Αντώνης Ανδρουλιδάκης: Το ψυχικό τραύμα από την πανδημία παραμένει ανεπούλωτο - Ειδήσεις Pancreta

Για το ψυχικό μας τραύμα που μένει ανεπούλωτο και αφρόντιστο από την πρώτη περίοδο της πανδημίας και του εγκλεισμού λόγω της καραντίνας μιλά στο 3point magazine ο κοινωνικός και αναπτυξιακός ψυχολόγος Αντώνης Ανδρουλιδάκης.

Όπως τονίζει ενώ για το σωματικό τραύμα καταλαβαίνουμε πολύ εύκολα ότι για «έναν κάποιο χρόνο πρέπει να το φροντίσουμε ώστε να επανέλθουμε σ’ ένα σημείο ηρεμίας», για το ψυχικό τραύμα «μας φαίνεται ακόμη κάπως ακατανόητο γιατί να χρειαζόμαστε, τουλάχιστον, μια αντίστοιχη διαδικασία.»

«Πιθανολογώ πως και εδώ παρεμβαίνει κατά κάποιον τρόπο η κυρίαρχη πατριαρχική κουλτούρα που ορίζει το ψυχικό τραύμα για μεν τους άντρες ως μια «αδερφίστικη» ανεπίτρεπτη ευαλωτότητα ή για τις γυναίκες ως μια κακομαθημένη ή «drama queen» συμπεριφορά», εξηγεί.

Ταυτόχρονα, τονίζει ότι στο διάστημα που η χώρα βρισκόταν σε καραντίνα, τους μήνες Μάρτιο και Απρίλιο η χρήση των  αντικαταθλιπτικών φαρμάκων φαίνεται πως διπλασιάστηκε (αύξηση 176%) σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα πέρυσι. Γεγονός που οφείλεται και στο ότι «ο ψυχισμός που είναι εκπαιδευμένος στην αναζήτηση των εύκολων και «μαγικών» λύσεων θα καταφύγει εύλογα στην φαρμακευτική διαφυγή.»

Σύμφωνα πάντως με τον ίδιο το πλήγμα που προκάλεσε η πανδημία «μπορεί να συντελεί μ’ έναν τρόπο στην αποδοχή της ευαλωτότητας, ανεξαρτήτως φύλου.» Από την άλλη όμως, «χρειάζεται ακόμη πολύς δρόμος για να μιλάμε για αλλαγή της κυρίαρχης αναπαράστασης για την ψυχική υγεία», τον οποίο μάλλον δεν φαίνεται ότι προλαβαίνουμε να διανύσουμε μέχρι την έναρξη του δεύτερου λοκ ντάουν που αναμένεται να επιβληθεί.

  • Από πληροφορίες που μου έρχονται από συναδέλφους σου από την Ελλάδα και την Κύπρο, έχω την αίσθηση ότι η ψυχικές νόσοι βρίσκονται σε φάση έξαρσης. Ένα εύλογο, νομίζω, ερώτημα είναι το εξής: η καραντίνα, μαζί με το υπαρξιακό άγχος του εγκλεισμού, έληξε. Αν η εντύπωση έξαρσης ισχύει, σε τι οφείλεται; 

