9 θρυλικά σινεμά στο Ηράκλειο «ζωντανεύουν» μέσα από φωτογραφίες - Ειδήσεις Pancreta

Ένα ημερολόγιο αφιερωμένο στις παλιές κινηματογραφικές αίθουσες του Ηρακλείου και έντονο άρωμα νοσταλγίας

Αρχιτεκτονικά, κοινωνικά και πολιτισμικά μνημεία της αστικής κι επαρχιακής ζωής του 20ου αιώνα, στην Ελλάδα οι κινηματογραφικές αίθουσες ακόμη πασχίζουν να κερδίσουν τον σεβασμό που τους αναλογεί από την Πολιτεία και την ιστοριογραφία.

Ωστόσο, το ημερολόγιο της Τυποκρέτα για το 2019, της τυπογραφικής εταιρείας της οικογένειας Καζανάκη που συμπληρώνει φέτος 85 χρόνια λειτουργίας στην Κρήτη, αφιερώνεται στους παλιούς κινηματογράφους του Ηρακλείου.

Χρησιμοποιώντας υλικό μακρόχρονης έρευνας του κριτικού- ιστορικού κινηματογράφου Νίκου Τσαγκαράκη, το ημερολόγιο φιλοξενεί στις σελίδες του 11 από τις αίθουσες που λειτούργησαν στην πόλη κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα, σε μια προσπάθεια να ζωντανέψει τις μνήμες των θεατών που τις έζησαν, αλλά και να υπογραμμίσει την πολιτιστική τους αξία «ζωντανεύοντας» τις μνήμες μιας αλλοτινής εποχής.

«Αλκαζάρ» και ο θρυλικός επιχειρηματίας Κώστας Λιναρδάκης

Η παλαιότερη από τις επιχειρήσεις που περιλαμβάνονται στο ημερολόγιο είναι το «Αλκαζάρ», μία από τις θερινές οθόνες του μεσοπολέμου, ιδιοκτησίας του Κώστα Λιναρδάκη, του πιο δραστήριου κινηματογραφικού επιχειρηματία στην ιστορία της πόλης.

Χτισμένο πάνω στο ενετικό τείχος απέναντι από το Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου, λειτούργησε από το 1928 ως το 1937. Στον εξωτερικό τοίχο του αναγράφονταν ο τίτλος Studios- Creta Films, διαφημίζοντας τη φιλοδοξία του ιδιοκτήτη του για τη δημιουργία μιας τοπικής εταιρείας παραγωγής ταινιών, την οποία εκπλήρωσε μόνο σε μικρή κλίμακα.

Το θερινό Αλκαζάρ του Κώστα Λιναρδάκη κατά τη δεκαετία του 1930 απέναντι από το Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου

Σινεμά «Μινώα» και η παραλίγο κατεδάφιση της Βασιλικής του Αγ. Μάρκου

Μία από τις χειμερινές αίθουσες του Λιναρδάκη ήταν η «Μινώα», που στεγαζόταν από το 1936 ως το 1956 στην ερειπωμένη τότε Βασιλική του Αγίου Μάρκου, η οποία στο μεταξύ είχε μετατραπεί από τους Οθωμανούς στο λεγόμενο Δεφτερδάρ Τζαμί.

Η χρήση της ως κινηματογράφου τη γλίτωσε από την κατεδάφιση, την οποία επιθυμούσε η κοινή γνώμη της εποχής προκειμένου η πόλη ν’ απαλλαγεί από μια εστία μόλυνσης, όπως είχε καταντήσει το κτήριο. Μετά το κλείσιμο του κινηματογράφου, το μνημείο αναστηλώθηκε από την Εταιρία Κρητικών Ιστορικών Μελετών με τη μορφή που διατηρεί μέχρι σήμερα.

Η βασιλική του Αγίου Μάρκου ως κινηματογράφος Μινώα, ιδιοκτησίας Κώστα Λιναρδάκη, στη δεκαετία του 1950

Σινεμά στην πλατεία Ελευθερίας - Από την «Ηλέκτρα» στην «Αστόρια»

Μεταπολεμικά και για πάνω από 20 χρόνια η πλατεία Ελευθερίας ήταν μια μικρή Leicester Square για το Ηράκλειο, περιτριγυρισμένη από κινηματογράφους.

Ο παλιότερος απ’ αυτούς ήταν η «Ηλέκτρα», η οποία είχε ξεκινήσει ως «Πουλακάκη», ονομασμένη από το όνομα του πρώτου ιδιοκτήτη της, Αλέξανδρου Πουλακάκη, που ήταν μαζί με τον Λιναρδάκη ο άλλος σημαντικός κινηματογραφικός επιχειρηματίας της πόλης κατά τον μεσοπόλεμο.

Ο Πουλακάκης είχε ανεγείρει το 1923 το ομώνυμο χειμερινό κινηματοθέατρό του, το οποίο στη διάρκεια του πολέμου πέρασε στον Γιάννη Τσιλένη, μετονομάστηκε σε «Ηλέκτρα» κι έγινε μία από τις δημοφιλέστερες αίθουσες για τις μεταπολεμικές γενιές θεατών μέχρι το κλείσιμό της το 1980.

Η Ηλέκτρα (πρώην Πουλακάκη) του Γιάννη Τσιλένη στην πλατεία Ελευθερίας τη δεκαετία του 1970, (αρχείο Μάνου Χάρη)

«Απόλλωνας», το πρώτο duplex στην Ελλάδα

Ο Λιναρδάκης μετά τον πόλεμο όχι απλώς συνέχισε την κινηματογραφική δραστηριότητά του, αλλά την κορύφωσε με το πιο μεγαλεπήβολο εγχείρημά του, τον «Απόλλωνα» στην οδό Δικαιοσύνης, κάθετη στην πλατεία.

Ως ένα από τα πρώτα duplex στην Ελλάδα, το κτήριο δε στέγαζε μία αλλά δύο μεγάλες πολυτελείς αίθουσες, από τις οποίες η υπόγεια λειτούργησε από το 1956 κι η ισόγεια από το 1963, ενώ όλο το συγκρότημα έκλεισε οριστικά το 1991.

Ο Απόλλων του Κώστα Λιναρδάκη στην οδό Δικαιοσύνης, στα μέσα της δεκαετίας του 1950. (αρχειο Αλεξάνδρας Κριτσωτάκη)

Η θρυλική «Αστόρια»

Το 1958 ο επιφανής χειρουργός Ευάγγελος Χατζάκης εγκαινίασε στην πλατεία την «Αστόρια», η οποία έμελλε να γίνει όχι απλώς η μακροβιότερη αίθουσα αλλά ένα σύγχρονο τοπόσημο της πόλης, που γλίτωσε τη μοίρα των περισσότερων αιθουσών εκείνης της εποχής και παραμένει δραστήρια μέχρι σήμερα.

Ο Χατζάκης αντιμετώπισε τότε τις αντιρρήσεις συμπολιτών του για το ξενόφερτο όνομα που επέλεξε για την αίθουσά του. Δημοσιογράφοι και θεατές βρήκαν το αμερικανικό τοπωνύμιο ακατάλληλο για έναν κρητικό κινηματογράφο, ο οποίος έκριναν ότι έπρεπε να φέρει ένα όνομα που να συνδέεται με την ιστορική παράδοση του νησιού, όπως τα μινωικά Αριάδνη, Κνώσιον, Λάβρυς, Πασιφάη, ή το ενετικό Κάντια. Ο ιδιοκτήτης δικαίως επέλεξε να μη δώσει σημασία στο ζήτημα, το οποίο ούτως ή άλλως ξεθύμανε γρήγορα.

Η Αστόρια του Ευάγγελου Χατζάκη στην πλατεία Ελευθερίας, κατά την πρώτη σεζόν λειτουργίας της, 1958- '59, (αρχείο Καίτης Κιαγιαδάκη)

«Ντορέ»

Η τελευταία χειμερινή προσθήκη περιμετρικά της πλατείας ήρθε το 1959, όταν ξεκίνησε να λειτουργεί το «Ντορέ» του Μανώλη Αγγελιδάκη, το οποίο έγινε διάσημο για τους αποκριάτικους χορούς του κι άντεξε μέχρι το 1979.

Το Ντορέ του Μανώλη Αγγελιδάκη, στην πλατεία Ελευθερίας, στα τέλη της δεκαετίας του 1950.

Ο «Κρόνος» και ο Νίκος Ξανθόπουλος που ξεσήκωσε τα πλήθη

Ο «Κρόνος» ήταν η μοναδική χειμερινή αίθουσα που λειτούργησε σε προάστιο της πόλης κατά την περίοδο της εμπορικής ακμής του κινηματογράφου. Ιδιοκτησία του Χαράλαμπου Λιαπάκη, βρισκόταν στον Πόρο και το 1951 ξεκίνησε ως θερινός. Το 1955 εγκαινιάστηκε το χειμερινό κτήριο, το οποίο με τα χρόνια πέρασε στον Μανώλη Ορφανουδάκη και λειτούργησε ως το 2008.

Η αίθουσα ταυτίστηκε με τα τουρκικά, ινδικά και βεβαίως τα ελληνικά μελοδράματα, τα οποία ήταν τόσο λαοφιλή, ώστε ο Νίκος Ξανθόπουλος είχε επισκεφτεί την αίθουσα για να παρουσιάσει ένα από τα δικά του, ξεσηκώνοντας τα πλήθη που τον λάτρευαν.

Ο θερινός Κρόνος του Χ. Λιαπάκη στον Πόρο τη δεκαετία του 1950, (αρχείο Γιώργου Λιαπάκη)

Ο Κρόνος του Χαράλαμπου Λιαπάκη στον Πόρο το1957. (στιγμιότυπο από την ταινία της Λίλας Κουρκουλάκου Το Νησί της Σιωπής)

«Κάστρο»

Με τα χρόνια κι όσο η δημοφιλία του κινηματογράφου τον ανέδειξε στο μαζικότερο μέσο διασκέδασης, οι θερινοί κινηματογράφοι άρχισαν να φυτρώνουν σαν μανιτάρια στις συνοικίες περιμετρικά του κέντρου, όπου είδαμε ότι δέσποζαν οι χειμερινές αίθουσες της πλατείας. Ένα από τα κεντρικότερα θερινά σινεμά ήταν το «Κάστρο» του Στρατή Παπαγεωργίου, που λειτούργησε στη λεωφόρο Δημοκρατίας από το 1959 ως το 1979.

Το θερινό Κάστρο του Στρατή Παπαγεωργίου στη λεωφόρο Δημοκρατίας τη δεκαετία του 1960. (αρχείο οικογένειας Παπαγεωργίου)

«Γαλαξίας»

Ο θερινός «Γαλαξίας» του Γιώργου Ιατράκη βρισκόταν στην αρχή της οδού Καστρινάκη στον Μασταμπά από το 1966. Το 1976 η επιχείρηση μεταφέρθηκε επί της λεωφόρου Ακαδημίας, πλέον Ανδρέα Παπανδρέου, με ιδιοκτήτη τον Γιώργο Κιοσκλή. Εκεί παρέμεινε ένα από τα γραφικότερα θερινά σινεμά της πόλης, κρυμμένο στην κατάφυτη πρασινάδα του μέχρι το 2006.

Το ημερολόγιο δεν παραλείπει ν’ αναφερθεί στους μηχανικούς προβολής, οι οποίοι αψηφούσαν αντίξοες τεχνικές συνθήκες για να εξασφαλίσουν τα κινηματογραφικά ταξίδια των θεατών. Ο Ανδρέας Αραβιτσάκης κι ο Λευτέρης Πιταροκοίλης ήταν από τους εμπειρότερους στο επάγγελμα, με θητεία σε πολλές από τις τοπικές αίθουσες αλλά κι ως πλανόδιοι στην ενδοχώρα του νησιού.

Οι 12 σελίδες ενός ημερολογίου δε μπορούν βεβαίως να χωρέσουν όλες τις αίθουσες που λειτούργησαν στο Ηράκλειο μέσα σ’ έναν αιώνα. Ξυπνάνε όμως αναμνήσεις, υπενθυμίζουν μια παραγνωρισμένη πλευρά της πολιτιστικής ζωής της πόλης και δε μπορούν παρά να ελπίζουν σε μια πληρέστερη μελλοντική εκδοτική παρουσίαση.

Ο πρώτος θερινός Γαλαξίας, ιδιοκτησίας Γιώργου Ιατράκη, στην οδό Καστρινάκη. (αρχείο Γιώργου Ιατράκη)

Ο δεύτερος θερινός Γαλαξίας, του Γιώργου Κιοσκλή, στη λεωφόρο Ακαδημίας (φωτογραφία Γιάννης Φάις, αρχείο Νίκου Τσαγκαράκη)

Ανδρέας Αραβιτσάκης και Λευτέρης Πιταροκοίλης, μηχανικοί προβολής του Γαλαξία στην οδό Καστρινάκη τη δεκαετία του 1960. (αρχείο Λ. Πιταροκοίλη)

Κεντρική φωτογραφία: Η Αστόρια του Ευάγγελου Χατζάκη στην πλατεία Ελευθερίας, κατά την πρώτη σεζόν λειτουργίας της, 1958 - ’59 (αρχείο Καίτης Κιαγιαδάκη)


Πηγή: neakriti.gr