"Στα χρόνια της υπομονής δεν μας θυμήθηκε κανείς" - Ένα τραγούδι μια ιστορία - Ειδήσεις Pancreta

«Όταν διάλεξα αυτό τον στίχο του Μάνου Ελευθερίου δεν είχα στο μυαλό μου εμένα, τα δικά μου χρόνια, αλλά είχα στο μυαλό μου τον ποιητή Νίκο Καρούζο.

Όλη η ζωή του Νίκου Καρούζου ήταν χρόνια της υπομονής. Έζησε σε ένα άθλιο ημιυπόγειο, πάμφτωχος, που πολλές φορές του έλειπε και το ψωμί ακόμα. Σε μία εποχή που κάποιοι σταρ του αθλητισμού μας γίνεται συζήτηση αν θα πάρουν 500 εκατομμύρια ή 450 για δύο σεζόν. Και πιστεύω, ότι αυτά τα πράγματα μπορεί να συμβαίνουν μόνο σε μιά επαρχία της Ουγκάντα και όχι στην Ελλάδα. Είναι ντροπή που συμβαίνουν αυτά τα πράγματα. Αυτόν λοιπόν είχα στο μυαλό μου, όταν διάλεξα αυτούς τους στίχους.

Και τι έγινε τελικά στο τέλος της ζωής του; Έρχεται μία επιτροπή να του δώσει μία σύνταξη των 40 χιλιάδων δρχ. και τον κατατάσσει, λέει, στην β΄κατηγορία των ποιητών. Κοιτάξτε τι θλιβερά πράγματα συμβαίνουν στη χώρα μας. Υπάρχουν δηλαδή επιτροπές, και ποιες είναι αυτές, που μπορούν να κρίνουν έναν ποιητή ή έναν καλλιτέχνη γενικά σε ποια κατηγορία θα τον κατατάξουν. Ο Κωστής ο Παλαμάς υπήρξε ένας ογκόλιθος στην ελληνική γραμματολογία. Ωστόσο δεν κατάλαβε τον Καβάφη. Και αν ήταν επιτροπή για την σύνταξη του Καβάφη ο Παλαμάς, με αυτά τα δεδομένα θα τον έβγαζε, φαντάζομαι, στην τριακοστή κατηγορία των ποιητών.

Όσο για τα δικά μου χρόνια της υπομονής αυτά αρχίζουν από τα παιδικά μου χρόνια. Όταν έχασα τον πατέρα μου τότε, το φιλόστοργο κράτος μας έδωσε σύνταξη 300 δρχ. Περνούσαμε δεν περνούσαμε μιά βδομάδα με αυτά τα χρήματα. Και αυτό, λέει, γιατί ο πατέρας μου ήταν δημόσιος υπάλληλος κατωτέρου βαθμού. Υπήρχαν βέβαια κάποιοι άλλοι ανωτέρου βαθμού οι οποίοι έπαιρναν 2.500 δρχ. σύνταξη. Έτσι λοιπόν τα χρόνια μου ήταν πολύ δύσκολα. Έπρεπε να κάνω ένα σωρό επαγγέλματα παράλληλα με τις σπουδές μου για να τα βγάλουμε πέρα.

Επίσης χρόνια δύσκολα ήταν αυτά της εφηβείας μου στην φτωχογειτονιά που ζούσα. Και εκεί ο κόσμος δούλευε. Σηκωνόταν από νωρίς το πρωί  για το μεροκάματο. Και ξαφνικά εγώ δεκαοκτώ χρονών πήγαινα στο ωδείο να μάθω πιάνο. Αυτά δεν τα καταλάβαιναν και έλεγαν πολλές φορές, "ολόκληρος άνδρας δεν ντρέπεται; Δεν πάει να κάνει κανένα μεροκάματο, να βρει καμιά δουλειά και ασχολείται με τα πιάνα και τις μουσικές; Και ντρεπόμουν πάρα πολύ σε σημείο που αναγκαζόμουν πολλές φορές να κρύβω μέσα στο παλτό μου τα βιβλία την ώρα που έβγαινα έξω για να μην φανεί, ότι πάω στο ωδείο και ασχολούμαι με την μουσική…»

Σταύρος Κουγιουμτζής

Και πως έγινε το τραγούδι.. (Αναδημοσίευση από: tanea.gr)

Από την αυτοβιογραφία του («Σταύρος Κουγιουμτζής - Στα χρόνια της βροχής», εκδ. Ιανός) διαβάζουμε τη στιγμή που ο Κουγιουμτζής βρίσκεται στο σπίτι τού Ελευθερίου και ξεφυλλίζοντας ένα τετράδιο με στίχους του, το μάτι του πέφτει πάνω σε ένα δίστιχο ρεφρέν που του άρεσε πολύ: «Στα χρόνια της υπομονής / δεν μας θυμήθηκε κανείς».
Το κουπλέ του όμως δεν του πήγαινε ιδιαίτερα και συνέχισε να ψάχνει. «Παρακάτω», γράφει, «βρήκα ένα τετράστιχο που μου άρεσε: "Aν είναι κόσμος όμορφος, / είναι και κόσμος ψεύτης / που μοιάζει σκοτεινό γυαλί / και σαν παλιός καθρέφτης"».
Από ένα άλλο τετράδιο, δε, διάλεξε ένα ακόμα: «Τα γράμματα μου γύρισες / χωρίς να τα διαβάσεις, / μα πες μου γιατί βιάστηκες / να με καταδικάσεις». Ο Ελευθερίου τον ρώτησε τι θα τα κάνει όλα αυτά μαζί και ο Κουγιουμτζής τού απάντησε: «Θα τα κάνω ένα τραγούδι». «Μα είναι τρία διαφορετικά πράγματα», του λέει εκείνος, «πήρες το ένα από δω, το άλλο από κει, θα φάμε ξύλο...». «Μη φοβάσαι», του 'πε εκείνος χαμογελώντας, «δεν υπάρχει τέτοιος κίνδυνος».
 
«Στα χρόνια της υπομονής», λοιπόν, από τη 18χρονη Αννα Βίσση και τον Γιώργο Νταλάρα (ντουέτο), ένα τραγούδι που παρότι προήλθε από διαφορετικές ποιητικές συλλογές του Μάνου Ελευθερίου, πρέπει πρώτα να μάθει κανείς το στόρι του κι έπειτα να παρατηρήσει ότι, όντως, είναι λίγο φλου ως προς το νόημά του. Τόσο όσο να αφήνει στον καθένα περιθώρια να κάνει τις δικές του ερμηνείες. Τόσο όσο να φαίνεται αφάνταστα επίκαιρο ακόμη και σήμερα! Στα χρόνια της υπομονής, τότε και σήμερα...

Πηγή: pancreta.gr