Τέσσερα έργα του Βαν Γκογκ στο άσυλο Saint Paul του Saint Remy της Προβηγκίας - Ειδήσεις Pancreta

Λίγο πριν πεθάνει ο Τολστόι έγραψε το άρθρο "Περί Τρέλας" θέλοντας να δείξει τον παραλογισμό που χαρακτηρίζει την ανθρώπινη ζωή.

"Ζούμε μια ζωή παράλογη, εντελώς παράλογη εξωφρενική, κι αυτά δεν είναι μόνο λόγια, κάποιο ρητορικό σχήμα, μια υπερβολή, αλλά η απλή διαπίστωση του τι συμβαίνει. Τις προάλλες είχα την ευκαιρία να επισκεφτώ δύο μεγάλα ιδρύματα για ψυχικά αρρώστους κι αποκόμισα την εντύπωση ότι βρισκόμουν σε άσυλα που έχτισαν άνθρωποι ψυχικά ασθενείς, οι οποίοι χαρακτηρίζονται από μια γενικευμένη πανδημική μορφή τρέλας, προκειμένου να περιθάλπουν ασθενείς, οι οποίοι πάσχουν από διάφορες μορφές τρέλας με συμπτώματα όμως που δεν ταιριάζουν με αυτά της πανδημικής".

Και πράγματι όπως περιέγραφε ο Τολστόι τα μεγάλα αυτά ιδρύματα για ψυχικά ασθενείς ήταν έτσι ακριβώς σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Τα ιδρύματα αντιμετώπιζαν τεράστια προβλήματα, όπως την ανεπάρκεια προσωπικού και την αύξηση του αριθμού των τροφίμων, η οποία σημείωνε πρωτοφανή άνοδο. Για παράδειγμα το 1844 επιθεωρητές που επισκέφθηκαν το ψυχιατρείο Χάνγουελ στην Αγγλία ανέφεραν ότι δύο εφημερεύοντες γιατροί έπρεπε να παρακολουθούν σχεδόν 1000 ασθενείς. Οι νοσοκόμοι που δούλευαν ήταν κυρίως άνεργοι, οι οποίοι απλώς είχαν φυσική δύναμη και δεν έπιναν αλκοόλ, ήταν όμως παντελώς ανίκανοι να χειριστούν ανθρώπους με ψυχικά προβλήματα, διότι δεν γνώριζαν απολύτως τίποτα για αυτές τις παθήσεις. Επιπροσθέτως τις περισσότερες φορές ήταν βίαιοι και ξεσπούσαν στους ασθενείς λεκτικά και σωματικά. Η κακομεταχείριση των ασθενών αποτελούσε συνήθως τον κανόνα.      

Τα περισσότερα από τα νέα ψυχιατρεία στα τέλη του 19ου αιώνα στις ευρωπαϊκές πόλεις οικοδομούνταν σε απομακρυσμένες περιοχές και αυτό γιατί οι άνθρωποι των πόλεων δεν ήθελαν την παρουσία φρενοβλαβών κοντά τους. Παράλληλα όμως και οι κυρίαρχες ψυχιατρικές θεωρίες της εποχής τόνιζαν την ανάγκη για επαφή με τη φύση, το φως και την ύπαιθρο για τη βελτίωση των ασθενών.

Το έργο "Κοιτώνας του Saint Paul" (1889) του Βαν Γκογκ απεικονίζει το εσωτερικό του φρενοκομείου του Saint Paul de Mausole. Επίσης «Το φρενοκομείο του Saint –Remy” (1889) απεικονίζει την πρόσοψη της ανδρικής πτέρυγας του φρενοκομείου και o «Ο κήπος του Saint – Paul” (1889) τον εσωτερικό κήπο του. Είναι κάποια από τα έργα τα οποία φιλοτέχνησε κατά την περίοδο που νοσηλεύτηκε εκεί για έναν  χρόνο. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του είχε τη δυνατότητα να βγαίνει στον κήπο με επιτήρηση ώστε να μην καπνίζει, να μην πίνει και κυρίως να μην προσπαθήσει να καταπιεί μπογιές και νέφτι όπως είχε κάνει προηγουμένως.

"Ο Κοιτώνας του Saint Paul" (1889)
 
Το κτήριο του ψυχιατρείου βρισκόταν στην εξοχή της Προβηγκίας, σε μικρή απόσταση από το χωριό Saint Remy, η γύρω περιοχή ήταν πολύ όμορφη. Το ψυχιατρείο στεγαζόταν σε μεσαιωνικό μοναστήρι του 12ου   - 13ου αιώνα, το οποίο  είχε επισκευαστεί με την πάροδο των χρόνων.
«Το φρενοκομείο του Saint –Remy” (1889)
 

Το εσωτερικό του ψυχιατρείου στη σύνθεσή «Κοιτώνας του Saint Paul" αποτυπώνει τη γενικότερη ατμόσφαιρα εγκατάλειψης σε αντίθεση με το εξωτερικό τοπίο και περιβάλλον του ψυχιατρείου. Ο Βαν Γκογκ έγραφε χαρακτηριστικά στον αδελφό του στις 9 Μαΐου 1889 ότι: «φεύγει από μέσα μου εκείνος ο αόριστος φόβος, ο τρόμος που μου προκαλεί η παράνοια, και σιγά – σιγά  η τρέλα μου φαίνεται σαν μια αρρώστια όπως όλες οι άλλες».

«Φυλακισμένοι στο προαύλιο» (1890)
 

Επίσης έγραφε: «Εδώ νιώθω πιο ευτυχισμένος με τη δουλειά μου από ότι θα μπορούσα να είμαι έξω». H θεραπεία περιλάμβανε δίωρο μπάνιο δύο φορές την εβδομάδα  δεν είχε όμως κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Αρχικά ένιωθε ευτυχής με την απόφαση της παραμονής του στο ίδρυμα, στη συνέχεια όμως αυτό άλλαξε και αισθανόταν ιδιαίτερη καταπίεση, το συναίσθημα αυτό αποτυπώνεται χαρακτηριστικά στο έργο «Φυλακισμένοι στο προαύλιο» (1890). Ο συγκεκριμένος πίνακας εκφράζει όλο το αδιέξοδο και την απελπισία που αισθανόταν.

«Ο κήπος του Saint – Paul” (1889)
 

Δεν θέλησε να παραμείνει άλλο εκεί και έφυγε στις 16 Μαΐου με δική του απόφαση, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη των γιατρών αλλά παρέμεινε υπό ιατρική παρακολούθηση. Στις 27 Ιουλίου 1890 αυτοπυροβολήθηκε στο στήθος με περίστροφο και πέθανε δυο μέρες μετά.   

Ο Πισαρό είπε κάποτε γι’ αυτόν: «Ή θα τρελαθεί ή θα μας ξεπεράσει όλους. Ποιο από τα δύο θα συμβεί, εγώ τουλάχιστον δεν είμαι σε θέση να προβλέψω».

Κατερίνα Κοφφινά

Πηγές:

  1. Λέων Τολστόι,"Περί τρέλας" εκδ. Ροές, Αθήνα 2014.
  2. Richard J. Evans, Η Επιδίωξη της Ισχύος- Ευρώπη 1815-1914, εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα, Νοέμβριος 2018.   
  3. Βαν Γκογκ, Βιβλιοθήκη Τέχνης, Καθημερινή.

Πηγή: pancreta.gr