Ο Τζακ Ο’ Χάρα - Ειδήσεις Pancreta
Ο Γιώργος Ζαμπέτας και ο Θεοδόσης Άθας στον Ελληνικό Ραδιοφωνικό Σταθμό της Νέας Υόρκης, το 1971 (Από το βιβλίο της Ιωάννας Κλειάσιου ΓΙΩΡΓΟΣ ΖΑΜΠΕΤΑΣ ΒΙΟΣ & ΠΟΛΙΤΕΙΑ εκδόσεις Ντέφι 1997)

Ο Γιώργος Ζαμπέτας και ο Θεοδόσης Άθας στον Ελληνικό Ραδιοφωνικό Σταθμό της Νέας Υόρκης, το 1971 (Από το βιβλίο της Ιωάννας Κλειάσιου ΓΙΩΡΓΟΣ ΖΑΜΠΕΤΑΣ ΒΙΟΣ & ΠΟΛΙΤΕΙΑ εκδόσεις Ντέφι 1997)

Ο Τζακ Ο’ Χάρα» είναι ένα από τα ωραία τραγούδια του Γιώργου Ζαμπέτα σε στίχους του Θεοδόση Άθα, ο οποίος ήταν δημοσιογράφος στη Νέα Υόρκη, ενώ παράλληλα διέθετε στην ίδια πόλη ελληνικό ραδιοφωνικό σταθμό μεγάλης ακροαματικότητας.

Το 1971, σε ένα από τα ταξίδια του Ζαμπέτα στην Αμερική, ο Θεοδόσης τον κάλεσε για συνέντευξη στο σταθμό και ο Ζαμπέτας δέχτηκε με ευχαρίστηση. Έτσι γνωρίστηκαν. Αφού τελείωσε η συνέντευξη και η εκπομπή, ο Θεοδόσης του μίλησε για κάποιους στίχους που είχε γράψει: «Δες τους και αν σου αρέσουν κάν’ τους τραγούδια». Ο Ζαμπέτας του απάντησε θετικά και την άλλη μέρα ο Θεοδόσης του πήγε τους στίχους στο ξενοδοχείο που έμενε. Ο Ζαμπέτας, διαβάζοντας μερικούς, έμεινε έκπληκτος. Ανάμεσά τους ήταν «Ο Τζακ Ο’ Χάρα», ο «Λουκάς», το «Πες μου Χάρε τι συμβαίνει», «Η ξανθιά κύρια» και άλλα.

Όλοι του οι στίχοι στο μεταξύ, που ήταν μικρές ιστορίες, είχαν άμεση σχέση με το Χάρο. Ήταν στίχοι θλιβεροί, μα συγχρόνως συγκλονιστικοί. Ο Ζαμπέτας είχε πει ότι ίσως αυτός ο άνθρωπος να είχε προβλέψει το θάνατό του, αφού πράγματι, έπειτα από δυο χρόνια, το Μάρτιο του 1973, σε ηλικία 33 χρόνων ο Θεοδόσης έφυγε από τη ζωή, από καρκίνο στο συκώτι.

Ο Θεοδόσης Άθας είχε καταγωγή από την Καστοριά και πήγε στην Αμερική το 1966. Σε αυτά τα λίγα χρόνια παραμονής του στη Νέα Υόρκη πραγματικά μεγαλούργησε, καθώς διέθετε ένα σπουδαίο μυαλό. Στη Νέα Υόρκη αγωνίστηκε για την προώθηση του ελληνικού πολιτισμού, ενώ συνεργάστηκε με διάφορες εφημερίδες ως δημοσιογράφος. Η στιχουργία για τον Θεοδόση Άθα ήταν ένα κρυφό μεράκι. Οι εμπνεύσεις του έβγαιναν μέσα από το καθημερινό ρεπορτάζ των εφημερίδων, γι’ αυτό και οι στίχοι του έχουν άμεση σχέση με το θάνατο. Μέσα από τη δημοσιογραφία βίωνε την καθημερινότητα των ανθρώπων της μεγαλούπολης, την αγωνία, την ανέχεια, την εγκατάλειψη και, φυσικά, το τέλος. Όλα αυτά τα στοιχεία τα επισήμαινε, τα σατίριζε με τον δικό του τρόπο και μέσα από τη δική του ευαισθησία, ενώ στο τέλος τα διαμόρφωνε σε στίχους (περισσότερα για τους στίχους του, βρήκα εδώ). Έτσι γράφτηκε ο «Τζακ Ο’ Χάρα», από τα ψιλά γράμματα μιας εφημερίδας.

Ο Τζακ ήταν υπαρκτό πρόσωπο, ένας άπορος που κοιμόταν στα παγκάκια, όπως τόσοι και τόσοι σε όλες τις μεγαλουπόλεις. Ο Τζακ ζούσε με ελεημοσύνες από τους περαστικούς, κι ότι του έδιναν το έκανε ποτό. Είχε αφεθεί πια στο έλεος του θεού. Δεν είχε συγγενείς, δεν είχε κανέναν. Έναν πολύ βαρύ χειμώνα ο Τζακ δεν άντεξε το κρύο. Ο θάνατός του όμως προκάλεσε πολλά προβλήματα στον κοινωνικό περίγυρο, τους γείτονες και τον γιατρό, ενώ στις κρατικές υπηρεσίες αμηχανία. Είχε πεθάνει κάποιος που δεν είχε κοινωνική ασφάλιση, ούτε χρήματα. «Και τώρα τι γίνεται;» φαίνεται να αναρωτήθηκε σύσσωμη η πολιτεία. Έτσι, μέχρι κάποιος να αναλάβει την «υπόθεσή» του, ο Τζακ παρέμεινε στο χιόνι… Κι έγινε τραγούδι, που δεν θα το ακούσει ποτέ.

[Από το βιβλίο του Ηρακλή Ευστρατιάδη «μια Ιστορία… ένα Τραγούδι», σελ. 264-265]

Πηγή


Πηγή: pancreta.gr