Πώς το Όραμα Ενός Ανθρώπου Άλλαξε για Πάντα το Ποδόσφαιρο στο Βέλγιο - Ειδήσεις Pancreta
Έμελλε να αλλάξει σαρωτικά την οπτική και τη φιλοσοφία των Βέλγων πάνω στο παιχνίδι.
 

19 Ιουνίου, 2000. Ο Δανός διαιτητής Kim Milton Nielsen σφυρίζει για τελευταία φορά στον αγώνα. Οι Βέλγοι ποδοσφαιριστές αποχωρούν με κατεβασμένα κεφάλια από το στάδιο King Baudouin των Βρυξελλών. Λίγα μέτρα παραπέρα οι Τούρκοι, με την κυριαρχική ορμή που τους προσφέρει το 2-0 στο φωτεινό πίνακα, πανηγυρίζουν αχαλίνωτα γύρω από τον χρυσό σκόρερ της ομάδας τους, τον επιθετικό Hakan Şükür. Το Βέλγιο έχει αποτύχει να προκριθεί από τους ομίλους μέσα στο ίδιο του το σπίτι. Η απογοήτευση είναι έκδηλη στις κερκίδες, το Euro 2000 έχει τελειώσει πρόωρα για τη συνδιοργανώτρια χώρα - κανείς εκείνη την ώρα δεν μπορούσε να υποθέσει πως το συγκεκριμένο ματς, αυτή η μεγαλειώδης αποτυχία, θα αποτελούσε το εφαλτήριο για την ολοκληρωτική μεταμόρφωση του βελγικού ποδοσφαίρου στα χρόνια που θα ακολουθούσαν.

Η μετάβαση, βέβαια, μόνο εύκολη δεν ήταν. Απαιτήθηκαν πολλά χρόνια, μεθοδικότητα, ένα καλοδουλεμένο σχέδιο και αρκετή υπομονή για να απολαύσουν οι Βέλγοι μια σπάνια ποδοσφαιρική γενιά που θα ξεθεμελίωνε τις αραχνιασμένες αντιλήψεις που κυριαρχούσαν στο ποδόσφαιρό τους. Μετά το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002, όπου οι «κόκκινοι διάβολοι» αποκλείστηκαν στη φάση των 16 από την Βραζιλία με γκολ των Ριβάλντο και Ρονάλντο, η εθνική ομάδα της χώρας εισήλθε σε μια εξόχως άγονη εποχή, μένοντας μακριά από τις μεγάλες διοργανώσεις. Ήταν απούσα σε δύο συνεχόμενα Μουντιάλ (της Γερμανίας το 2006 και της Νότιας Αφρικής το 2010), καθώς και σε τρία συνεχόμενα Euro, εκείνο της Πορτογαλίας το 2004, της Αυστρίας/Ελβετίας το 2008 και της Πολωνίας/Ουκρανίας το 2012. Τι συνέβη, άραγε, σε εκείνα τα σκοτεινά χρόνια όπου το Βέλγιο σχεδόν εξαφανίστηκε από τον παγκόσμιο ποδοσφαιρικό χάρτη; Ένα μικρό θαύμα, μια ποδοσφαιρική μεταρρύθμιση που έμελλε να αλλάξει σαρωτικά την οπτική και τη φιλοσοφία των Βέλγων πάνω στο παιχνίδι. Κι όλα αυτά βασιζόμενα στο όραμα ενός και μόνο ανθρώπου: του Michel Sablon.

Σήμερα, οι ακαδημίες της Άντερλεχτ και της Σταντάρ Λιέγης θεωρούνται από τις κορυφαίες, έχοντας πραγματοποιήσει επενδύσεις εκατομμύριων.

