«Που με βια με στρατηγεί….», ή μαργαριτάρια του 1958 - Ειδήσεις Pancreta

Δημοσιεύτηκε

Λένε πολλοί ότι στην εποχή μας η γλώσσα απειλείται, ότι η νεολαία πάσχει από λεξιπενία και ότι κάνει τραγικά γλωσσικά λάθη. Τα ίδια όμως τα λένε σε κάθε εποχή. Θα θυμάστε άλλωστε τη φασαρία που είχε γίνει περί το 1985, όταν στις πανελλήνιες εξετάσεις, στο θέμα της έκθεσης, κάποιοι υποψήφιοι είχαν ζητήσει διευκρινίσεις για τις λέξεις «αρωγή» και «ευδοκίμηση». (Θα βάλουμε κάποτε άρθρο για το θέμα αυτό, έχω κάμποσο υλικό στα ηλεσυρτάρια μου). Το 1985 η υποτιθέμενη λεξιπενία των νέων ήταν απόρροια της διακοπής της διδασκαλίας των αρχαίων από το πρωτότυπο στο Γυμνάσιο, τουλάχιστον αυτό υποστήριζαν οι υπέρμαχοι της επαναφοράς των αρχαίων, που τελικά, δυστυχώς, κατάφεραν να πείσουν την πολιτική ηγεσία της χώρας.

Ωστόσο, παρόμοιες κατηγορίες για αγραμματοσύνη και για γλωσσικά λάθη των νέων έβλεπαν το φως και παλιότερα -ας πούμε, βλέπω σε βιβλίο του Χρ. Χαραλαμπάκη (Γλώσσα και εκπαίδευση) ότι το 1948 κάποιος Θ.Χ.Παπαβασιλείου εξέδωσε το βιβλίο «Γλωσσική και ορθογραφική αναρχία» στο οποίο ψέγει το σχολείο επειδή οι απόφοιτοι του δημοτικού έκαναν λάθη όπως: οι άνθρωπη, οι Ιταλή, ένεκα ο πόλεμος, ομολογώ εβάφτησεν, αντί ομολογώ εν βάπτισμα.

Και πιο παλιά, το 1928, καθηγητής πανεπιστημίου είχε διεκτραγωδήσει από τις στήλες των εφημερίδων τα ορθογραφικά λάθη των υποψηφίων στις εισιτήριες εξετάσεις του Πανεπιστημίου (θυμάμαι κάπου ένα χαρακτηριστικό, ίππσος αντί για ύψος), πράγμα που έδωσε στον Δημ. Γληνό το έναυσμα να γράψει στο περιοδικό Νέος Δρόμος σειρά άρθρων για το «κύμα της αγραμματοσύνης» (τα έχουμε παρουσιάσει εδώ) -και ο Γληνός θυμάται ότι και το 1900, όταν ήταν ο ίδιος φοιτητής, γίνονταν ανάλογα λάθη.

Οπότε, λάθη κάνουν πάντα οι μαθητές και οι φοιτητές. Είναι εξιδανίκευση του παρελθόντος να υποστηρίζουν κάποιοι πως παλιότερα δεν γίνονταν λάθη και μόνο τώρα γίνονται.

Θυμήθηκα λοιπόν ένα άρθρο, και έψαξα και το βρήκα, που είχε αρχικά δημοσιευτεί στο περιοδικό Εικόνες το 1958, και μετά αναδημοσιεύτηκε στο πολύ γουστόζικο βιβλίο «Το λιβάδι με τους μαργαρίτες» του Θανάση Φωτιάδη, που κυκλοφόρησε το 1965 με υπότιτλο «ήτοι ρήσεις τερπναί και εμμέσως ωφέλιμοι, ενδελεχώς ερανισθείσαι, χάριν του απανταχού φιλοπροόδου, φιλοσκώμονος, φιλογλώσσου, αλλά και ρηξικελεύθου ελληνισμού» [Ο Μέφρι έβαλε το χερι του, διότι ο φιλοσκώμμων θελει δύο μ!]

