Με όρους επικοινωνίας και η φορολόγηση των "ουρανοκατέβατων" κερδών στην ηλεκτρική αγορά - Ειδήσεις Pancreta
ISTOCK
 
Τώρα γίνεται φανερό ότι η εξαγγελία της κυβέρνησης αποτέλεσε μια επικοινωνιακή κίνηση, εν γνώσει προφανώς του Μεγάρου Μαξίμου ότι κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσε να αποδώσει ένα ικανό αποτέλεσμα.
 

Σε αναζήτηση διεξόδου που να ικανοποιεί ταυτόχρονα τις άμεσες επικοινωνιακές της ανάγκες (να εμφανιστεί δηλαδή ότι προστατεύει τους καταναλωτές και δεν χαρίζεται στους ηλεκτροπαραγωγούς) αλλά και το βασικό της αφήγημα ότι η ΔΕΗ εξυγιάνθηκε και μπορεί να συμβάλλει στην ελάφρυνση των πολιτών, βρίσκεται η κυβέρνηση μετά και την ανακοίνωση των στοιχείων για τα οικονομικά της ηλεκτρικής αγοράς από τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας.

Τα νούμερα είναι πλέον πάνω στο τραπέζι και το δίλημμα είναι σαφές: Αν φορολογήσει τα καθαρά κέρδη που μένουν στο ταμείο των ηλεκτρικών εταιρειών, τα έσοδα που θα εισπράξει θα είναι ελάχιστα και συνεπώς η σχετική εξαγγελία Μητσοτάκη, στην οποία προχώρησε ο πρωθυπουργός υπό την οργή των καταναλωτών και την πίεση της αντιπολίτευσης, θα αποδειχθεί ατελέσφορη.

Αν από την άλλη, δεν αποδεχθεί την επιχειρηματολογία των εταιρειών παραγωγής (αλλά και της ΡΑΕ), και προχωρήσει στη φορολόγηση των υπερεσόδων, χωρίς να εξετάζει εάν το μεγαλύτερο μέρος τους διοχετεύθηκε σε εκπτώσεις προς τους καταναλωτές, τότε θα πλήξει κατά κύριο λόγο τη ΔΕΗ, δεδομένου ότι το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος από τα περίπου 930 εκατ ευρώ επιπλέον εσόδων που κατέγραψε η ΡΑΕ αφορούν έσοδα της ΔΕΗ. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μια καινούργια τρύπα στα οικονομικά της επιχείρησης, με ό,τι πιθανόν συνεπάγεται κάτι τέτοιο για την πορεία της.

Σε κάθε περίπτωση τώρα γίνεται φανερό ότι η εξαγγελία της κυβέρνησης για φορολόγηση με 90% των «ουρανοκατέβατων» κερδών και την άντληση από εκεί κονδυλίων για την χρηματοδότηση των μέτρων ελάφρυνσης των πολιτών αποτέλεσε μια επικοινωνιακή κίνηση, εν γνώσει προφανώς του Μεγάρου Μαξίμου ότι κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσε να αποδώσει ένα ικανό αποτέλεσμα.

Ειδικότερα, με βάση όσα προέκυψαν από το πόρισμα που κατέθεσε στην κυβέρνηση η ΡΑΕ και ανέλυσε χθες ο πρόεδρος της Αρχής Αθανάσιος Δαγούμας στη Βουλή, οι αριθμοί της ηλεκτρικής αγοράς έχουν ως εξής:

Τα παραπάνω έσοδα όλων των εταιρειών παραγωγής για την περίοδο από Οκτώβριο του 2021 έως και το Μάρτιο του 2022 υπολογίστηκαν από τη ΡΑΕ σε 927,44 εκατ. ευρώ. Η ΡΑΕ εξέτασε τα οικονομικά αποτελέσματα των καθετοποιημένων ομίλων, από όπου προκύπτει ότι όντως στην παραγωγή υπήρχαν μεγάλα κέρδη και στην προμήθεια μεγάλες ζημιές.

Επιπλέον έκανε σύγκριση με τα έσοδα που είχαν οι παραγωγοί ένα χρόνο νωρίτερα. Διαπιστώθηκε ότι τον Οκτώβριο του 2021 το περιθώριο κέρδους για τις μονάδες αερίου ήταν π.χ. 30 ευρώ ανά Μεγαβατώρα, ενώ ένα χρόνο πριν ήταν 10 ευρώ ανά Μεγαβατώρα, άρα προκύπτει μια διαφορά 20 ευρώ. Αυτό το ποσό πολλαπλασιάστηκε με την ποσότητα ενέργειας που παρήγαγε κάθε παραγωγός και προέκυψε η επιπλέον κερδοφορία.

Από το σύνολο των υπερεσόδων 927,44 εκατ. ευρώ, τα 729,91 εκατ ευρώ ανήκουν στη ΔΕΗ και τα 197,53 εκατ. ευρώ ανήκουν στους τρείς άλλους καθετοποιημένους ιδιώτες (δηλαδή Mytilineos, Elpedison, ΗΡΩΝ) και στη μικρή κατηγορία των ΑΠΕ που δεν έχουν σταθερές ταρίφες και συμμετέχουν ελεύθερα στην αγορά (περίπου 40 εκατ. ευρώ).