Μια πρώτη πρόχειρη απάντηση είναι ναι, η καραντίνα έληξε, αλλά το τραύμα έμεινε εκεί ανεπούλωτο και αφρόντιστο. Ακόμη ένα τραύμα ανεπούλωτο και αφρόντιστο, όπως τόσα άλλα στο σύγχρονο κόσμο μας. Και ίσως αυτή η σκέψη να μας ενημερώνει για τη γενικότερη λαθεμένη αντίληψη μας σε σχέση με το ψυχικό τραύμα. Είμαστε όλοι έτοιμοι να καταλάβουμε πολύ εύκολα τί σημαίνει το τραύμα αν χτυπήσουμε, για παράδειγμα, το μικρό δαχτυλάκι του ποδιού μας στην άκρη ενός επίπλου-και πώς χρειαζόμαστε ακόμη κι εκεί έναν κάποιο χρόνο για να το φροντίσουμε και να επανέλθουμε σ’ ένα σημείο ηρεμίας. Αλλά μας φαίνεται ακόμη κάπως ακατανόητο γιατί να χρειαζόμαστε, τουλάχιστον, μια αντίστοιχη διαδικασία και για το ψυχικό τραύμα. Πιθανολογώ πως και εδώ παρεμβαίνει κατά κάποιον τρόπο η κυρίαρχη πατριαρχική κουλτούρα που ορίζει το ψυχικό τραύμα για μεν τους άντρες ως μια «αδερφίστικη» ανεπίτρεπτη ευαλωτότητα ή για τις γυναίκες ως μια κακομαθημένη ή «drama queen» συμπεριφορά.  Το πιο τραγικό είναι ότι συναντώ συχνά αυτή την αντίληψη και σε γονεϊκές πρακτικές απέναντι στα παιδιά. Αν και δεν έχω υπόψιν μου τα αποτελέσματα αρκετών σχετικών ερευνών, που είναι ήδη σε εξέλιξη, αρκεί να δει κανείς τα αποτελέσματα από τις εργαστηριακές εξετάσεις των λυμάτων της Ψυττάλειας, για να αντιληφθεί τι συνέβη στο συλλογικό μας ψυχισμό κατά τη διάρκεια της καραντίνας. Σύμφωνα λοιπόν με τα στοιχεία αυτά για τους μήνες Μάρτιο και Απρίλιο, μήνες δηλαδή που η χώρα βρισκόταν σε καραντίνα, σε σχέση με το ίδιο διάστημα του 2019, η χρήση των αντικαταθλιπτικών φαρμάκων φαίνεται πως διπλασιάστηκε (αύξηση 176%), ενώ αύξηση 77% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά παρουσιάζει και αγχολυτική ουσία που ανήκει στην κατηγορία των βενζοδιαζεπινών. Παράλληλα αυξήθηκε η χρήση κοκαΐνης κατά 67%, σε σχέση με  το 2019, μία αύξηση που αποτελεί την μεγαλύτερη που έχει καταγραφεί από το 2010 έως σήμερα, ενώ κατά 650% αυξήθηκε και η χρήση της αμφεταμίνης, και κατά 37% η χρήση μεθαμφεταμίνης. Άλλο τόσο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα ευρήματα όσον αφορά στη χρήση παυσίπονων, καθώς η χρήση παρακεταμόλης διπλασιάστηκε (+198%) σε σχέση με το 2019.