Ο Φωτιάδης λίγα αργότερα έβγαλε και «Περιβόλι με τους μαργαρίτες» ενώ αρκετά χρόνια αργότερα πήρε τη σκυτάλη ο γιος του, και εξέδωσε τρίτο βιβλίο, τον «Μπαχτσέ με τους μαργαρίτες».

Αν πέσει στα χέρια σας κάποιο από τα βιβλία αυτά να σπεύσετε να τα αγοράσετε/διαβάσετε, σας εγγυώμαι ότι θα το διασκεδάσετε. Αρκεί να πω ότι ο Θανάσης Φωτιάδης είναι αυτός που ψάρεψε το αρχικό μαργαριτάρι που γέννησε τον όρο «Νομανσλάνδη», που τόσο συχνά χρησιμοποιούμε στο ιστολόγιο.

Λοιπόν, από το Λιβάδι με τους μαργαρίτες του Θανάση Φωτιάδη αναδημοσιεύω σήμερα ένα άρθρο γραμμένο από τον καθηγητή Γεώργιο Θ. Κακριδή.

Ο Γεώργιος Κακριδής (1908-1959), πρέπει να είναι γιος του Θεοφάνη Κακριδη, του παλιού φιλόλογου, άρα αδελφός του Ιωάννη και θείος του Φάνη Κακριδή που έφυγε από τη ζωή στις αρχές του χρόνου. Ήταν Καθηγητής Θεωρητικής Ηλεκτροτεχνίας και Ειδικής Ηλεκτροτεχνίας για Πολιτικούς Μηχανικούς (1949-1959)

Το άρθρο έχει ως εξής (εκσυγχρονίζω τον τονισμό και ελαφρώς την ορθογραφία, όχι όμως και τα ορθογραφικά λάθη των υποψηφίων):

Ο μακαρίτης καθηγητής του Πολυτεχνείου Γ.Θ.Κακριδής έδωσε εις την δημοσιότητα αποτελέσματα εισαγωγικών εξετάσεων εις το Πολυτεχνείο, το 1958, όταν ήτο εξεταστής του μαθήματος της εκθέσεως. Το θέμα που εδόθη ήτο: Αναγράψατε, ερμηνεύσατε και αναλύσατε τα δύο πρώτα τετράστιχα του Εθνικού ημών ύμνου. Γράψατε τι γνωρίζετε περί του ποιητού αυτού και του μουσουργού, όστις τα εμελοποίησε. Ακούσατε απαντήσεις:

 

  1. Τα δύο τετράστιχα. Δεν τα ξέρουν όλοι εκ στήθους. Ένας γράφει: “Σε γνωρίζω από την κόψη – του σπαθιού την τρομερή – σε γνωρίζω από όψη – που με βια με στρατηγεί”, και προσθέτει: “έτσι, χωρίς να το θέλει ο ποιητής, η ελευθερία τον στρατηγεί, τον κυριαρχεί”. Άλλος παραθέτει ως τέταρτον στίχον τον στίχον: “που με βια κρατάει την γην”. Τρίτος αυτοσχεδιάζει ως εξής με ράκη αναμνήσεων: “Χαίρε, ω χαίρε, ανδρειωμένη ωσάν και πρώτα λευτεριά – εκεί μέσα κατοικούσε διψασμένη μια ψυχή — και σαν και πρώτα αποζητούσε πότε η άγια μέρα να έρθει να την βρει— σε γνωρίζω από την όψη του σπαθιού την τρομερή που με μιας μετράει τη γη”. Και ένας άλλος μας πληροφορεί ότι ο Εθνικός Ύμνος «σήμερον αποτελεί τον εθνικόν ημών ύμνον, όστις παρέθεσεν εις το περιθώριον τον μέχρι τότε εθνικόν ημών ύμνον «μαύρη είναι η νύχτα στα βουνά”»…

