Η «τροπική κόλαση» της Ινδονησίας - Ειδήσεις Pancreta

Αυξάνεται συνεχώς ο αριθμός των νεκρών, με τον τραγικό απολογισμό να φτάνει μέχρι τώρα στους 1.234, ενώ η συνεχίζεται η καταμέτρηση των θυμάτων από τον φονικό σεισμό των 7,5 Ρίχτερ και το τσουνάμι ύψους 6 μέτρων που ακολούθησε την περασμένη Παρασκευή. Υπάρχουν φόβοι για σημαντική αύξηση του αριθμού, καθώς υπάρχουν περιοχές στις οποίες δεν έχουν φτάσει ακόμη τα σωστικά συνεργεία και δεν υπάρχει καταμέτρηση. Παράλληλα, σημαντικές είναι οι ελλείψεις σε τροφή και νερό, με τον OHE να ανακοινώνει ότι 191.000 άνθρωποι έχουν ανάγκη επείγουσας ανθρωπιστικής βοήθειας.

Δεκάδες χιλιάδες είναι οι εκτοπισμένοι, ενώ περίπου 46.000 παιδιά και 14.000 ηλικιωμένοι, οι πιο ευάλωτοι πληθυσμοί που συχνά κατοικούν μακριά από τα αστικά κέντρα όπου η κυβέρνηση επικεντρώνει τις προσπάθειές της, έχουν ανάγκη αρωγής, αναφέρει ο ΟΗΕ στην εκτίμησή του.

Μαζικοί τάφοι, λεηλασίες, εφιαλτικές συνθήκες

Η μικρή πόλη του Πάλου, μια πόλη περίπου 380.000 ανθρώπων στη δυτική ακτή του Σουλαούεσι αφανίστηκε, καθώς τα κύματα κατάπιαν κτίρια και δρόμους. Η κυβέρνηση έχει διατάξει να στέλνονται δέματα βοήθειας από αέρα, αλλά οι δυνάμεις τους δεν επαρκούν με αποτέλεσμα οι κάτοικοι να βρίσκονται πολύ δύσκολη κατάσταση. Εκπρόσωπος του Ερυθρού Σταυρού έκανε λόγο για «εφιαλτικές συνθήκες» που βιώνουν οι επιζώντες.

Σύμφωνα με πληροφορίες του Reuters, η κατάσταση στους δρόμους είναι δραματική, με τους αγανακτισμένους πολίτες να επιτίθενται ο ένας στον άλλο προκειμένου να μπορέσουν να εξασφαλίσουν τα είδη πρώτης ανάγκης που έχουν λιγοστέψει σημαντικά. Σε κάποιες περιπτώσεις οι αστυνομικές δυνάμεις δεν παρεμβαίνουν, φοβούμενοι πως θα προκαλέσουν ακόμα μεγαλύτερες αντιδράσεις.

Στο μεταξύ, στο Παλού εθελοντές σκάβουν μαζικούς τάφους και προχωρούν στην ταφή δεκάδων νεκρών, καθώς η κατάσταση περιγράφεται πλέον ως υγειονομική βόμβα. Τα περισσότερα πτώματα δεν έχουν αναγνωριστεί από τους συγγενείς τους.

Σε αυτή τη ζοφερά ζεστή πόλη, νότια του Ισημερινού, οι αρχές προσπάθησαν να απομακρύνουν τα σώματα γρήγορα, θάβοντάς τα σε έναν μαζικό τάφο, αφού πήραν πρώτα δείγματα DNA, ώστε οι ταυτότητες τους να μπορούν να επιβεβαιωθούν αργότερα.

Όπως αναφέρουν οι New York Times, οι πεινασμένοι κάτοικοι ζητούν βοήθεια, λεηλατούν καταστήματα για τρόφιμα, φάρμακα και ρούχα, πλήθη πολιορκούν το αεροδρόμιο και φυλακές ανοίγουν τις πύλες, αφήνοντας τους φυλακισμένους να φύγουν ελεύθεροι.

Τη Δευτέρα το πρωί, χιλιάδες απεγνωσμένοι άνθρωποι κατέφυγαν στο αεροδρόμιο του Παλού, πολλοί από τους οποίους προφανώς προσπαθούσαν να φύγουν από την πληγείσα πόλη. Η ένταση ήταν τόσο φρενήρης, που ένα αεροπλάνο της Ινδονησιακής Πολεμικής Αεροπορίας γεμάτο αναψυκτικά ήταν αδύνατο να προσγειωθεί. Αργότερα ο κατεστραμμένος πύργος ελέγχου και ο ραγισμένος διάδρομος, έκλεισαν το αεροδρόμιο.

Περισσότεροι από 1.000 κρατούμενοι διέφυγαν από τρεις τοπικές φυλακές, δήλωσαν τη Δευτέρα οι αρχές της Ινδονησίας.

Οι κάτοικοι περπατούν ζαλισμένοι μέσα στην πόλη, σκαρφαλώνουν πάνω σε σπασμένους δρόμους και ψάχνουν για μέλη της οικογένειάς τους που αγνοούνται. Άλλοι στρατοπέδευσαν στο νοσοκομείο, μέρος του οποίου μετατράπηκε σε αυτοσχέδιο νεκροτομείο.

