Ο Ελευθερίου, ο Βάρναλης κι ο Ζαμπέτας - Ειδήσεις Pancreta
Ο Μάνος Ελευθερίου στο σπίτι του στη Σύρο, 23-8-12
Στέφανος Μαμίδης
 

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ. ΠΩΣ ΓΡΑΦΤΗΚΑΝ ΤΑ «ΜΑΛΑΜΑΤΕΝΙΑ ΛΟΓΙΑ»

Mε οδηγό τη μνήμη και το συναίσθημα, η αυτοβιογραφική αφήγηση του Μάνου Ελευθερίου στους Σπύρο Aραβανή και Ηρακλή Οικονόμου, καρπός της τρίχρονης (2011-13), συστηματικής συνάντησής τους τα κυριακάτικα πρωινά στο σπίτι του στο Ψυχικό, περικλείεται στο βιβλίο «Μαλαματένια λόγια», που κυκλοφόρησε στις 25 Φεβρουαρίου από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

Γραμμένο σε πρώτο πρόσωπο, το βιβλίο ξεδιπλώνει πτυχές από τα παιδικά χρόνια του Μάνου Ελευθερίου στη Σύρο και τη νεανική του ηλικία στην Αθήνα, από τη στρατιωτική του θητεία, την εποχή της χούντας, αναμνήσεις από τα τραγούδια του και από ποιητές και καλλιτέχνες φίλους του. Την έκδοση διανθίζουν σελίδες από τα προσωπικά του ημερολόγια, ανέκδοτο-σπάνιο φωτογραφικό υλικό και χειρόγραφά του.

Εμβληματικό ποίημα του Μάνου Ελευθερίου, ίσως το πιο πολιτικό του, τα «Μαλαματένια λόγια», που μελοποίησε ο Γιάννης Μαρκόπουλος, τα ακούσαμε πρώτη φορά το 1974, στον δίσκο «Θητεία», από τον Λάκη Χαλκιά, τον Χαράλαμπο Γαργανουράκη και την Τάνια Τσανακλίδου. Οι στίχοι λογοκρίθηκαν καθώς γράφτηκαν την περίοδο της χούντας και αναφέρονται στο εργατικό κίνημα. Αγαπήθηκαν ιδιαίτερα από το κοινό αλλά και από καλλιτέχνες που τα τραγούδησαν στη συνέχεια, όπως ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου και ο Γιάννης Χαρούλης.

«Το μόνο που θυμάμαι από τα "Μαλαματένια λόγια" είναι ότι γράφτηκαν με πάρα πολύ άγχος, Κυριακές, από τη μαύρη νύχτα μέχρι το βράδυ, Σάββατα απόγευμα, υπέφερα κυριολεκτικά με αυτό το τραγούδι. Δυστυχώς δεν κράτησα τις διαδοχικές γραφές», αναφέρει ο Μάνος Ελευθερίου στο νέο βιβλίο, ενώ στη συνέχεια μιλάει για τους στίχους:

● Μαλαματένια λόγια στο μαντίλι,/ τα βρήκα στο σεργιάνι μου προχθές.

Η λέξη «μαλαματένια» δεν είναι του Σεφέρη, όπως μου καταλόγισε κάποιος βλαξ. Λες και οι λέξεις έχουν αποκλειστικότητα. Βεβαίως υπάρχουν λέξεις τις οποίες δεν μπορείς να χρησιμοποιείς αν δεν κάνεις αναφορά στους προγόνους τους, όπως π.χ. «ανεπαισθήτως». Τη λέξη τη «βούτηξα» από τον Βάρναλη. Ηταν 1956, νομίζω, όταν γιορτάζονταν τα πενηντάχρονά του στο Ιντεάλ ή στο Τιτάνια και εκεί διάβασε η ηθοποιός Κυβέλη τα ποιήματά του. Μίλησε και ο Βάρναλης, μίλησε και ο Νίκος Βέης. (...) Εκεί διάβασε η Κυβέλη: «Η θάλασσα, με τα μαλάματά της τα πολλά».

Εκεί τινάχτηκα. Και ο στίχος «Μες στα μαλάματα μια νύφη ξαγρυπνά» στο τραγούδι «Του κάτω κόσμου τα πουλιά» από εκεί προέρχεται. Μου άρεσαν τα οκτώ «α» στη σειρά: «Στα-μα-λά-μα-τα-μια νύ-φη ξα-γρυ-πνά». Αυτά τα «α» με τρέλαιναν κάποτε. (...) Η λέξη «μαλάματα» είναι λοιπόν από τον Βάρναλη, αλλά τη θυμάμαι πάρα πολύ καλά και από τη Σύρο. Η γιαγιά μου έλεγε για μια γυναίκα «ήρθε και ήταν μες στο μάλαμα», εννοώντας ότι φορούσε πολλά κοσμήματα. Ηταν ξεχασμένη η λέξη κι όταν την άκουσα από τον Βάρναλη, ήρθε πάλι στον αφρό.

● Τ' αλφαβητάρι πάνω στο τριφύλλι/ σου μάθαινε το αύριο και το χθες.

Το αλφαβητάρι το είδα σε μια σκηνή απ' ένα αναγνωστικό που διαβάζει μια κοπέλα. Βλέπετε, η κάθε σκηνή παραπέμπει αλλού.

● Μα εγώ περνούσα τη στερνή την πύλη/ με του καιρού δεμένος τις κλωστές.

Εχω ξεφύγει από αυτά και βρίσκομαι στον δρόμο της ποίησης.

● Τ' αηδόνια σε χτικιάσανε στην Τροία/ που στράγγιξες χαμένη μια γενιά.

Παρόλο που παραπέμπει στον στίχο του Σεφέρη, δεν έχει καμία σχέση. Μετά θυμήθηκα ότι υπάρχει κι αυτός ο στίχος, και ήταν πολύ αργά για να τον βγάλω, αλλιώς θα τον άλλαζα οπωσδήποτε. Η χαμένη γενιά είναι η γενιά της Ωραίας Ελένης. Κάνω άλματα μέσα στην ιστορία.

● Καλύτερα να σ' έλεγαν Μαρία/ και να 'σουν ράφτρα μες στην Κοκκινιά.

Η Μαρία ήταν ένα κορίτσι που είχαν συλλάβει την περίοδο της Χούντας και είχαμε μάλιστα μάθει ότι τη βασάνισαν. Φυσικά δεν λεγόταν Μαρία. Ηταν φίλη μου. Εδωσε αργότερα κατάθεση στην Ευρώπη για τα βασανιστήρια. Είναι επώνυμο πρόσωπο.

● Κι όχι να ζεις μ' αυτήν την κομπανία/ και να μην ξέρεις τ' άστρο του φονιά.

Η λογοκρισία είχε σβήσει τη λέξη «συμμορία» και ο Μαρκόπουλος το έκανε «κομπανία». Δεν ξέρω ποια ζώα ήταν στις επιτροπές της λογοκρισίας εκείνη την εποχή.

● Γυρίσανε πολλοί σημαδεμένοι/ απ' του καιρού την άγρια πληρωμή.

Πάρα πολλοί γυρνούσαν τότε από τις εξορίες, λίγο αργότερα από τις Σοβιετικές Ενώσεις ή είχαν, επιτέλους, αποφυλακιστεί ύστερα από πολύχρονη φυλάκιση. Αυτό ήταν η «πληρωμή» για πολλούς, ιδιαίτερα για όσους φυλακίστηκαν με την κατηγορία, τη μόνη κατηγορία, ότι ήταν κομμουνιστές. Για εκείνους που κατηγορήθηκαν για φόνους και ήδη είχαν πάρει τον δρόμο των ουρανών από χρόνια.

● Ζητούσα τα μεγάλα τα κυνήγια/ κι όπως δεν ήμουν μάγκας και νταής.

Αυτό είναι αφιερωμένο στον Γιώργο Ζαμπέτα. Οταν του διάβασα τους στίχους, χωρίς το συγκεκριμένο εξάστιχο, μου λέει: «Αυτό, μάγκα μου, δεν είναι τραγούδι, είναι κατάθεση στον Αρειο Πάγο». Το «μάγκας και νταής» το πρόσθεσα στο τέλος, ενθυμούμενος τον Ζαμπέτα. Μου άρεσαν αυτές οι λέξεις. Κυρίως με ενθουσίασε η εγκαρδίωση του Ζαμπέτα. Οταν γύρισα το βράδυ στο σπίτι μου, κάθισα και έγραψα την πρώτη μορφή του εξάστιχου.

Παρή Σπίνου


Πηγή: efsyn.gr