 

  1. Ερμηνεία και ανάλυσις. Εδώ ευρισκόμεθα ενώπιον άνατριχιαστικών παραλογισμών. Ιδού μερικοί : «Η προέλευσις της ελευθερίας από τα κόκκαλα και όχι από το αίμα, ως φαίνεται φυσικότερον να έλεγεν ο ποιητης, μας δίδει συγχρόνως και το χρώμα της ελευθερίας, όπως το φαντάζεται ο ποιητης. Και πράγματι το λευκόν χρώμα είναι συμφωνότερον και ταιριαστότερον να δοθεί εις μίαν τοιαύτην ιδανικήν και αγνήν υπόστασιν. Επί πλέον αύτη εξερχομένη εκείθεν φαίνεται ωσάν να αποσπά κάτι το ανώτερο και ευγενικό, που εκλύουν τα λεπτά, λευκά και καλλίγραμμα κόκκαλα». «Συνεχίζων τον πλήρες έξαρσιν ύμνον του». «Η ελευθερία επί τέσσαρας και πλέον αιώνας κατεκλείνετο επί του νεκρικού κρεββάτου της καταθλιπτικής δουλείας». «Λέγει ότι γνωρίζει την ελευθερία από την πρόσοψη». «Ο Έλλην και ο Ελεύθερος αποτελούν τας δύο όψεις ενός και του αυτού νομίσματος». «Η Ελλάς απετέλεσε το διάφραγμα διά την βαρβαρότητα». «Η σπάθη εις τας χείρας του γενναίου πολεμιστού, ο οποίος έχει μεθύσει από την μάχην, ομοιάζει -καθώς εγγίζει πότε την γήν, πότε τα ύψη διαγράφουσα κύκλους— με παλάμην ανοικτήν, η όποία πότε κλείνει, πότε ανοίγει, ως εάν εμέτρει με ταχύτητα την γήν εις οργυιάς». «Η ελευθερία, περιμένουσα το χέρι, που θα της έτεινε χείρα βοηθείας». «Οι Έλληνες έκρυψαν την ελευθερίαν εις τα οστά των διά να μή την παρασύρουν μαζί των εις την αθανασίαν». «Ο ποιητής βλέπει την ελευθερίαν αρματωμένη με το ράμφος εις το χέρι να κατέρχεται εις τας μάχας». «Η πύρινη ρομφαία της έλευθερίας υπήρξε το κενοτάφιον όλων των αδηφάγων έχθρών». «Θα ποτισθεί με χολήν αντί του μάννα ο κατακτητής». «Σε γνωρίζω εκ του προσώπου σου, το οποίον είναι πλήρη κόπων εκ των συνεχών αγώνων και ένεκα τούτου με βία αναμετρά την γη». «Εμβαθυνόμενος εις την ανάλυσιν των δύο τετραστοίχων, εσχημάτισα την αλάνθαστον γνώμην ότι η ελευθερία είναι δι’ ημάς η ψυχή της ψυχής μας». «Ο ποιητής γνωρίζει την ελευθερίαν από την κόψη του σπαθιού του κατακτητού». «Ο ποιητης προσωποποιεί την ελευθερίαν εις μίαν γυναίκα, η οποία γνωρίζεται και διακρίνεται από την τρομερήν τομήν, την οποίαν της έχει προξενήσει το σπαθί τού κατακτητού». «Η ελευθερία αποτελεί το οξυγόνον του έθνους, το οποίον ολόκληρον καταρρέει και έξηφανίζεται». «Η ελευθερία έμφανίζεται ώς νεαρά κοπέλλα, ή όποία έξέρχεται κρατών είς το ένα χέρι…». «Ελευθερία, λέξις η οποία εις το άκουσμά της φέρει είς τον καθένα μας μίαν ψυχικήν άνωμαλίαν». «Γνωρίζομεν και την όψιν τού σπαθιού σου, το οποίον υπονοεί τούς διανουουμένους Έλληνας». «Ο ποιητής οικιοποιεί την ελευθερίαν γράφοντας ότι αύτη εγεννήθη από τα ελληνικά οστά». «Η αιχμηρά λαβή του σπαθιού». «Εικονίζει την ελευθερίαν διά γυναικός πτερωτής φερούσης εις μεν την δεξιάν χείραν σπάθην, εις δε την ετέραν στέφανον εκ κλώνου ελαίας». «Η ελευθερία, μία γυνή ήτις έχει βλέμμα θλιμμένο και η οποία μετά κόπου διέρχεται της ημέρας της ζωής της». «Η ελευθερία μετράει την γήν, διότι προσέχει μήπως εκ παραδρομής προχωρήσει σε ξένα έδάφη». «Με την αστραποειδή κίνησιν της σπάθης γίνεται ό παταγμός τών εκβιαστών». «Κατά τον αγώνα των οι Έλληνες προς τους Τούρκους εχρησιμοποίησαν και αυτά ακόμη τα οστά των»…