Ο Sablon υπήρξε ένας άσημος ποδοσφαιριστής της HO Merchtem τη δεκαετία του ’70 -μετά την ολοκλήρωση της καριέρας του βρέθηκε εμπορικός διευθυντής μιας εταιρείας εισαγωγών-εξαγωγών και παράλληλα προπονητής στις μικρές εθνικές ομάδες του Βελγίου. Το 1986, στο Μουντιάλ του Μεξικού, ήταν το δεξί χέρι του ομοσπονδιακού τεχνικού, Guy Thys, του ανθρώπου που οδήγησε τους «κόκκινους διαβόλους» ως τα ημιτελικά της διοργάνωσης. Παρά την αλλαγή προπονητή στον πάγκο τα επόμενα χρόνια, ο Sablon διατήρησε τη θέση του assistant τόσο στο Μουντιάλ του ’90 στην Ιταλία, όσο και σε εκείνο των Ηνωμένων Πολιτειών το ’94. Η σημαντικότερη, βέβαια, συνεισφορά στο ποδόσφαιρο της χώρας του θα ερχόταν το 2001, λίγους μήνες μετά το καταστροφικό, για τους Βέλγους, Euro του 2000. Τότε η βελγική ομοσπονδία ποδοσφαίρου θα του προσφέρει το πόστο του τεχνικού διευθυντή και στα χρόνια που θα ακολουθήσουν ο Michel Sablon θα πραγματοποιήσει βαθιές τομές στο βέλγικο ποδόσφαιρο, προσπαθώντας να αλλάξει εξ ολοκλήρου τις επικρατούσες αντιλήψεις που οδηγούσαν σε έναν άκαμπτο και βαθιά συντηρητικό τρόπο παιχνιδιού μέσα από το πατροπαράδοτο 4-4-2.

Θιασώτης της αρχής «οι αριθμοί μάς λένε την ιστορία», ο Sablon ξεκίνησε από την πρώτη στιγμή συνεργασία με τέσσερα πανεπιστήμια (Leuven, Ghent, της Louvain-la-Neuve και Liege) με στόχο να χαρτογραφήσει το τοπίο των υποδομών του βέλγικου ποδοσφαίρου. Λίγο καιρό αργότερα, θα εκπονηθεί η πρώτη μελέτη με εξόχως ενδιαφέροντα στοιχεία. Ο καθηγητής Werner Helsen του Τμήματος Ελέγχου και Κίνησης του Πανεπιστήμιου του Leuven και με μια ομάδα έξι ερευνητών παρακολούθησαν 1.500 ώρες όλων των ηλικιακών κατηγοριών και κατέγραψαν τις κοντινές πάσες, τις επαφές κάθε ποδοσφαιριστή, την ανάπτυξη του παιχνιδιού και τις μακρινές μπαλιές. Το πρώτο που παρατήρησαν ήταν πως στις μικρές ηλικίες υπήρχαν μεγάλα κενά διαστήματα χωρίς να αγγίζουν καν τη μπάλα τα παιδιά. Επίσης, πολλά εξ αυτών δεν μπορούσαν να ντριμπλάρουν, αλλά ούτε και να βγάλουν διαγώνιες πάσες. Κατέληξαν πως δινόταν τεράστια σημασία στον αμυντικό προσανατολισμό με απώτερο σκοπό τη νίκη. Ο Sablon και οι συνεργάτες του έσπευσαν να διορθώσουν αυτήν την ανορθογραφία, δημιουργώντας ένα νέο ποδοσφαιρικό περιβάλλον, στο οποίο θα μπορούσαν να αναπτυχθούν νέες δεξιότητες, αλλά και μια διαφορετική κουλτούρα.

Το Βέλγιο έχει σήμερα στις τάξεις του ποδοσφαιριστές από το Μαρόκο, το Κονγκό, το Μάλι, τη Μαρτινίκα, το Ζαΐρ.

Το 2006 συνέταξε μια έκθεση, η οποία κατέληγε πως το νέο οικοδόμημα του βέλγικου ποδοσφαίρου θα βασιζόταν στο σύστημα 4-3-3 για όλους ανεξαιρέτως. Από τους μικρότερους έως τους μεγαλύτερους. Έχοντας ταξιδέψει αρκετά σε Γαλλία και Ολλανδία για να παρακολουθήσει τη δουλειά που γινόταν εκεί σε επίπεδο ακαδημιών, ο Βέλγος τεχνικός διευθυντής προσπάθησε να πείσει τις μεγάλες ομάδες της χώρας του να ενστερνιστούν τις ιδέες του και να εναρμονιστούν με τη νέα φιλοσοφία που προσπαθούσε να προσδώσει στο βέλγικο ποδόσφαιρο. Θα έπρεπε και εκείνοι να ακολουθήσουν το συγκεκριμένο σύστημα στους μικρούς. Το έργο του, βέβαια, δεν ήταν εύκολο - οι μεγάλες ομάδες αδυνατούσαν να αντιληφθούν την αναγκαιότητα της αλλαγής. Εν τέλει, όμως, ακολούθησαν το δόγμα Sablon και σήμερα οι ακαδημίες της Άντερλεχτ και της Σταντάρ Λιέγης θεωρούνται από τις κορυφαίες, έχοντας πραγματοποιήσει επενδύσεις εκατομμυρίων. Από κοντά και εκείνη της Γκενκ. Από τις τάξεις τους άλλωστε έχουν ξεπηδήσει οι Lukaku και Kompany (Άντερλεχτ), Fellaini και Witsel (Σταντάρ Λιέγης), Courtois και De Bruyne (Γκενκ).

Την ίδια στιγμή, η νέα προσπάθεια θα αποδεικνυόταν εξαιρετικά εξωστρεφής για τα παιδιά των μεταναστών - οι εθνικές ομάδες που αποτελούνταν κατά συντριπτικό ποσοστό από Βαλόνους και Φλαμανδούς σύντομα θα αποτελούσαν ανάμνηση. Το Βέλγιο έχει σήμερα στις τάξεις του ποδοσφαιριστές από το Μαρόκο, το Κονγκό, το Μάλι, τη Μαρτινίκα, το Ζαΐρ - ποδοσφαιριστές που αποτελούν βασικά και αναντικατάστατα μέλη της εθνικής ομάδας. Αστέρες όπως ο Romelu Lukaku, ο Vincent Kompany, ο Axel Witsel, ο Marouane Fellaini, o Mousa Dembélé, o Γιούρι Τίλεμανς, o Γιανίκ Καράσκο. Κάποια από αυτά τα παιδιά μάλιστα κατάφεραν να βελτιώσουν τις δεξιότητές τους χάρη σε μια ακόμα σημαντική μεταρρύθμιση του Michel Sablon: τη δημιουργία οκτώ πρότυπων αθλητικών σχολείων σε συνεργασία με τη βελγική κυβέρνηση. Το όραμά του ήταν να μπορούν να συνδυάζουν την εκπαίδευση με το ποδόσφαιρο, εξασφαλίζοντας ώρες προπονήσεων ακόμα και εντός σχολείου. Από το συγκεκριμένο πρόγραμμα πέρασε ένα μεγάλο κομμάτι της τωρινής εθνικής Βελγίου: Λουκάκου, Ντε Μπρούιν, Κουρτουά, Μέρτενς, Ντεμπελέ, Βίτσελ, Τσαντλί είναι μόλις κάποιοι εξ αυτών.

Σήμερα, ο Michel Sablon θα πρέπει να αισθάνεται απολύτως δικαιωμένος για τις ριζοσπαστικές αλλαγές που επιχείρησε στην αυγή της νέας χιλιετίας. Τα δικά του παιδιά κατάφεραν να οδηγήσουν το Βέλγιο ξανά στην ημιτελική φάση ενός Παγκοσμίου Κυπέλλου μετά το 1986. Μάλιστα, οι επίγονοι των Έντζο Σίφο, Γιαν Κέλεμανς, Ζαν Μαρί Πφαφ, Έρικ Γκέρετς έχουν πλέον μια μοναδική ευκαιρία να ξεπεράσουν τους θεούς του βέλγικου ποδοσφαίρου, οδηγώντας για πρώτη φορά στην ιστορία τη χώρα τους σε έναν τελικό. Αρκεί να ξεπεράσουν τη Γαλλία του Didier Deschamps…

Αντώνης Ντινιακός


Πηγή: vice.com