Το γιούσουρι, ο Ερνέστο και ο Παδούρα - Ειδήσεις Pancreta

Δικτατορία, επαρχιακή πόλη, και μια ξεχωριστή φιλόλογος. Έμπαινε στην τάξη να διδάξει τις μαθήτριές της – κάπου εκεί στην εφηβεία αυτές - του Α’ Γυμνασίου Θηλέων Χανίων λογοτεχνία. Είχε πράσινα μάτια, θυμωμένα κάποιες φορές, φορούσε στο λαιμό μεταξωτό μαντήλι και την έλεγαν Αθηνά Μπλαζουδάκη.  Εκείνη τη μέρα εξέτασε ‘’Το γιούσουρι’’, το τελευταίο και από τα πιο όμορφα της συλλογής διηγημάτων του Ανδρέα Καρκαβίτσα ‘’ Λόγια της Πλώρης’’. Κι ύστερα ζήτησε από τις μαθήτριες του κλασσικού – άκουσον, άκουσον, - να βρουν όπου και όπως μπορούν (η εποχή δεν περιλαμβάνει στο μενού της οικιακές βιβλιοθήκες ούτε και περίσσια λεφτά για αγορές βιβλίων) το μικρό βιβλίο του Αμερικανού συγγραφέα Ερνέστου Χεμινγουέη με τίτλο ‘’Ο γέρος και η θάλασσα’’. Και όχι μόνο να το διαβάσουν  αλλά και να γράψουν –φευ -  εργασία που να συγκρίνει την πάλη με το μεγάλο ψάρι καταμεσής της Καραϊβικής στο βιβλίο του Αμερικανού συγγραφέα,  με εκείνη την άλλη του ναύτη με το γιούσουρι ανοικτά του Βόλου, εδώ το λόγο έχει ο αρχίατρος Καρκαβίτσας από τα Λεχαινά. Πως βρέθηκε το βιβλίο, πως γράφτηκε η εργασία δεν θυμάμαι, θυμάμαι μόνο πως πέρασα πολύ όμορφα κι έπεσα στην αγκαλιά του Χεμινγουέη αμαχητί. Άλλωστε δεν ήθελε και πολύ κόπο, ο μύθος καθόλα έτοιμος: όμορφος άνδρας, κοσμοπολίτης, πολεμικός ανταποκριτής στην Ευρώπη, γυναίκες μοιραίες, αλκοόλ και Παρίσι,  ισπανικός εμφύλιος και δημοκρατική ευαισθησία. Τον πήρα σβάρνα στην Δημοτική Βιβλιοθήκη Χανίων και στα σπίτια καθηγητριών μου. Ταξίδεψα με τα βιβλία του από την Ισπανία στην Αφρική, στην Αμερική και φυσικά στην Κούβα του. Εκεί διάλεξε  να βάλει τέλος στη ζωή του δημιουργώντας μου καινούργια ερωτήματα.

Επομένως, όταν μετά από πολλά χρόνια στον πάγκο του βιβλιοπωλείου ο τίτλος ‘’Αντιός, Χέμινγουεϊ’’ σκαλώνει στη ματιά μου, είμαι έτοιμη, πανέτοιμη να μάθω τον νέο συγγραφέα από την Κούβα με το όνομα Λεονάρδο Παδούρα. Ο ήρωας του εν λόγω βιβλίου αστυνομικός Μάριο Κόντε το 1960, παιδάκι με τον παππού του να το κρατά από το χέρι, στο ψαροχώρι Κοχίμαρ θα συναντήσει από κοντά τον μυθικό Χέμινγουεϊ. Να λοιπόν που ένας σύγχρονος Κουβανός συγγραφέας λύνει μέσα από την Λογοτεχνία τους δικούς του όμορφους λογαριασμούς, αυτούς της εφηβείας αλλά και της γραφής. Η ιστορία θα επαναληφθεί για μένα η ίδια όπως άπειρες φορές πριν ∙ διαβάζω τα βιβλία του Παδούρα μόλις μεταφραστούν  και  δεν με έχει απογοητεύσει μέχρι σήμερα. Βεβαίως έφτασε πολύ ψηλά με το αριστούργημά του ‘’ Ο άνθρωπος που αγαπούσε τα σκυλιά’’. Ο Λεονάρδο Παδούρα στο συγκεκριμένο βιβλίο  χτίζει μια ιστορία στην οποία συναντιούνται οι ζωές τριών ανθρώπων: του Τρότσκι, από τότε που του δείχνει το δρόμο της εξορίας ο ανταγωνιστής στην εξουσία Στάλιν μέχρι τη στιγμή που δολοφονείται στο  Μεξικό. Του Ραμόν Μερκαντέρ, ο δολοφόνος του Τρότσκι, που εκπαιδεύτηκε από τις σοβιετικές μυστικές υπηρεσίες γι’ αυτό τον σκοπό. Και του νεαρού Κουβανού Ιβάν, του θεματοφύλακα αυτής της μυστικής και επικίνδυνης ιστορίας. Το βιβλίο γυρνάει από τόπο σε τόπο όλον τον κόσμο, παίρνει σβάρνα όλο τον εικοστό αιώνα και αφήνει την πικρή γεύση και τη θλίψη για τη μεγάλη ουτοπία του 20ού αιώνα -την ουτοπία της σοσιαλιστικής κοινωνίας- που όμως διαστρεβλώθηκε και χάθηκε. Και βεβαίως διαβάζεται απνευστί σε τρία τέσσερα μερόνυχτα.