Τι σημαίνουν όλα αυτά; Ότι η πανδημία ήταν μια ακόμη πόρτα που έσκασε με βία στα μούτρα μας, βάζοντας φωτιά στα ζόρια που κρύβαμε κάτω από τις ψυχαναγκαστικές αρνήσεις μας. Φαντάσου μόνο την κυρίαρχη άρνηση της όποιας αρνητικότητας, την άρνηση της απώλειας και της θλίψης. Φαντάσου τί πλήγμα δέχτηκε η κυρίαρχη κουλτούρα της θετικότητας! Φαντάσου τί στραπάτσο έφαγε η κυρίαρχη κουλτούρα της ψυχαναγκαστικής αποφυγής του ψυχικού πόνου ή της μοναξιάς! Και βέβαια εξ αιτίας αυτού του αιφνίδιου κλονισμού ο ψυχισμός που είναι εκπαιδευμένος στην αναζήτηση των εύκολων και «μαγικών» λύσεων θα καταφύγει εύλογα στην φαρμακευτική διαφυγή. Άλλο τόσο ξέρεις, και δίχως να παραγνωρίζω την αξία της φαρμακευτικής αγωγής για την ψυχική νόσο,  θα είχε ενδιαφέρον αν μπορούσαμε να μετρήσουμε την αντίστοιχη μεταβολή στη χρήση «μαγικών» υπηρεσιών όπως ζώδια, ταρώ, καφεμαντείες και λοιπές μορφές καταναγκαστικής τελετουργίας για τον καθησυχασμό της ψυχικής-υπαρξιακής οδύνης, που είμαι βέβαιος ότι θα έχει επίσης τεράστια αύξηση στην περίοδο αυτή. Θέλω να πω τελικά, πως όχι μόνο η καραντίνα, αλλά και η απειλή του ιού – που είναι ακόμη εδώ-  αποτελεί, όπως συνηθίζω να λέω, το τέταρτο στη σειρά ναρκισσιστικό πλήγμα στο προμηθεϊκό δυτικό «Εγώ» που θεωρούσε πως «the sky is the limit». Δηλαδή, δεν μας έφτανε ο Δαρβίνος με την θεωρία του για την καταγωγή μας, δεν μας έφτανε ο Freud με τις θεωρίες του για τα εκτός ελέγχου σκοτεινά υπόγεια του υποσυνειδήτου μας, δεν μας έφτανε ο θείος Κάρολος με ισχύ που απέδωσε στο «κοινωνικό», ήρθε τώρα και αυτό το πλήγμα στο θεμελιώδες υπαρξιακό μας αυτονόητο, στην αναπνοή, να μας ταρακουνήσει χρόνιες εδραιωμένες βεβαιότητες, υπενθυμίζοντας μας την αδήριτη υπαρξιακή μας ευαλωτότητα. Μάλιστα θεωρώ, πως αυτή η ενημερότητα μας για την υπαρξιακή μας ευθραυστότητα, η ενημερότητα για το απωθημένο του υπαρξιακού μας τέλους, έστω κι αν συντελείται με βίαιο τρόπο, ενδέχεται να πυροδοτήσει θετικές αλλαγές, νοηματοδοτώντας τον βίο περί τα ουσιώδη.

  • Μέσα από όλη αυτή την κατάσταση, νιώθεις ότι το ταμπού του ‘’τρελογιατρού’’ που αναφέρεται σε όλους τους επαγγελματίες της ψυχικής υγείας, έχει αρχίσει να καταπίπτει;

Η διαδικασία αλλαγής των στερεοτύπων ή των κυρίαρχων κοινωνικών αναπαραστάσεων που κρύβονται πίσω από τα στερεότυπα -με όρους κοινωνικής ψυχολογίας- σαν αυτή που αναφέρεις, είναι μια μακρόχρονη και πολυπαραγοντική και δύσκολη διαδικασία, ακριβώς επειδή οι συλλογικότητες αντιστέκονται στις αλλαγές  για να προστατεύσουν τη συγκρότηση τους. Όπως υπαινίχθηκα και προηγούμενα, οι κυρίαρχες κοινωνικές αναπαραστάσεις γύρω από το ζήτημα της ψυχικής υγείας, το στίγμα δηλαδή, είναι εκεί ούτως ώστε τα μέλη μιας συλλογικότητας να «κοινωνούν» μ’ έναν κοινό κώδικα επικοινωνίας και να συγκροτούν έτσι την ταυτότητα τους. Άρα, για να υπερβώ εγώ σε ατομικό επίπεδο το ταμπού του «τρελογιατρού» ή το στίγμα της ψυχικής νόσου, θα πρέπει όχι μόνο να βρω έναν άλλο τρόπο να νοηματοδοτήσω την ψυχική απόκλιση, την ψυχική αρνητικότητα, να προσεγγίσω δηλαδή την ψυχική υγεία ή την ψυχική ευαλωτότητα με διαφορετικό και πιο ορθολογικό τρόπο, αλλά θα πρέπει να μπορώ να μοιραστώ αυτή την νέα μου προσέγγιση με άλλους ανθρώπους της συλλογικότητας μου, ανθρώπους για τους οποίους αυτή η προσέγγιση δεν θα τους είναι απειλητική. Απειλητική για την ταυτότητα τους την ατομική ή τη συλλογική. Με την έννοια αυτή, μπορούμε να αντιληφθούμε γιατί μια εύλογη ή φυσιολογική ψυχική ευαλωτότητα προσκρούει στον πυρήνα των κυρίαρχων κοινωνικών αναπαραστάσεων της τοξικής αρρενωπότητας και λοιπά. Το ότι, για παράδειγμα, θεωρείται πολύ πιο «φυσιολογικό» για μια γυναίκα να καταφεύγει σε υπηρεσίες ψυχικής υγείας, σε αντίθεση με τον άνδρα, είναι συνέπεια ακριβώς αυτής της κυρίαρχης κοινωνικής αναπαράστασης των φύλων, δηλαδή της πατριαρχίας. Συμπερασματικά, το ναρκισσιστικό πλήγμα της πανδημίας, στο οποίο αναφέρθηκα προηγούμενα, μπορεί να συντελεί μ’ έναν τρόπο στην αποδοχή της ευαλωτότητας, ανεξαρτήτως φύλου, χρειάζεται όμως ακόμη πολύς δρόμος για να μιλάμε για αλλαγή της κυρίαρχης αναπαράστασης για την ψυχική υγεία και το ρόλο του «τρελογιατρού».