Ήδη η ΡΑΕ αφαιρεί τα 335,99 εκατ ευρώ, που είναι η έκπτωση του 30% που έκανε η ΔΕΗ όταν ξεκίνησε η εφαρμογή της ρήτρας αναπροσαρμογής. Συνεπώς για τη ΔΕΗ απομένουν 393,92 εκατ. ευρώ «επιπλέον κέρδη».

Αλλά τόσο οι ιδιώτες, όσο (και κυρίως) η ΔΕΗ, υποστηρίζουν ότι το μεγαλύτερο μέρος από αυτά τα «επιπλέον κέρδη» δεν τα έβαλαν στα ταμεία τους, όπως άλλωστε καταγράφεται στις οικονομικές καταστάσεις τους, αλλά χρηματοδοτήθηκαν με αυτά οι απώλειες που είχαν από τα σταθερά τιμολόγια, από την καθυστέρηση στην εφαρμογή των αυξήσεων, από τα χρηματοοικονομικά έξοδα για την κάλυψη των αναγκών σε ρευστότητα κ.λπ.

Η ΔΕΗ, που έχει και τη μερίδα του λέοντος και η οποία ως γνωστόν τροφοδοτεί με φθηνό ρεύμα και όλη την Υψηλή Τάση, δηλαδή τη βαριά ενεργοβόρο βιομηχανία της χώρας που έχει σταθερά τιμολόγια σε επίπεδα προ κρίσης, υποστηρίζει ότι η ζημιά της από τα σταθερά τιμολόγια για το υπό διερεύνηση διάστημα, είναι πάνω από 400 εκατ ευρώ.

Τις επόμενες ημέρες η κυβέρνηση αναμένεται να παρουσιάσει τις αποφάσεις της για το αν θα αναγνωρίσει ότι οι εκπτώσεις και οι απώλειες των παραγωγών πρέπει να αφαιρεθούν από τα αρχικά υπερέσοδα ή όχι και να προχωρήσει στον καθορισμό του ποσού επι του οποίου θα τεθεί το έκτακτο τέλος 90% για το οποίο έχει δεσμευθεί ο κ. Μητσοτάκης.

Τρεις αλήθειες

Σε κάθε περίπτωση η υπερβολική επικέντρωση του δημόσιου διαλόγου στο θέμα των «ουρανοκατέβατων» κερδών αποκρύπτει τρείς βασικές αλήθειες:

Πρώτον, η εξαρχής παραπλανητική κυβερνητική ρητορική ότι θα καλύψει το 80% ή το 90% των επιβαρύνσεων που θα είχαν οι πολίτες και οι επιχειρήσεις από τις αυξήσεις ρεύματος, ρητορική που δημιούργησε εφησυχασμό χωρίς να είναι δυνατόν να επιβεβαιωθεί στην πράξη, δεν επέτρεψε να συνειδητοποιήσουν οι πολίτες έγκαιρα το μέγεθος του προβλήματος και να αυτοπροστατευθούν με το μόνο τρόπο που έχουν στη διάθεσή τους: Τη μείωση της κατανάλωσης ρεύματος με περιορισμό της σπατάλης.

Δεύτερον, με δεδομένο ότι η χώρα ανήκει στην Ε.Ε. και δεν μπορεί παρά να ασκεί την ενιαία ευρωπαϊκή πολιτική (target mοdel), εκκρεμούν σημαντικές παρεμβάσεις για την ωρίμανση των εγχώριων χρηματιστηριακών ενεργειακών αγορών έτσι ώστε να λειτουργούν χωρίς στρεβλώσεις και σε όφελος των καταναλωτών. Ταυτόχρονα υπάρχουν εργαλεία στο έκτακτο σχέδιο REPowerEU της Κομισιόν για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης που μπορούν πλέον να αξιοποιηθούν.

Τρίτον, πρέπει να γνωρίζουμε ότι η διεθνής αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου έχει αυξήσει περίπου κατά 10 δις. ευρώ το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα μας σε ετήσια βάση. Το βάρος αυτό καλείται να πληρώσει ο καταναλωτής είτε απευθείας μέσω των λογαριασμών, είτε έμμεσα μέσω του εθνικού προϋπολογισμού.

Το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος αυτού του ποσού πηγαίνει στη Ρωσία του Πούτιν και στους άλλους παραγωγούς αερίου (των ΗΠΑ περιλαμβανομένων) αλλά και σε κάποιους πολύ μεγάλους διεθνείς traders που έχουν τη δυνατότητα να παίξουν και να κερδοσκοπήσουν στο χρηματιστήριο TTF της Ολλανδίας και αλλού. Συνεπώς, για τη χώρα μας είναι περισσότερο αναγκαία από ποτέ μια κεντρική Ευρωπαϊκή απάντηση που θα καλύψει χρηματοδοτικά τις πολιτικές ελάφρυνσης νοικοκυριών και επιχειρήσεων.

Θπδωρής Παναγούλης


Πηγή: news247.gr