Το τελευταίο βιβλίο του Παδούρα ‘’ Η διαφάνεια του χρόνου’’ κυκλοφόρησε πριν λίγους μήνες και με τον ίδιο πάντα μεταφραστή, τον Κώστα Αθανασίου. Και το βιβλίο παρουσιάστηκε στον Άγιο Νικόλαο, εδώ στο Νησί μας. Και ο Παδούρα πέρα από εκλεκτός συγγραφέας κέρδισε το κοινό του και με την φυσική παρουσία του. Όσοι προστρέξαμε συναντήσαμε τον χαμηλόφωνο, ουσιαστικό, ‘’φανατικό’’ Κουβανό που κλείνει τα αυτιά στις σειρήνες της μεγάλης του επιτυχίας, παραμένοντας κάτοικος της Κούβας, στο ίδιο εκείνο σπίτι και την φτωχή γειτονιά του πατέρα του και του παππού του. Κι όμως όχι μόνο μπορεί να φύγει αλλά έχει και την ισπανική υπηκοότητα – αντίδωρο της Ισπανικής Δημοκρατίας στα έργα που εκείνος χάρισε στην ισπανική γλώσσα.  Μένει πιστός σε ό,τι αγαπά, μένει γιατί θέλει να καταγράψει την Ιστορία και τις ιστορίες του νησιού του, και συγχρόνως με μια στάση ψύχραιμη και αξιοπρεπή κρίνει αλλά και κριτικάρει την χώρα του. Ο ίδιος εκμυστηρεύτηκε στον δημοσιογράφο Μανόλη Πιμπλή στο «Βιβλιοδρόμιο»:  Η πρόθεσή μου ήταν να γράψω το πιο νουάρ μυθιστόρημα που είχα γράψει ποτέ {…}.Καθώς όμως εξελισσόταν, άρχιζε πάλι να μετατρέπεται σε κοινωνικό μυθιστόρημα. Είναι κάτι σαν μαγνήτης αυτό, που με τραβάει προς τα κοινωνικά προβλήματα της Κούβας. Κάποια στιγμή αποφάσισα να εντάξω και την Ιστορία ως βασική παράμετρο στο βιβλίο. Άλλωστε, όποιος έχει διαβάσει τα βιβλία μου ξέρει ότι η σχέση των χαρακτήρων με την Ιστορία είναι σταθερή σε αυτά. Στο συγκεκριμένο, όμως, εν τέλει η ιστορική διάσταση αναμείχθηκε και με μια διάσταση υπαρξιακή. Λ.χ. μιλάω για την παρουσία των χριστιανών στους Αγίους Τόπους την περίοδο των Σταυροφοριών. Και εκεί το πιο σημαντικό στοιχείο δεν είναι τα ίδια τα γεγονότα, αλλά η σχέση των χαρακτήρων του μυθιστορήματος με τα γεγονότα. Προέκυψε τελικά ένα υβριδικό μυθιστόρημα που είναι ταυτόχρονα ιστορικό, κοινωνικό και υπαρξιακό. Ενα μυθιστόρημα στο οποίο προσπαθώ να είμαι φιλόδοξος. Γιατί κατάλαβα πια ότι μου είναι εύκολο να γράψω μια απλή αστυνομική ιστορία. Είναι όμως πολύ επικίνδυνο για τον συγγραφέα η συγγραφή να μετατρέπεται σε ευκολία».

Και το βιβλίο ‘’Η διαφάνεια του χρόνου’’ διασχίζει τον χρόνο από την εποχή των Σταυροφοριών ακόμα παρέα με μια μαύρη Παρθένο. Το μικρό παράξενο άγαλμα, {…} σ’ αυτά τα μαύρα αγάλματα διασταυρώνονται θρησκευτικές αντιλήψεις από διάφορες κουλτούρες: από τις αφρικάνικες της Αιγύπτου, τις ευρωπαϊκές παγανιστικές των Κελτών, και προφανώς την ρωμαιοκαθολική και τη βυζαντινή {…}, φορτωμένο περιπέτειες και ιστορικές ανατροπές θα διασχίσει τους αιώνες και τις ηπείρους, από την Μέση Ανατολή στην Ισπανία. Αιώνες Ιστορίας όχι και τόσο διαφανείς πάντα αλλά και σκοτεινούς  Ο ισπανικός εμφύλιος θα το διώξει μέσα στ’ αμπάρια ενός πλοίου και στην Κούβα του 21ου αιώνα πια, θα διασταυρωθεί με τον υπόκοσμο της Αβάνας ∙ μια Αβάνα που καταρρέει καθώς και εδώ ο σοσιαλισμός δεν έλυσε τους άπειρους γρίφους που τον συνοδεύουν. Το δε αμερικάνικο εμπάργκο καταδικάζει την οικονομία της Κούβας σε αργό θάνατο.  Μαζί του μια νέα τάξη αναδύεται,  αυτή των νεόπλουτων των διψασμένων για χρήμα, δύναμη ∙ και το απίστευτο κύκλωμα εμπόρων Τέχνης δίνουν τον τόνο καθώς, η αποκλεισμένη για δεκαετίες Κούβα έχει τους δικούς της θησαυρούς και οι ξένοι συλλέκτες   από την απέναντι Ακτή – και όχι μόνο – μυρίζονται τον πλούτο. Και δίπλα στους νεόπλουτους οι ‘’Αόρατοι’’ . Εκείνοι που κανείς δεν θέλει να τους βλέπει, που ζουν στο περιθώριο, στην απόλυτη ένδεια στις γειτονιές λίγο έξω από την Αβάνα. Γειτονιές από παράγκες, χαρτόμαζα, πλαστικές σακούλες, πλίνθους στην καλύτερη περίπτωση, κατασκευές που η πρώτη καταιγίδα τις διαλύει.  {…} Η νοσηρή δυσωδία των στοιβαγμένων ανθρώπων και της φτώχιας τους έκοψε τον δρόμο και τους έφερε αναγούλα με το χαστούκι μιας επιθετικής δυσοσμίας που δεν μπορούσε κανείς να την μπερδέψει με καμία άλλη. Ήταν ένα επώδυνο μείγμα από χαμένες ελπίδες, από αναθυμιάσεις που ανέδιδαν τα βρόμικα νερά που κυλούσαν σε ακάλυπτα χαντάκια, από τηγανισμένα και ξανατηγανισμένα λάδια, από σάπιους οχετούς πλημμυρισμένους από εκατομμύρια μύγες που βούιζαν, από αυτοσχέδια χοιροστάσια όπου τα γουρούνια κυλιούνταν μέσα στη λάσπη και τα σκατά.{…}.

Δεν υπάρχει λόγος, νομίζω, να σημειώσει κανείς τίποτε άλλο για την αδυσώπητη ματιά του συγγραφέα, αλλά και την κοπιαστική του δουλειά – η έρευνα για ζητήματα Ιστορίας και Τέχνης εξαντλητική. Μόνο μια σκέψη – κάτι πικρό- σαν ξόρκι;’’ Καλά εσύ, Τσε Γκεβάρα, έφυγες νωρίς… ‘’

Νίκη Τρουλλινού


Πηγή: pancreta