Δημοσιεύτηκε
Πίνακας: Hieronymus Bosch - The Garden of Earthly Delights
Μια φορά κι έναν καιρό, σε μια πολύ γνώριμη χώρα που τίποτα δεν λειτουργούσε όπως έπρεπε, που τα πεζοδρόμια δεν είχαν ράμπες και οι δρόμοι έμοιαζαν με κακομπαλωμένα πουκάμισα, βασίλευε η απογοήτευση και η μιζέρια. Οι άνθρωποι επειδή έχασαν πια κάθε ελπίδα και δεν είχαν χρήματα να αγοράζουν ρούχα αποφάσισαν να κυκλοφορούν γυμνοί. Και σε κανέναν δεν έκανε εντύπωση η γύμνια του διπλανού του. Για την ακρίβεια κανείς δεν παρατηρούσε τον άλλον. Για να τον δει έπρεπε να σκανάρει το πρόσωπό του σε μια οθόνη και τότε μόνο τον "έβλεπε", τον συμπαθούσε, τον αντιπαθούσε, τον ερωτευόταν, τον μισούσε. Ο βασιλιάς της χώρας ήταν επίσης αδιάφορος για τα προβλήματα και τους υπηκόους του. Καθημερινά φρόντιζε το σώμα του, έκανε αφρόλουτρα, έβαφε τα νύχια των χεριών και τον ποδιών του με ιριδίζοντα χρώματα και έβγαζε ολόγυμνος πύρινους λόγους στο μπαλκόνι του παλατιού του. Μόνο που ουδείς τους άκουγε. Όλοι ήταν προσηλωμένοι στις οθόνες τους.
Πρέπει κάτι να κάνω για να ξεχωρίσω από το πλήθος αυτών των άβουλων ανθρώπων σκέφτηκε ο βασιλιάς που κουράστηκε να είναι αόρατος. Φώναξε τους αυλικούς του αλλά κι εκείνοι τον παρακολουθούσαν μέσα στις οθόνες τους. Ο βασιλιάς έπαιρνε πόζες, τους κορόιδευε και γελούσε στην αόρατη κάμερα. Τότε κάποιος από την αυλή που κάποτε ήταν ράφτης αλλά εφόσον σε τίποτα πια δε χρειαζόταν είχε περιπέσει σε αφάνεια έκανε ένα βήμα μπροστά και είπε θαρραλέα.
"Εξοχότατε, υπάρχει ένας τρόπος να κλέψετε τα βλέμματα των υπηκόων σας. Θα σας ράψω μια διάφανη φορεσιά από κρύσταλλα που θα θαμπώσει το πλήθος. Θα είναι τόσο υπέροχη και λαμπερή που όλοι θα σηκώσουν τα κεφάλια τους."
Ο βασιλιάς συνοφρυώθηκε αλλά όταν το σκέφτηκε καλύτερα αποφάσισε να ντυθεί! Του έδωσε εντολή λοιπόν να ξεκινήσει.
Πράγματι σε λίγες μόνο μέρες η φορεσιά ήταν έτοιμη. Πάνω στο αραχνούφαντο ύφασμα ήταν ραμμένα λογής λογής τενεκεδάκια και κομμάτια από σπασμένα τζάμια ή καθρέφτες. Γυάλιζε όμως τόσο πολύ που ο βασιλιάς δεν πρόσεξε τα ευτελή υλικά. Αναφώνησε από χαρά και φόρεσε το ρούχο.
Περήφανος και φουσκωμένος βγήκε στο μπαλκόνι. Ο λαός που είχε λάβει ειδοποίηση στην οθόνη του ότι ο ηγέτης τους θα μιλήσει ήταν συγκεντρωμένος στην πλατεία.
Ο βασιλιάς αντίκρισε πάλι σκυμμένα κεφάλια. Σηκωσε τα χέρια και η στολή του έλαμψε. Τα κεφάλια κουνήθηκαν. Τα μάτια άνοιξαν. Μόνο που τα ρούχα έλαμπαν υπερβολικά ώστε ο βασιλιάς δε φαινόταν. Οι πάντες έβλεπαν μια φωτιά στο μπαλκόνι. Έμειναν άφωνοι. Οι οθόνες έσβησαν. Τα μυαλά άναψαν.
Για πρώτη φορά έβλεπαν κι άκουγαν το βασιλιά τους. Για πρώτη φορά αναρωτήθηκαν τι λέει, γιατί το λέει, αν είναι αρκετό αυτό που λέει. Για πρώτη φορά γύρισαν και κοίταξαν ο ένας τη γύμνια του άλλου. Και πάγωσαν. Ο ήλιος κρύφτηκε στα σύννεφα και τότε ψιθύρισαν:
"Ο βασιλιάς είναι ντυμένος."
Τα ρούχα του ήταν φτιαγμένα από υπεροψία, ψέμματα, κολακείες, ανικανότητα, αλαζονεία, χλεύη, ματαιοδοξία, αυταρέσκεια. Το είδαν μα κανείς δεν το φώναξε. Όλοι περιμέναν κάποιον να το γράψει για να πατήσουν like.
Διήγημα της Αφροδίτης Φραγκιαδουλάκη
Η Αφροδίτη Φραγκιαδουλάκη κατάγεται από το Ηράκλειο, κυκλοφορούν τρία βιβλία της, «το ραντεβού» η «Κερασία» και «το Πορτραίτο». Έχει γράψει ακόμα μια συλλογή με μικρά ποιήματα και χαϊκού. Πολλά διηγήματά της έχουν δημοσιευτεί στον ημερήσιο και διαδικτυακό τύπο. Διατηρεί ένα μπλογκ τέχνης, το afroui • me & myself (afrouif.tumblr.com) και μια καλλιτεχνική στήλη (afrouiσματα) σε λογοτεχνική ιστοσελίδα. Τη βρίσκετε στο Twitter ως @afroui και στο Facebook με το όνομά της.