Παρακολουθώντας το μοναδικό σου ταλέντο να ανάγεις το ατομικό σε συλλογικό και το ψυχολογικό σε πολιτικό, θέλω να σε ρωτήσω το εξής: ποια είναι τα πολιτικά υποκείμενα που εκτρέφει η πανδημία; Ποιες πολιτικές συμπεριφορές;

Το κάνεις να ακούγεται αξιοθαύμαστο και ξέρεις ότι έχω αλλεργία με το «θαύμα», το «κύρος» και το «μυστήριο», που σύμφωνα με τον Ντοστογιέφσκι, είναι οι χειρότεροι εξουσιαστικοί μηχανισμοί, αλλά ας απαντήσω για λόγους ναρκισσιστικής μου υπεραναπλήρωσης. Αστειεύομαι, προφανώς. Δίχως να είμαι πολύ βέβαιος, γιατί τα πράγματα είναι ακόμη αρκετά νωπά, θα έλεγα ότι πριν απ’ όλα η πανδημία επανιεραρχεί τα ουσιώδη του βίου. Δηλαδή, καθώς με ενημερώνει για την υπαρξιακή μου ευαλωτότητα -που αυτή είναι η θετική διάσταση- ταυτόχρονα με ωθεί στην επαναξιολόγηση της βασικής ανάγκης μου για ασφάλεια, επισημαίνοντας παντοιοτρόπως τη μέγιστη σημαντικότητα της, ακόμη και σε βάρος της ελευθερίας. Προφανώς αυτή η λειτουργία υποχώρησης της σημαντικότητας της ελευθερίας μπροστά στην κατοχύρωση της ασφάλειας είναι μια διαδικασία που δεν ξεκίνησε χθες και που συναρτάται με τις κυρίαρχες νοηματοδοτήσεις του δυτικού ατόμου. Τώρα όμως είναι σαν, κατά κάποιο τρόπο, η πανδημία να νομιμοποιεί πλήρως αυτή την ιεράρχηση. Η γιαγιά μου το έλεγε κάπως απλουστευτικά «υγεία πάνω απ΄ όλα παιδάκι μου», αγνοώντας προφανώς ότι αν η ανθρώπινη Ιστορία ακολουθούσε τη συμβουλή της, τότε πολύ απλά δεν θα υπήρχε. Δεν θα υπήρχε ούτε η Ιστορία, ούτε κατά πάσαν πιθανότητα η ίδια η γιαγιά μου, που σώθηκε στην κατοχή, ακριβώς γιατί κάποιοι «τρελοί» ιεράρχησαν την ελευθερία ως σημαντικότερο της ασφάλειας τους. Αυτή η ιεράρχηση, σε συνδυασμό με την διάχυτη και παραμένουσα απειλή, προσανατολίζει το υποκείμενο σε μια υπερ-επιφυλακτικότητα έναντι του επικίνδυνου ανοσολογικού Άλλου. Δηλαδή αυξάνει την όποια παρανοειδή πτυχή μας, από την μια μεριά και νομιμοποιεί- φυσιολογικοποιεί την ψυχαναγκαστική σκέψη και την καταναγκαστική συμπεριφορά από την άλλη. Τι είναι αυτό που πλήττεται πιο πολύ απ’ αυτή τη λειτουργία; Μα ασφαλώς οι σχέσεις. Οι ανθρώπινες σχέσεις που φορτίζονται με δυσπιστία, καχυποψία και καταναγκαστικές τελετουργίες. Η ραγδαία άνοδος των θεωριών συνομωσίας, είναι για παράδειγμα, μια τέτοια απεγνωσμένη προσπάθεια του υποκειμένου να εξωραΐσει την απειλή, να την φέρει στα μέτρα του «ελέγχου» του, να βρει μια κάποια «παραμυθία», όπως περίπου οι πρωτόγονοι πρόγονοι μας έκαναν με τα μη κατανοητά γι’ αυτούς στοιχεία της φύσης. Αν είχε κάποιος πολλή φαντασία θα μπορούσε να αναγνωρίσει εδώ μια απειλή υποστροφής του δυτικού ατόμου σε προγενέστερα στάδια εξελικτικής του ανάπτυξης, όπως αυτά του ανθρώπου-δούλου που βασικό κίνητρο της ζωής του ήταν ο φόβος. Ίσως, δηλαδή, το ρήμα «εκτρέφει» που μεταφορικά χρησιμοποίησες στο ερώτημα σου, να κυριολεκτεί. Τι σημαίνουν όλα αυτά σε πολιτικό επίπεδο; Αν απειλείται από κάτι ο καπιταλισμός είναι από τις βαθιές ανθρώπινες και ουσιαστικές σχέσεις. Γιατί για να συγκροτηθεί ο καπιταλισμός θέτει ως υπαρξιακό του προαπαιτούμενο το ά-σχετο ανταγωνιστικό άτομο. Αυτό τον θρέφει και αυτόν τον ανθρωπολογικό τύπο αναπαράγει. Η κοινωνία των ά-σχετων σχέσεων ή των χρήσεων αν θες, είναι συνεπαγωγή και προϋπόθεση μαζί λειτουργίας του καπιταλισμού. Άρα, στο βαθμό που η πανδημία πλήττει τις σχέσεις, με τα ελλείματα στις αγκαλιές, στα αγγίγματα και στις επαφές, με τη μεγιστοποίηση της δυσπιστίας και της ψυχαναγκαστικής εσωστρέφειας και τη διόγκωση της «άυλης» ή ανέπαφης επαφής (sic) και λοιπά, καταλαβαίνουμε πολύ καλά προς ποιο πολιτικό υπόδειγμα στρέφονται τα πράγματα. Αφήνω στην άκρη τα όσα έχουν ήδη γραφεί για το ρόλο της βιοπολιτικής ή του μαζικού ψηφιακού ελέγχου και λοιπά για τα οποία συνιστώ να μελετήσουμε τον πολύ αγαπητό μου Κορεάτη φιλόσοφο Byung-Chul Han.

  • Πριν μερικές μέρες η φιλοθεάμων κοινωνία παρακολούθησε εμβρόντητη ένα διαταραγμένο τύπο στο Big Brother να προτρέπει σε βιασμούς. Παλιότερα ένας βιασμός μίας αλλοδαπής μπορεί να μας προκαλούσε απλά περιέργεια. Όμως η Ελένη Τοπαλούδη ήταν Ελληνίδα. Ο Βαγγέλης Γιακουμάκης το ίδιο. Η αποπομπή του εν λόγω από το Big Brother – που συνεχίζει να χτυπάει υψηλότατη τηλεθέαση – μού θύμισε λίγο τα συλλογικά αντίποινα που θα μπορούσε να υποστεί ένας βιαστής σε μία φυλακή: ‘’πήρες το μάθημά σου και η κόλαση συνεχίζεται’’. Η ερώτησή μου είναι η εξής: ο Έλληνας και η Ελληνίδα που ενδεχομένως παρακολουθεί μαζί με τα παιδιά του αυτό το τηλεοπτικό έκτρωμα, τι στάση παίρνει ενδόμυχα; Εξανίσταται; Απλά αποστρέφει το βλέμμα;

Έχω την εντύπωση πως αν κι εδώ, όπως και σε πολλά άλλα κοινωνικά φαινόμενα, είχαμε τη δυνατότητα να μετρήσουμε λίγο επιστημονικά τις στάσεις των ανθρώπων απέναντι σ’ αυτό, θα λαμβάναμε μια συνηθισμένη εκδοχή της καμπύλης της κανονικής κατανομής, με αυτό το γνωστό σχήμα της «καμπάνας», όπως περίπου συμβαίνει αν μετρήσει κανείς την ευφυΐα ή το ύψος ενός επαρκούς δείγματος του πληθυσμού.  Δηλαδή ένα ποσοστό γύρω στο 90% θα ήταν αδιάφορο ή μάλλον αδιάφορο για το θέμα, ένα 5% θα απέστρεφε με αηδία το βλέμμα του, όπως λες, ενώ άλλο ένα 5% μπορεί και να ηδονιζόταν από ευχαρίστηση. Και δεν ξέρω αν έχει σημασία, αλλά θέλω πολύ να πω, υπερασπιζόμενος το «ελληνικό», ότι αυτή η κατανομή των στάσεων δεν είναι «προνομιακό» ελληνικό φαινόμενο. Οι κάθε λογής «Ελληναράδες» και λοιπά, δηλαδή, δεν είναι ελληνική ιδιαιτερότητα, καθώς είμαι βέβαιος ότι υπάρχουν ανάλογοι τους «Ιταλάδες» ή «Γαλλάδες» σε όλη την «πεπολιτισμένη» Δύση.  Και για να γίνω, ενδεχομένως, περισσότερο απεχθής σε μια κατηγορία αναγνωστών, το Big Brother δεν είναι ελληνική εφεύρεση, καθώς όταν οι Άλλοι έκαναν τηλεόραση, εμείς ήμασταν στα δέντρα και κάναμε αντάρτικο ή ψάχναμε να φάμε κανά βελανίδι στην Ελλάδα και κανά χαρούπι στην Κύπρο. Αντίθετα μάλιστα, κατ’ εξοχήν ελληνικό φαινόμενο είναι αυτή η μονότροπη αυτό-ενοχοποίηση του Λαού μας, που δεν οδηγεί πουθενά αλλού παρά μόνο στην παθητικοποίηση και στην υποταγή, καθώς απαξιώνει όλο και πιο έντονα τα όποια θετικά θα μπορούσε να έχει για κάποιον η υπαγωγή του στη συλλογική ελληνική ταυτότητα. Αλλά για να έρθω στο προκείμενο, θεωρώ ότι ένα ερώτημα που θα είχε ενδιαφέρον είναι αυτό που προκύπτει όταν απαλλαγούμε από τις εύκολες ηθικολογίες ή ακόμη και από τις εύλογες καταγγελίες της κουλτούρας του βιασμού και της μάτσο αντρίλας. Και το ερώτημα αυτό λέει: ποιος και πως εκπαίδευσε 2,5 εκατομμύρια ανθρώπους -γιατί τόση ήταν η τηλεθέαση του Big Brother-  να σκοτώνουν το χρόνο τους, παρακολουθώντας κάποιους υπαρξιακά πεθαμένους που δεν διστάζουν να κάνουν θέαμα τον υπαρξιακό θάνατο τους…και όλο αυτό να θεωρείται ένα παιχνίδι; Ποιος και πως εκπαιδεύει τους ανθρώπους να ξεφεύγουν από την μια και μοναδική ζωή τους σκοτώνοντας το χρόνο τους; Γιατί, αυτό το 90% που ανέφερα προηγούμενα αυτό ακριβώς κάνει. Κάθεται μπροστά από μια τηλεόραση και σκοτώνει το χρόνο του. Και νομίζω ότι σκοτώνει το χρόνο του γιατί η ζωή του -ιδιαίτερα στην μνημονιακή Ελλάδα- έχει, εν πολλοίς, απονοηματοδοτηθεί. Δηλαδή είναι μια ζωή γεμάτη από «μετανοιώματα» και καθόλου αξιοβίωτη.

  • Ζούμε σε μια φάση νέας αναζωπύρωσης στα ελληνοτουρκικά. Οι άνθρωποι ας πούμε μέχρι 50 ετών σε Ελλάδα και Κύπρο δεν έζησαν πόλεμο μέσω προσωπικής, βιωματικής εμπλοκής. Πως νομίζεις ότι μπορούμε να διαχειριστούμε το άγχος που προκύπτει στο συλλογικό πεδίο από τις εξελίξεις; Συμφωνείς με την άποψη ότι πρέπει να αρχίσουμε να προσεγγίζουμε ψυχολογικά το ενδεχόμενο ενός πολέμου;

Μου μοιάζει σαν μια ερώτηση, που παραδόξως, θα μπορούσε να συγκεφαλαιώνει όλα τα προηγούμενα, όσο κι αν δεν φαίνεται με πρώτη ματιά. Εάν ακούσουμε τα όσα αναφέρουν σοβαροί γεωστρατηγικοί αναλυτές -και όχι το αναξιόπιστο πολιτικό σύστημα- μιλάμε για μια απειλή της συλλογικής μας ασφάλειας και της συλλογικής μας ελευθερίας, σε όποιο βαθμό αυτές έχουν κατακτηθεί συλλογικά από την ελληνική επανάσταση μέχρι σήμερα. Αρκεί βέβαια να μην κλείνει κανείς τα αυτιά του και να ακούσει αυτό που καθαρά λέει το ισλαμοφασιστικό καθεστώς της Άγκυρας. Αν δεν θέλει να ακούσει τα λόγια του Ερντογάν ή των παρατρεχάμενων του καθεστώτος του, ας ακούσει τις κραυγές του Grup Yorum και των δολοφονημένων  Χελίν Μπολέκ, Ιμπραϊμ Γκοκτσέκ και Μουσταφά Κοτσάκ. Κι αν δεν ακούσει κι αυτούς ας ακούσει κάπως τις κραυγές των χιλιάδων φυλακισμένων συντρόφων και αγωνιστών στις τούρκικες φυλακές. Συγχωρήστε μου έναν ίσως συναισθηματικό τόνο, αλλά οι συλλογικές υπαρξιακές απειλές δεν αντιμετωπίζονται ούτε με φιλειρηνικές δηλώσεις -καθόλα χρήσιμες- ούτε με συλλογικές ψυχοθεραπείες. Ο ελληνικός Λαός, ως συλλογικό σώμα-υποκείμενο, βρίσκεται σε διπλή απειλή που θέτει εν αμφιβόλω τη ύπαρξη του ως διακριτή ιδιαιτερότητα στο παγκόσμιο ιστορικό προσκήνιο. Εάν για κάποιους αυτή η ιδιαιτερότητα είναι άνευ σημασίας, διότι την ταυτίζουν με τους καταναλωτές εικόνων του Big Brother ή γιατί επιθεωρούν την ελληνική πραγματικότητα από τον περίοπτο βρυξελλιώτικο θρόνο τους και τους φαίνεται «λίγη» για το ευρωπαϊκό μεγαλείο τους, υπάρχουν άφθονες απαντήσεις από τον γιο της Καλογριάς και τον Άρη, μέχρι τους πρόσφατους ποιητές, μουσικούς και τραγουδοποιούς που μίλησαν, ο καθένας με τον τρόπο του, για όλα αυτά. Θέλω να πω, κάπως ίσως αιρετικά, δεν θα μπορούσες να πας σε ένα Σύνταγμα του ΕΛΑΣ και να τους πεις «ελάτε να δούμε πως θα διαχειριστούμε το άγχος που προκύπτει στο συλλογικό πεδίο από τις εξελίξεις». Θα σε πάρουν με τις πέτρες, γιατί ξέρουν ότι η σύγκρουση ενάντια στο φασισμό δεν είναι ένα ζήτημα ψυχολογικής φύσεως. Και εδώ έχω μια ένσταση με συντρόφους που αντιμετωπίζουν το ζήτημα της τουρκικής επιθετικότητας με όρους ψυχολογίας ή με λενινιστικούς όρους σύγκρουσης των ιμπεριαλισμών ή των αστικών τάξεων στις δυο πλευρές του Αιγαίου. Αστεία πράγματα! Για τον απλούστατο λόγο ότι η Ελλάδα δεν διαθέτει αστική τάξη, παρά μια κομπραδόρικη παρασιτική ολιγαρχία, ένα τσούρμο από απογόνους κατσαπλιάδων, που λυμαίνονται τον τόπο, σε πλήρη εξάρτηση από το δυτικό κεφάλαιο του οποίου είναι ντόπιοι εκπρόσωποι και τίποτα περισσότερο. Δεν χρειαζόμαστε, λοιπόν, διαχείριση του συλλογικού μας άγχους, ούτε μια ψυχολογική προετοιμασία για το ενδεχόμενο ενός πολέμου. Γιατί ο πόλεμος σού προκύπτει, όπως τα έχει πει και ο «Θούκυ», που με τόση «εφηβεία» κοροϊδεύαμε στο σχολειό, όταν “ει ξυγχωρήσετε, και άλλο τι μείζον ευθύς επιταχθήσεσθε ως φόβω” που θα πει ‘’εάν υποχωρήσεις σε κάτι που μπορεί να θεωρείς ασήμαντο, τότε ευθύς αμέσως θα σου ζητηθεί να υποχωρήσεις σε κάτι πολύ μεγαλύτερο’’, διότι θα θεωρήσουν ότι ο φόβος σε αναγκάζει να υποχωρείς πάντα. Νομίζω μάλιστα πως η ελληνική Ιστορία, από την εθνική αντίσταση και μετά, τόσο σε κοινωνικό όσο και σε εθνικό επίπεδο, είναι διάχυτη από αυτόν τον Θουκυδίδειο αφορισμό. Αν κάτι δηλαδή χρειάζεται, όχι απλά να διαχειριστούμε, αλλά να αντιμετωπίσουμε είναι τον συλλογικό μας Φόβο. Χρειαζόμαστε δηλαδή, επειγόντως, ένα ισχυρό αντίδοτο στο δηλητήριο του συλλογικού μας Φόβου ή της συλλογικής μας μειονεκτικότητας και ανεπάρκειας, που τόσο έντεχνα οι ελίτ μας ενδόβαλαν. Και αυτό δεν είναι άλλο από τον Έρωτα. Έρωτας για το χώμα, για τις «καλύβες και τα πεζούλια μας», έρωτας για τις λέξεις μας, για τις γυναίκες και τα παιδιά μας, έρωτας γι’ αυτό που είμαστε. Αλλά άμα αυτό που είσαι δεν το γουστάρεις, γιατί θες να είσαι ένας άλλος, που να βρεθεί ο Έρωτας; Και αυτό, βάζω με το μυαλό μου, ότι είναι και η ειδοποιός διαφορά του σημερινού νεοέλληνα, από τα εκατομμύρια των αγωνιστών που σκοτώθηκαν πολεμώντας τον Φασισμό, είτε με τον Κόκκινο Στρατό, είτε με την Ταξιαρχία του Ντουρούτι, είτε με τους μαυροσκούφηδες του Άρη. Όλοι εκείνοι γούσταραν πολύ αυτό που ήταν, και οι ίδιοι και οι άλλοι γύρω τους, γούσταραν πολύ αυτό το «είναι και το γίγνεσθαι τους» και γι’ αυτό είχαν λόγους πολλούς να το υπερασπιστούν. Δεν το σιχαίνονταν…

Βαγγέλης Γέττος


Πηγή: 3pointmagazine.gr