στην Αυτής Μεγαλειότητα, κοστίζουν, το φθηνότερο, όσο ένα ημερομίσθιο στην Ελλάδα για 12 ώρες εργασίας.
Φυσικά, ποτέ δεν μάθαμε πώς μοιάζει η κατοικία της βασίλισσας ούτε μας επέτρεψαν τα δημοκρατικά μας αισθήματα να αποκτήσουμε τα διακοσμημένα με τη χρυσή βασιλική κορώνα είδη. Προτιμήσαμε το Κοινοβούλιο, ως προερχόμενοι από την αβασίλευτη δημοκρατία της Ελλάδας, αλλά και επειδή μύριζε καλό καφέ. Κυρίως, όμως, επειδή ήταν δωρεάν.