Οι προσπάθειες διάσωσης παρεμποδίζονται από τον περιορισμένο αριθμό βαρέων εξοπλισμών ενώ η αστυνομία είναι απασχολημένη με τους «κακούς». Ενώ ο Πρόεδρος Τζόκο Ουιντόντο, που κήρυξε εθνική καταστροφή, δήλωσε ότι καλωσόρισε τη διεθνή βοήθεια, τίποτα δεν είχε φθάσει ακόμη στη ζώνη καταστροφής.

Ταυτόχρονα, οι ανησυχίες για μετασεισμούς αναζωπυρώθηκαν την Τρίτη το πρωί, όταν ένας σεισμός 6 βαθμών ρίχτερ έπληξε το νησί Σούμπα, περίπου 1000 μίλια νότια του Παλού.

Οι «φυσικοί» αυτουργοί

Οι ευθύνες όμως δεν καταλογίζονται μόνο…στη φύση, γι΄ αυτό και η αγανάκτηση του κόσμου αυξάνεται.
Η Ινδονησία βρίσκεται πάνω στο Δαχτυλίδι της Φωτιάς του Ειρηνικού και πλήττεται συχνά από φονικούς σεισμούς και τσουνάμι. Τα χιλιάδες νησιά της Ινδονησίας διασκορπίζονται σε μια από τις πιο σεισμικές περιοχές στη γη. Κι όμως…

Ακατάλληλα συστήματα προειδοποίησης, έλλειψη ενημέρωσης για το πώς να ενεργήσουν οι πολίτες σε περίπτωση σεισμού, έλλειψη χρηματοδότησης, γραφειοκρατία και ένας στενός κόλπος που διοχέτευσε την καταστροφική ισχύ του τσουνάμι προς τις ακτές ήταν ο ικανός για την τραγωδία συνδυασμός διαφορετικών παραγόντων που έφερε την καταστροφή στην Ινδονησία.

Η τραγωδία έφερε στο φως τις ανεπάρκειες του συστήματος προειδοποίησης στην Ινδονησία, του αρχιπελάγους που βρίσκεται στο Δακτυλίδι της Φωτιάς στον Ειρηνικό, με πολύ έντονη σεισμική δραστηριότητα.

«Δεν εκδόθηκε καμία πληροφορία για τσουνάμι από τον σταθμό ανίχνευσης του Παλού, διότι δεν λειτουργεί» δήλωσε ο Ουίντζο Κόνγκο, ειδικός στα τσουνάμι που εργάζεται σε κυβερνητική υπηρεσία της χώρας.

Μετά τον σεισμό, η Υπηρεσία Γεωφυσικής της Ινδονησίας, που παρακολουθεί τη σεισμική δραστηριότητα, εξέδωσε συναγερμό για τσουνάμι, όμως το ήρε σχετικά σύντομα, περίπου 30 λεπτά μετά.

Οι σταθμοί καταγραφής των παλιρροϊκών κυμάτων και μοντελοποίησης των δεδομένων αποτελούν τα βασικά εργαλεία πρόβλεψης των τσουνάμι στην Ινδονησία.

Όμως, ακόμα κι αν όλοι οι σταθμοί της χώρας λειτουργούσαν, οι ειδικοί σημειώνουν ότι το πλέγμα του δικτύου είναι ανεπαρκές και ότι δεν μπορούν να εκδώσουν προειδοποίηση αρκετά σύντομα πριν από την καταστροφή, καθώς δεν εντοπίζουν τα κύματα παρά μονάχα κατά την άφιξή τους κοντά στις ακτές.

Οι προσπάθειες για τη βελτίωση του συστήματος δεν ευοδώνονται λόγω των αδυναμιών να διατηρηθεί λειτουργικός ο υπάρχων εξοπλισμός εξαιτίας γραφειοκρατικών εμπλοκών.

Έπειτα από τον σεισμό και το τσουνάμι του 2004 στα ανοικτά της Σουμάτρας που στοίχισε τη ζωή σε 220.000 ανθρώπους στην ευρύτερη περιοχή, τους περισσότερους στην Ινδονησία, περιμετρικά της χώρας τοποθετήθηκαν 22 σημαντήρες πρώιμης προειδοποίησης.

Όμως, οι αρμόδιες αρχές παραδέχθηκαν ότι δεν λειτουργούν πλέον εξαιτίας βανδαλισμών και έλλειψης χρηματοδότησης για τη συντήρησή τους.

Επιπλέον, ένα μεγάλο σχέδιο χρηματοδότησης από τις ΗΠΑ που προέβλεπε την τοποθέτηση σύγχρονων ανιχνευτών τσουνάμι σε μια σεισμική ζώνη στη δυτική Ινδονησία αναβλήθηκε επ’ αόριστον.

Η Λουίζ Κόμφορτ, ειδικός φυσικών καταστροφών του πανεπιστημίου του Πίτσμπουργκ (ΗΠΑ), που ήταν επικεφαλής αυτής της πρωτοβουλίας από την πλευρά των ΗΠΑ, αποκάλυψε ότι το σχέδιο αναβλήθηκε εξαιτίας της ασυμφωνίας μεταξύ των κυβερνητικών υπηρεσιών και καθυστερήσεις στη χρηματοδότηση.

«Είναι πραγματικά θλιβερό και λυπηρό διότι διαθέτουμε την τεχνολογία, έχουμε τις γνώσεις, γνωρίζουμε πώς να το κάνουμε» δήλωσε η ίδια στο Γαλλικό Πρακτορείο.


Πηγή: tvxs.gr