 

  1. Ό ποιητης τού Ύμνου. Οι περισσότεροι γνωρίζουν τουλάχιστον το μικρόν όνομά του και το επίθετον. Μερικοί τον θέλουν Γεώργιον ή Αλέξιον ή Ίωάννην. Ένας παράγει το επίθετον από τον σολομόν «έμβλημα τού οίκου του». και ένας άλλος πιστεύει ότι «ποιητης του ύμνου είναι ο Παλαμας», ενώ τέταρτος μας πληροφορεί ότι «επί του Σολωμού επέδρασεν η δημοσίευσις των ελληνικών τραγουδιών υπό του Ί. Πολίτου». Ιδού τώρα και ένα απάνθισμα βιογραφικών και κριτικών στοιχείων : «Οι γονείς του τού έδωσαν την ευκαιρίαν να σπουδάσει ποιητής». «Απέθανεν αλκοολικός πίνων κ ο λ ώ ν ι α». «Φέρει πολλάς ομοιότητας πρός τόν μεγάλον Σαίξπηρ». «Έγραψε πολλά ποιήματα εις την λατινικήν». Εγεννήθη : «εις την Κεφαλληνίαν», «εις ένα νησί του Αιγέου και απογοητευμένος μετέβη εις άλλην νήσον του Αιγέου». Έγραψε : τον «Δωδεκάλογον του Γύφτου», τους «Ελευθέρους Πολιορκημένους», την «Ανθισμένη αμυγδαλιά». «Τό όπλον του υπήρξε η πέννα, σφαίραι η φαντασία του και το πεδίον μάχης ο χάρτης». «Εις ορισμένα ποιήματα κατέχεται από απαγοήτευσιν, ένεκα  περιουσιακών διαφορών με τον αδελφόν του». Ιδού και πώς εγινεν η κηδεία του : «Το ξόανον έφέρετο από επιφανείς άνδρας. Και από όπου το ξόανον εδιάβαινε, όλοι προσκυνούσαν το μεγαλείον αυτό του νοός και της αρετής —όπως λέγει ό επιστήθιος φίλος του Κορομηλάς»… Τέλος, η μελοποίησις του Ύμνου αποδίδεται εις τα πλέον απίθανα πρόσωπα— ύπαρκτά ή ανύπαρκτα : εις τόν Τζάρτζανον, τον Μελάν, τον Κόκκινον, τον Καλομοίρην, τον Σαμάραν, τον Μένανδρον, τον Κάλβον, τον Μαβίλην, τον Πολυλάν κλπ. και εις Μαντζώρους, Μαντζήλους, Μαρτάνους, Τσατζάρους κλπ., όπως συνέλαβε το όνομα του Ν. Μαντζάρου το αυτί των ερωτώντων τους πλησίον των κατά την ώραν των γραπτών…

(Από το περιοδικόν «Εικόνες»)

sarantakos.wordpress.com






Αναρτήθηκε από: